Οριακά υψηλότερη ανάπτυξη προβλέπει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS για την Ελλάδα φέτος.
H πρόβλεψη αφορά το κεντρικό σενάριο και περιλαμβάνεται στη νέα έκθεση του οίκου με τις προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία.
Το μετριοπαθές σενάριο προβλέπει 5% αύξηση και για τα δύο έτη αναφοράς ενώ το δυσμενές σενάριο προβλέπει ανάπτυξη 3% φέτος και 1,5% το 2022, όπως ακριβώς ήταν και στην προηγούμενη αναφορά του οίκου.
Για φέτος η ανεργία θα διαμορφωθεί στο 16,6% και θα μειωθεί στο 15,2% το επόμενο έτος.
Παρόλο που η πανδημία COVID-19 παραμένει μια πηγή αβεβαιότητας, οι τομείς που επηρεάζονται περισσότερο (π.χ. ταξίδια, φιλοξενία κ.λπ.) είναι ήδη εμφανείς. Για άλλους τομείς, ο μελλοντικός μακροοικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας δεν αναμένεται πλέον να υπερβεί τις παραμέτρους μιας κανονικής οικονομικής ύφεσης. Κατά συνέπεια, αποσύρει τα μέτρια και δυσμενή σενάρια πανδημίας COVID-19, τα οποία δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 2020.
Τα κυριότερα σημεία περιλαμβάνουν:
– Παρόλο που η COVID-19 παραμένει ένας κίνδυνος για τις προοπτικές, η αβεβαιότητα γύρω από τις μακροοικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας έχουν σταδιακά υποχωρήσει. Οι ιστορικές παραδοχές ζημιών και οι προηγούμενες υφέσεις είναι για τους περισσότερους τομείς είναι πιθανό να αποδειχθούν επαρκής οδηγός για τις μελλοντικές επιπτώσεις του COVID-19.
– Κάποια καθυστερημένη εμφάνιση πιστωτικών πιέσεων παραμένει πιθανή καθώς η στήριξη σταδιακά αποσύρεται. Ωστόσο, υπάρχει τώρα μεγαλύτερη ορατότητα όσον αφορά τις επιπτώσεις των μακροοικονομικών πιέσεων στους διάφορους αξιολογούμενους τομείς και αυτές είναι στις περισσότερες περιπτώσεις απίθανο να αποκλίνουν σημαντικά από τα ιστορικά πρότυπα.
– Οι τρέχουσες προβλέψεις φαίνεται να ενσωματώνουν ορισμένους κινδύνους που συνδέονται με περαιτέρω ξεσπάσματα, αλλά παραμένουν αρκετά θετικές για τις προοπτικές ανάκαμψης, δεδομένων των προσδοκιών για συνέχιση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής στήριξης. Η αντίδραση της πολιτικής στο COVID-19 μπορεί ωστόσο να φέρει άλλους κινδύνους στο προσκήνιο κατά τα προσεχή μήνες και χρόνια.
Παρά τις διαφοροποιήσεις, υπάρχει πλέον μια αίσθηση ότι οι μεγάλες οικονομίες του κόσμου θα συνεχίσουν να ανακάμπτουν, υποβοηθούμενες από μια ισχυρή πολιτική αντίδραση. Κατά τη διάρκεια του 2021, οι περιοδικές «αναποδιές» με την πανδημία είχαν πιο περιορισμένες επιπτώσεις στον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, με νέα κρούσματα μεταβάλλοντας τα καταναλωτικά πρότυπα, αλλά όχι δεν ματαίωσαν τη σταδιακή ανάκαμψη της ζήτησης. Κατά τη στιγμή της της αρχικής δημοσίευσης των μακροοικονομικών σεναρίων, οι προβλέψεις αντανακλούσαν έναν πολύ υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.
Η DBRS αναφέρει ότι το βασικό σενάριο αντικατοπτρίζει μια απλή μέση πρόβλεψη της αύξησης του ΑΕΠ και της ανεργίας για κάθε κράτος που αξιολογείται και οι προβλέψεις αποτελούνται γενικά από μεγάλες διεθνείς τράπεζες και άλλους ανεξάρτητους οίκους.
Οι μακροοικονομικές προβλέψεις έχουν συνήθως περιορισμένο αντίκτυπο στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και η πιστωτική ανάλυση λαμβάνει υπόψη τις παρελθούσες επιδόσεις συγκεκριμένων τύπων αξιολογούμενων οντοτήτων κατά τη διάρκεια ύφεσης, και επομένως οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν αλλάζουν απαραίτητα εν μέσω μιας κανονικής ύφεσης.
Μόνο όταν οι οικονομικές συνθήκες και οι συνθήκες της αγοράς αποκλίνουν σημαντικά από τα ιστορικά πρότυπα – συνήθως λόγω κάποιου πρωτοφανούς ή μη φυσιολογικού σοκ – οι προβλέψεις και οι μακροοικονομικές παραδοχές γίνονται σημαντικοί παράγοντες που καθορίζουν τις αποφάσεις για την πιστοληπτική διαβάθμιση.
Διαβάστε ακόμα:
Άλμα 16,2% του ΑΕΠ: Έως €1 δισ. χώρος για «έξτρα» ελαφρύνσεις
Vivartia: Συμφωνία για την απόκτηση του 75% της «Ελληνική Ζύμη» και της «Άλεσις»