Αύξηση του κατώτατου ορίου ηλεκτρονικών συναλλαγών με τις οποίες θα «χτίζεται» το αφορολόγητο εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο πάταξης της φοροδιαφυγής, μετά τη διαπίστωση ότι το 80% των φορολογούμενων δήλωσε περισσότερες αποδείξεις από αυτές που είχε υποχρέωση.
Το επικρατέστερο σενάριο, σύμφωνα με την Καθημερινή, είναι να απαιτούνται περισσότερες αποδείξεις ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος κάθε φορολογούμενου.
Με βάση τα σχέδια αυτά που συζητώνται και με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών που βρίσκονται στην Αθήνα, το ελάχιστο ποσό των ηλεκτρονικών αποδείξεων που θα έπρεπε να είχαν ξεκινήσει να συγκεντρώνουν οι φορολογούμενοι από τον Ιανουάριο του 2019 θα προκύψει – σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο – από την ακόλουθη κλίμακα:
– 15% ή 20% για εισόδημα έως 10.000 ευρώ από 10% που ισχύει για σήμερα
– 25% για εισόδημα από 10.001 έως 30.000 ευρώ από 15% που ισχύει σήμερα
– 30% για εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ από 20% που ισχύει σήμερα, με το ανώτατο όριο αποδείξεων που θα μπορούν να δηλωθούν να ανέρχεται στα 30.000 ευρώ.
Επίσης, με βάση τη νομοθεσία, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι κατ’επάγγελμα αγρότες για να δικαιούνται έκπτωση φόρου, θα πρέπει να έχουν εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα, όπως πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή μέσω e-banking, δαπάνες για αγορές αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.
Αν κάποιος φορολογούμενος δεν καταφέρει να καλύψει το απαιτούμενο ποσό δαπάνης με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, το ποσό που δεν θα καλύψει θα επιβαρύνεται με φορολογικό συντελεστή 22%.