Αμφιβολίες και ανησυχίες για το κατά πόσον θα μπορέσει να σταθεί στα δικά της πόδια η Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος διάσωσης τον Αύγουστο του 2018, διατυπώνει δημοσίευμα του CNBC.
Όπως επισημαίνουν οικονομολόγοι, αν και η Αθήνα έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των δανειστών της κι έχει εφαρμόσει εκατοντάδες νέους νόμους ως αντάλλαγμα για την εκταμίευση των δόσεων απο το πρόγραμμα των 86 δισ. ευρώ, υπάρχει ακόμα κίνδυνος χρεοκοπίας ή ακόμα και Grexit, όσο τουλάχιστον το πρόβλημα του δημόσιου χρέους δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς.
Αν και λοιπόν , ο εφιάλτης του προγράμματος διάσωσης τελειώνει τον ερχόμενο Αύγουστο και, παρά το γεγονός ότι και η Ευρώπη θέλει να απαλλαγεί όσο το δυνατό πιο γρήγορα από το επίμονο βάρος της Ελλάδας με πιθανότερο σενάριο να μην επιβάλλει κι άλλη μνημονιακή βοήθεια στην Ελλάδα μετά το καλοκαίρι, εντούτοις, οι θεσμοί θα συνεχίσουν κατά κάποιον τρόπο να την επιτηρούν.
«Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι θέλει να αφήσει πίσω της την Ελλάδα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα», αναφέρει στο CNBC ανώτατος αξιωματούχος υπό το καθεστώς ανωνυμίας.
Αυτό σημαίνει ότι, παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία επιστρέφει σε ρυθμούς ανάπτυξης, η ΕΕ θα κάνει τα πάντα για να διασφαλίσει ότι το πρόγραμμα τελειώνει και ότι η χώρα αυτή δεν αποτελεί πλέον πονοκέφαλο για την περιοχή.
«Καθαρή έξοδος» ενόψει, αλλά με αστερίσκους
Η Ελλάδα είναι έτοιμη για μια «καθαρή έξοδο» μετά τις 20 Αυγούστου 2018 και δεν θα έχει πια το κουαρτέτο να απαιτεί εκατοντάδες νέες μεταρρυθμίσεις, για να της δώσει χρήματα.
Αυτά είναι τα καλά νέα για την Ελλάδα, την Ευρώπη και το ΔΝΤ, ωστόσο μπορεί να μην κρατήσουν πολύ, αναφέρει το δημοσίευμα. Μεταξύ των πιστωτών της εκφράζονται ανησυχίες ότι αν και η Ελλάδα θα έχει αρκετή ρευστότητα, ίσως δεν συνεχίσει στην τροχιά των μεταρρυθμίσεων.
Μιλώντας στο CNBC, o επικεφαλής του Centre for European Policy Studies, Daniel Gros, επισημαίνει πως «δεν έχει επιλυθεί κανένα από τα διαρθρωτικά ζητήματα. Η χώρα συνεχίζει να περνάει όλους τους νόμους και τις ρυθμίσεις που ζητά η Τρόικα, αλλά στην πραγματικότητα λίγα έχουν αλλάξει».
Από την πλευρά της, η Maartje Wijffelaars, οικονομολόγος της RaboResearch’s Global Economics and Markets, σημειώνει πως η Ελλάδα «αρχίζει να αναπτύσσεται αργά, αλλά η κληρονομιά της κρίσης είναι πολύ μεγάλη».
Ένας παράγοντας που θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της θα ήταν η αναδιάρθρωση του χρέους, συνεχίζει το δημοσίευμα. Ωστόσο, ούτε καν αυτό δεν αποτελεί ξεκάθαρο σημάδι ότι η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον πρόβλημα για την Ευρώπη, κυρίως επειδή δεν έχει αποφασιστεί το πώς θα εφαρμοστεί. Οι Ευρωπαίοι πιστωτές δεν θέλουν να ξεκινήσουν τις συνομιλίες για το χρέος πριν από την ολοκλήρωση των αξιολογήσεων για το πρόγραμμα, μεταφέροντας τις συζητήσεις ενδεχομένως μέσα στον επόμενο χρόνο.
«Όσο δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς το πρόβλημα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, ο κίνδυνος χρεοκοπίας και Grexit εξακολουθεί να υπάρχει», τονίζει η Wijffelaars.
Από την πλευρά του, ο Claus Vistesen, οικονομολόγος της Pantheon Macroeconomics, εκφράζει την εκτίμηση ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα συνεχίσουν να επιτηρούν την Ελλάδα. Η Ελλάδα «δεν μπορεί να σταθεί στα δικά της πόδια, δεδομένου του ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχουν πάνω από το 80% του χρέους της. Θα συνεχίσουν να επιβάλλουν αυστηρή επιτήρηση», αναφέρει.