Κωστής Πλάντζος, Μαίρη Λαμπαδίτη, Αργύρης Παπαστάθης
Τριπλό χτύπημα για συνταξιούχους: Χάνουν προσωπική διαφορά, αφορολόγητο και θετικά αντίμετρα – Αλλάζει άρδην το τοπίο στη φορολογία από το 2019 – Προς κατάργηση το Τέλος Επιτηδεύματος και η Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης – Πρέπει να ξαναγυρίσει η τρόικα για να κλείσει η συμφωνία, ξεκαθαρίζουν Κομισιόν – ΔΝΤ
Την υπογραφή της για μείωση των συντάξεων ετοιμάζεται να βάλει η κυβέρνηση, υποχωρώντας στις απαιτήσεις του ΔΝΤ για να κλείσει τη συμφωνία με τους δανειστές. Αντί να αυξηθούν μετά το 2018, όπως υποσχόταν ο τέως υπουργός Εργασίας, Γιώργος Κατρούγκαλος, οι συντάξεις θα περικοπούν, ενδεχομένως και για όσους δεν έχουν διατηρήσει καν «προσωπική διαφορά»!
Το τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές συσκέψεις στη διαπραγμάτευση το περιγράφει ανάγλυφα Ευρωπαίος αξιωματούχος με άριστη γνώση των διαπραγματεύσεων: «Οι συνταξιούχοι θα πονέσουν και πάλι πολύ. Δεν εξαρτάται από εμάς. Το ΔΝΤ ζητάει πράγματα πέραν της συμφωνίας της κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους. Εμείς δεχόμαστε οι συντάξεις να μειωθούν από το 2020 και σταδιακά. Το ΔΝΤ, όμως, θέλει να κοπούν μια και έξω από το 2019. Το συνολικό πακέτο θα είναι πολύ-πολύ δύσκολο», τονίζει, κάνοντας για πρώτη φορά ίσως τόσο ανοιχτά λόγο για «φτωχοποίηση» των συνταξιούχων από τις απαιτήσεις του ΔΝΤ.
Η ίδια πηγή καταρρίπτει και τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης «για 1 ευρώ ελάφρυνσης για κάθε 1 ευρώ επιβάρυνσης». Σε αντίθεση με το αφήγημα περί «μηδενικής επιβάρυνσης» («net») μέτρων και αντίμετρων, Ευρωπαίος αξιωματούχος ξεκαθαρίζει ότι «αντίμετρα θα υπάρχουν μόνον αν ξεπεραστεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5%. Δεν έχει συμφωνηθεί να γίνονται ταυτόχρονα. Η ουδετερότητα, έτσι όπως την εννοεί η κυβέρνηση, δεν ισχύει, δηλαδή ότι βρέξει-χιονίσει αν ληφθούν μέτρα 3,6 δισ. για συντάξεις και αφορολόγητο, θα υπάρχουν 3,6 δισ. αντίμετρα». Αρα, αν τα νέα μέτρα φανούν αρκετά για να επιτευχθεί ο στόχος 3,5% και μόνο, χωρίς να τον ξεπεράσουν, τα αντίμετρα θα είναι μηδενικά!
Ξαφνική αγωνία για το 2017
Οπως αναφέρει αρμόδια πηγή με άριστη γνώση των διαπραγματεύσεων, το γεγονός ότι το 2016 είχαμε ύφεση 1,1% του ΑΕΠ στο δ’ τρίμηνο (σε ετήσια βάση) εγείρει ξαφνικά ανησυχίες για την επίτευξη του στόχου το 2017, καθώς το σημείο εκκίνησης δεν είναι πια το ίδιο. Το θετικό momentum στο οποίο πόνταραν κυβέρνηση και ευρωπαϊκοί θεσμοί κλονίστηκε κυρίως εξαιτίας της βουτιάς στις επενδύσεις, λέει ο ίδιος παράγοντας. Εξηγεί δε ότι αν είχαν προχωρήσει πρότζεκτ όπως η παραχώρηση των 14 αεροδρομίων, από την πλευρά του υπουργού Μεταφορών και Υποδομών Χρήστου Σπίρτζη, στη Fraport, θα είχαμε τόνωση των επενδύσεων σχεδόν κατά 1,2 δισ. ευρώ μόνο από το συγκεκριμένο παράδειγμα. «Θα κλείσουμε», λέει ο ίδιος, αλλά εκφράζει τον φόβο ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να τραβήξει ως τον Μάιο στην περίπτωση που η κυβέρνηση θέλει να δραματοποιήσει την κατάσταση για μπορέσει να περάσει το πακέτο από τη Βουλή.
Τον Μάιο η συμφωνία
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα τέλη Απριλίου ή στις αρχές Μαΐου, όταν θα έχει επιστρέψει η Ντέλια Βελκουλέσκου στο «Χίλτον» (ενώ η Βουλή θα ψηφίζει συνεχώς νέα μέτρα), θα κλείσει η συνολική συμφωνία με το ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους για το χρέος. Η κυβέρνηση κάνει ήδη τους υπολογισμούς της για έξοδο στις αγορές από τον Ιούλιο, αμέσως μετά την ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. Το σχέδιο Τσίπρα για τη συνολική συμφωνία (global deal) θα γραφτεί με τους όρους που επιβάλλει το ΔΝΤ. Παρότι η ομάδα Χουλιαράκη – Κουτεντάκη ανάγκασε την εκπρόσωπο του Ταμείου να συνθηκολογήσει για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, τα πράγματα άλλαξαν μετά τη διπλή γκάφα της κυβέρνησης για τον δείκτη υπολογισμού των συντάξεων που δεν υπάρχει και τα αρνητικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για την ανάπτυξη.
Γυρνάει έτσι μπούμερανγκ η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ να απομονώνει το ΔΝΤ και να αναβάλλει για το τέλος τη συζήτηση σχετικά με τις απαιτήσεις του, ενώ την ίδια στιγμή επιζητούσε διακαώς τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα προκειμένου να πιέζει τους Ευρωπαίους να δεχθούν ελάφρυνση του χρέους.
Τα επόμενα βήματα
Η κυβέρνηση κινείται με ορίζοντα 100 ημερών και ο οδικός της χάρτης για συμφωνία προβλέπει τα εξής επόμενα βήματα:
– Στις 20 Μαρτίου, στο Eurogroup, όλοι θα μιλάνε για «μεγαλύτερη πρόοδο», αλλά όχι ακόμα για συμφωνία. Συμφωνία (Staff Level Agreement) με τους Ευρωπαίους και με τις ευλογίες του ΔΝΤ φαίνεται να μπορεί να κλείσει, υπό ιδανικές συνθήκες, στο Eurogroup της 7ης Απριλίου στη Μάλτα.
– Στις 21 Απριλίου θα αποκρυσταλλωθεί η συμφωνία με το ΔΝΤ. Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. και η Eurostat δίνουν το πράσινο φως για να μπει το Ταμείο στο πρόγραμμα.
– Στις 22-23 Απριλίου, στις εαρινές συνόδους του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, θα συμφωνηθεί και η ελάφρυνση χρέους με τους Ευρωπαίους. Συγκεκριμένα: Η Eurostat θα ανακοινώσει στις 21 Απριλίου τα οριστικά αποτελέσματα του 2016 και θα πάνε για τότε τα ακανθώδη ζητήματα: δημοσιονομικά, ασφαλιστικά κ.λπ. «Τότε θα ασχοληθούμε σοβαρά με τους αριθμούς», λένε πηγές με γνώση της διαπραγμάτευσης. Ως τότε η πολιτική συζήτηση θα περιορίζεται στα Εργασιακά, στις ομαδικές απολύσεις, στις αποκρατικοποιήσεις, στα ενεργειακά, στο Μεσοπρόθεσμο του 2018 και τα ειδικά μισθολόγια.
– Η τελική συμφωνία φαίνεται πως θα κλείσει ως εξής: Τέλη Απριλίου θα συνεδριάσει το Δ.Σ. του ΔΝΤ για την Ελλάδα. Το «μεγάλο παζάρι» θα γίνει στις 22-23 Απριλίου, όπου ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και η Κριστίν Λαγκάρντ θα μετέχουν στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ.
Πληροφορίες από Ουάσινγκτον λένε ότι το Ταμείο είναι έτοιμο να κάνει τη στροφή τον Μάιο – έως τις 15 του μηνός. Στις 22 Μαΐου το Eurogroup θα επισφραγίσει τη συμφωνία. Τον Ιούνιο η ΕΚΤ θα μπορέσει να εγκρίνει την ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση στοχεύοντας να βγει η χώρα στις αγορές αμέσως μετά, τον Ιούλιο. Ο ανάδοχος της έκδοσης των ομολόγων θα είναι η Rothschild.
Το ΔΝΤ, παρότι συνθηκολόγησε για το 2016, επιμένει ακόμα για μέτρα 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ για την περίοδο από το 2019 και μετά. Ζητά εξοικονόμηση 1,8 δισ. ευρώ από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου και άλλο 1,8 δισ. ευρώ από τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης.
Εως και την τελευταία στιγμή πριν από την αναχώρησή τους, οι δανειστές αξίωναν την ακαριαία αφαίμαξη της προσωπικής διαφοράς το 2020, απορρίπτοντας την ελληνική πρόταση για σταδιακή περικοπή της σε βάθος 5 ετών -από το 2021 έως το 2025. Ωστόσο, παράγοντες της διαπραγμάτευσης εκτιμούν ότι οι δύο πλευρές μπορεί να συγκλίνουν κάπου στη μέση και να συμφωνήσουν σε μια 3ετή μεταβατική περίοδο, η οποία θα συνοδεύεται από σκληρές ρήτρες:
1) Να οριστεί το 2019 ως χρονική αφετηρία εφαρμογής των μέτρων και
2) Να επιτευχθούν οι στόχοι για τη μείωση των δαπανών και τα έσοδα, όπως θα περιγράφονται στην προνομοθέτηση των μέτρων.
Το παζάρι επικεντρώνεται στο ύψος της εξοικονόμησης, αν θα φτάνει δηλαδή στο 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ.) ή χαμηλότερα (π.χ. 0,75% του ΑΕΠ ή 1,4 δισ. ευρώ).
Στο τραπέζι βρίσκεται και το ποσοστό περικοπής της προσωπικής διαφοράς (20%-50%) που μπορεί συμφωνηθεί. Βασική προϋπόθεση για κάθε σενάριο που «ποσοτικοποιείται» είναι να βγαίνει ο λογαριασμός. Για να προκύψει μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,6 δισ. ευρώ καθαρά, η μείωση των συντάξεων, εφόσον το μέτρο αφορούσε όλες τις συντάξεις από το πρώτο ευρώ, θα είναι περίπου 6,7% κατά μέσο όρο. Ωστόσο, δεν εμφανίζουν όλες οι συντάξεις θετική προσωπική διαφορά. Από τις συνολικά 2,2 εκατομμύρια καταβαλλόμενες συντάξεις (πλην ΟΓΑ), που θα πρέπει να υπολογιστούν ξανά έως τον Σεπτέμβριο του 2017, προσωπική διαφορά εκτιμάται ότι θα προκύψει για 1,2 εκατομμύρια συντάξεις. Το συνολικό ύψος της προσωπικής διαφοράς υπολογίζεται στα 2,5 δισ. ευρώ.
Το επικρατέστερο σενάριο προβλέπει την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις κύριες συντάξεις άνω των 600-700 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι η μέση σύνταξη αυτού του επιπέδου θα μειωθεί κατά περίπου 10%, ενώ η περικοπή θα αγγίξει το 30% στις συντάξεις άνω των 1.000-1.200 ευρώ.
Η ελληνική πλευρά εμμένει η μεταβατική περίοδος να αρχίσει από το 2020 ώστε οι περικοπές να έρθουν σταδιακά στους συνταξιούχους, προσδοκώντας να αντισταθμιστούν από τα «θετικά» αντίμετρα.
Απορρίφθηκαν τα αντίμετρα
Η τελευταία πρόταση Αχτσιόγλου που απορρίφθηκε προέβλεπε εξοικονόμηση 0,5% του ΑΕΠ (900 εκατ. ευρώ) από το πάγωμα της αναπροσαρμογής των συντάξεων μετά το 2018 και μόνον 0,5% (900 εκατ. ευρώ) από περικοπή της ποσοτικής διαφοράς. Αλλα μέτρα ελάφρυνσης που συζητήθηκαν αφορούν επιδόματα, π.χ. για την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας και τη στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών. Επίσης συζητήθηκε η μείωση των εισφορών για τους μισθωτούς (το ποσοστό είχε αυξηθεί για εργοδότες και εργαζόμενους το 2015), αλλά και η μείωση της εισφοράς υπέρ ΕΟΠΥΥ (6%) για τους συνταξιούχους.
Οι αντισταθμιστικές ελαφρύνσεις όμως που πρότεινε η κυβέρνηση απορρίφθηκαν επειδή οι δανειστές θέλουν να κυριαρχεί ο αναπτυξιακός χαρακτήρας, ενώ η ελληνική πλευρά προκρίνει μέτρα με κοινωνική χροιά…
Στα αντίμετρα εντάσσεται και η πρόταση της κυβέρνησης για πρόγραμμα-μαμούθ δημιουργίας 300.000 νέων θέσεων εργασίας με δανειοδότηση από την Παγκόσμια Τράπεζα, για το οποίο επίσης οι θεσμοί υπέβαλαν ενστάσεις.
Πόσα χάνουμε
Η κυβέρνηση, όπως όλα δείχνουν, θα αρκεστεί και πάλι να υποστηρίξει ότι προστατεύει τα χαμηλά (ή πάρα πολύ χαμηλά εισοδήματα), καθώς όλοι οι συνταξιούχοι πάνω από 600 ευρώ θα υποστούν τριπλό χτύπημα: με τη μείωση του αφορολόγητου, την περικοπή των συντάξεων και την απουσία ελαφρυντικών μέτρων.
Επιπλέον, το ΔΝΤ έχει θέσει στο τραπέζι, εκτός από την περικοπή της προσωρινής διαφοράς, και τη μείωση της εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ, την οποία θεωρεί γενναιόδωρη σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Εργασιακός μεσαίωνας
Στο μέτωπο των Εργασιακών οι δανειστές δεν έκαναν ούτε βήμα πίσω, απαιτώντας να εφαρμοστεί όλο το πακέτο των μέτρων ομαδικές απολύσεις, ανταπεργία, συνδικαλιστικός νόμος, καθορισμός κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας έναντι των κλαδικών. Την ίδια ώρα έκλεισαν ερμητικά κάθε παράθυρο για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αίτημα που αποτελούσε σημαία για Κατρούγκαλο – Αχτσιόγλου. Οι δανειστές θεωρούν κόκκινο πανί την επαναφορά στο παλαιό καθεστώς των κλαδικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων καθώς τη θεωρούν «γενεσιουργό αιτία πολλών δεινών».
Τεχνική εμπλοκή εκδηλώθηκε τέλος και στα Ενεργειακά, λόγω παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού που αλλάζει τα δεδομένα, ενώ συμφωνία καταγράφεται μόνο στο θέμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, με τη βάση εκκίνησης για ένταξη στη ρύθμιση να ξεκινά από τα 20.000 ευρώ οφειλής.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ (12-3-2017)