search icon

Οικονομία

Αναβάθμιση-έκπληξη από τη Scope Ratings στο ΒΒΒ με σταθερό outlook

Ο γερμανικός οίκος «βγήκε» για μια ακόμη φορά μπροστά προχωρώντας σε αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου εντός της επενδυτικής βαθμίδας - Προβλέπει μείωση χρέους στο 145% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2025 - Χατζηδάκης για την αναβάθμιση από Scope: «Είναι επιτυχία όλων των Ελλήνων»

Ένα πρόωρο χριστουγεννιάτικο δώρο επεφύλασσε στη χώρα μας η Scope Ratings, προχωρώντας σε αναβάθμιση τουελληνικού αξιόχρεου σε BBB με σταθερές προοπτικές.

Αν και ο γερμανικός οίκος αξιολόγησηςείχε ήδη στείλει θετικό σήμα στην Αθήνα με την έκθεση που δημοσίευσε την Πέμπτη αναφορικά με τις προοπτικές των κρατικών αξιολογήσεων για τη νέα χρονιά (Sovereign Outlook 2025), στην οποία επικροτούσε την πορεία της ελληνικής οικονομίας με άξονα την πτώση του δημοσίου χρέους, τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονεσμάτων τα επόμενα χρόνια, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και το ανθεκτικό τραπεζικό σύστημα.

Με την ετυμηγορία της Scope «βγήκε» για μια ακόμη φορά μπροστά, μεταξύ των μεγάλων διεθνών οίκων αξιολόγησης. Το καλοκαίρι του 2023 ήταν ο πρώτος από τους «μεγάλους» που έδωσε στην Ελλάδα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα και απόψε ήταν ο πρώτος οίκος που μας αναβάθμισε εντός της επενδυτικής βαθμίδας!

Με τον τρόπο αυτό «έκλεισε» με τον καλύτερο τρόπο μια λίαν εποικοδομητική χρονιά για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που ήδη τιμολογούνται από τις αγορές πιο ευνοϊκά σε σύγκριση με τον μέσο όρο των κρατικών ομολόγων με αντίστοιχη ή και καλύτερη διαβάθμιση.

Η έκθεση

Στην έκθεση της η Scope Ratings αναφέρει εισηγητικά ότι η μείωση του δημόσιου χρέους, η βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος και η ισχυρότερη τάση ανάπτυξης οδηγούν στην αναβάθμιση. Ωστόσο όπως σημειώνει, το ακόμη αυξημένο δημόσιο χρέος και οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες παραμένουν πιστωτικοί περιορισμοί.

Αιτιολόγηση της αξιολόγησης

Η αναβάθμιση σε BBB αντανακλά την προσδοκία της Scope για συνεχή μείωση του λόγου του χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας κατά τα επόμενα χρόνια. Η μείωση αυτή εκτιμάται ότι οφείλεται στην ευνοϊκή δυναμική του χρέους, παράλληλα με τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα και τη συνακόλουθη περαιτέρω μείωση του συνολικού δημοσιονομικού ελλείμματος.

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο οίκος αξιολόγησης στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος ενισχύεται από την πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τις ιδιωτικοποιήσεις συστημικών τραπεζών και τη σταδιακή απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Επιπλέον προσθέτει, η υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, η μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και η πιο σταθερή στήριξη από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ενισχύουν τη μακροοικονομική βιωσιμότητα και την τάση ανάπτυξης.

Βασικοί παράγοντες αξιολόγησης

Ο πρώτος παράγοντας της αναβάθμισης των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα σε BBB, όπως επισημαίνει η Scope Ratings, αντανακλά τη συνεχή μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους, όπως υποστηρίζεται από τις ενισχυμένες μεσοπρόθεσμες προοπτικές ονομαστικής ανάπτυξης, το ακόμη χαμηλό μέσο κόστος επιτοκίου του ανεξόφλητου χρέους και τη δέσμευση της κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση.

Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης, προσθέτει, έχει μειωθεί σημαντικά από τις κορυφές του στην περίοδο της πανδημικής κρίσης, στο 212,6% του ΑΕΠ από το 2020, φθάνοντας σε εκτιμώμενο 155,3% έως το τέλος του 2024, που αντιπροσωπεύει σημαντική μείωση κατά 57 ποσοστιαίες μονάδες και πέφτει ήδη κάτω από τα προ της πανδημίας επίπεδα του 185,5% από το τέλος του 2019. Η εύρωστη οικονομική ανάκαμψη από το β΄ τρίμηνο του 2020 σε συνδυασμό με τον αυξημένο πληθωρισμό πρόσφατα και τα μειωμένα δημοσιονομικά ελλείμματα έχουν οδηγήσει σε σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους και οι κινητήριες δυνάμεις φαίνονται αρκετά βιώσιμες ώστε να διατηρηθεί η συνεχής μείωση του χρέους, έστω και με σταδιακά μετριασμένο ρυθμό.

Ο λόγος του χρέους , σύμφωνα με τον οίκο, προβλέπεται να μειωθεί στο 145,0% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2025, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 132,0% έως το τέλος του 2029. Εάν υλοποιηθεί, το τελευταίο θα μπορούσε να αποτελέσει το χαμηλότερο ποσοστό χρέους της Ελλάδας από την έναρξη της ελληνικής κρίσης το πρώτο τρίμηνο του 2010.

Τα πρωτογενή πλεονάσματα

Οι προβλέψεις του οίκου για το χρέος της Ελλάδας έχουν ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση αναμένεται να υπερβεί την εκτίμηση για πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 από τον Προϋπολογισμό του 2025 ύψους 2,4% του ΑΕΠ. Η Scope έχει επικαιροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες παραδοχές για το πρωτογενές ισοζύγιο και αναμένει ότι η κυβέρνηση θα έχει κατά μέσο όρο πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα 2,75% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια του 2024-27 για το υπόλοιπο διάστημα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, αύξηση από προηγούμενη παραδοχή από τον Ιούλιο του 2024 για πλεονάσματα 2,4-2,5% κατά τα ίδια έτη.

Η συνεχιζόμενη εστίαση στη δημοσιονομική σύνεση παρέχει στο Scope αυξημένη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να επιτύχει και να διατηρήσει τους υψηλούς στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος ενόψει των επόμενων γενικών εκλογών, εκτός απρόβλεπτων κρίσεων. Αυτό συμβαίνει παρά τη μειωμένη αιρεσιμότητα και την αυξημένη κυριαρχία στη χάραξη πολιτικής μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και την ενισχυμένη εποπτεία μετά τη διάσωση. Τα πρωτογενή πλεονάσματα ευθυγραμμίζονται με πιο μετριοπαθή δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία προβλέπεται να διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στο 0,7% του ΑΕΠ την περίοδο 2024-29.

Οι προβολές του χρέους της Scope προϋποθέτουν αύξηση της παραγωγής κατά 2,2% για φέτος, 2,2% το επόμενο έτος και 1,6% κατά μέσο όρο από το 2026 έως το 2029. Η μεσοπρόθεσμη προβολή είναι ωστόσο συγκριτικά αισιόδοξη, καθώς επί του παρόντος δεν προβλέπει ύφεση έως το 2029. Επιπλέον, η Scope υποθέτει πληθωρισμό του αποπληθωριστή του ΑΕΠ 2,5% κατά την περίοδο 2024-29, μια σημαντική υπόθεση σε σύγκριση με τον αποπληθωριστικό μέσο όρο -0,4% της περιόδου 2012-21.

Οι αρνητικοί κίνδυνοι για το βασικό οικονομικό σενάριο του οργανισμού περιλαμβάνουν:

i) μια απότομη οικονομική ύφεση,

ii) μια απροσδόκητη επιστροφή σε χαμηλότερο πληθωρισμό,

iii) μια απότομη αύξηση των επιτοκίων δανεισμού και/ή

iv) μια σημαντική αποδυνάμωση της δημοσιονομικής θέσης.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με ένα οικονομικό σενάριο με πίεση, το οποίο προβλέπει δύο διαδοχικά έτη ύφεσης κατά τη διάρκεια του 2025-26, το ελληνικό χρέος μπορεί να φθάσει το 169% του ΑΕΠ έως το 2026.

Βελτίωση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος

Η δεύτερη αιτία της αναβάθμισης των αξιολογήσεων, συνεχίζει ο οίκος αξιολόγησης, είναι η συνεχιζόμενη ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και η μείωση των δεσμών μεταξύ κρατών και τραπεζών.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε επίπεδο συστήματος σε ενοποιημένη βάση μειώθηκαν σημαντικά από 49,2% τον Ιούνιο του 2017 – φτάνοντας το 6,4% έως τον Ιούνιο του 2024. Η μείωση αυτή υποστηρίχθηκε από τις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων, όπως αυτές είναι εγγυημένες στο πλαίσιο του προγράμματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων του Ηρακλή (HAPS) – το οποίο επανήλθε τον περασμένο Δεκέμβριο για να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις λιγότερο σημαντικές ελληνικές τράπεζες και τρέχει μέχρι το τέλος αυτού του μήνα.

Η Scope αναμένει ότι ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων θα συνεχίσει να μειώνεται, καθώς οι τράπεζες παραμένουν προσηλωμένες στην περαιτέρω εξυγίανση των ισολογισμών. Παρ’ όλα αυτά, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παραμένουν σε αυτό το στάδιο πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ που είναι 1,9% από το β’ τρίμηνο του 2024, και επιπλέον παραμένουν στο σύστημα ακόμη και αν δεν αναφέρονται από τις επίσημες στατιστικές.

Η κερδοφορία έχει βελτιωθεί από το τέλος του 2021 λόγω των αυξημένων εσόδων από τόκους που επωφελούνται από τα επί του παρόντος υψηλότερα επιτόκια χορηγήσεων, της μείωσης των προβλέψεων για επισφάλειες και των αυξημένων μη επαναλαμβανόμενων εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις και μέσα αντιστάθμισης κινδύνου. Το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σε επίπεδο συστήματος ενισχύεται από τα κέρδη εις νέον και την απομείωση του κινδύνου των περιουσιακών στοιχείων. Το β΄ τρίμηνο του 2024 ανήλθε σε 16,2% του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού, έναντι 13,0% στα χαμηλά επίπεδα του 2021.

Παρά τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, επισημαίνει η Scope, οι πιέσεις στους ισολογισμούς του τραπεζικού συστήματος συνεχίζονται από τα αυξημένα μερίδια των ΣΠΙ στο σύνολο των κεφαλαίων του τραπεζικού συστήματος (που αντιστοιχούν στο 41% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2024), μειούμενα ωστόσο από το 52% στο τέλος του 2022. Οι αποσβέσεις των DTCs προβλέπεται από την Τράπεζα της Ελλάδος να επιταχυνθούν δυνητικά ώστε να αποσβεστούν πλήρως έως το 2032-34, εκτός αν συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις. Η ΕΚΤ ενέκρινε την καταβολή μερισμάτων του τραπεζικού συστήματος για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, γεγονός που αποτελεί ορόσημο.

Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ολοκλήρωσε πρόσφατα την πώληση 10pps της συμμετοχής του 18,4% στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) με δημόσια προσφορά μετοχών. Το ΤΧΣ αναμένει να μεταβιβάσει ένα τελικό μερίδιο 8,4% στην ΕΤΕ και το 72,5% της μικρότερης Attica Bank στο κρατικό επενδυτικό ταμείο πριν κλείσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους (ενόψει της προθεσμίας που έχει τεθεί μέχρι το τέλος του 2025)2. Το ΤΧΣ πούλησε το τελικό μερίδιο 8,9781% στην Alpha Services and Holdings στην UniCredit τον Νοέμβριο του περασμένου έτους και πούλησε το τελικό μερίδιο 27% στην Τράπεζα Πειραιώς την άνοιξη του τρέχοντος έτους.

Επιπλέον, αντιμετωπίζονται εν μέρει και άλλες πτυχές των διασυνδέσεων μεταξύ κρατών και τραπεζών, όπως η κατοχή εγχώριων κρατικών ομολόγων από τις τράπεζες. Η HAPS δεν προβλέπεται να παραταθεί περαιτέρω από το τέλος του 2024, οπότε οι εγγυήσεις θα μειωθούν σταδιακά. Οι αναφερόμενες δράσεις περιορίζουν την κληρονομιά της ελληνικής κρίσης και μειώνουν σταδιακά τις διασυνδέσεις κράτους-τραπεζών – υποστηρίζοντας την αναβάθμιση της αξιολόγησης κατά μία βαθμίδα σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο.

Μακροοικονομική σταθερότητα και μεσοπρόθεσμη τάση ανάπτυξης

Την τελική αιτία της αλλαγής της αξιολόγησης κατά τον οίκο αξιολόγησης αποτελεί η ενισχυμένη μακροοικονομική σταθερότητα μετά τις κρίσεις των τελευταίων 15 ετών, παράλληλα με τις συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις, οι οποίες έχουν στηρίξει τις οικονομικές προοπτικές.

Όπως σημειώνει αναλυτικότερα, η πρόοδος έχει διατηρηθεί στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις του «Ελλάδα 2.0», του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) και της πολιτικής συνοχής της ΕΕ. Στις 16 Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους , η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκταμίευσε την τέταρτη πληρωμή ύψους 998,6 εκατ. ευρώ σε επιχορηγήσεις από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας ύψους 35,9 δισ. ευρώ, το οποίο αποτελείται από 18,2 δισ. ευρώ συνολικά σε επιχορηγήσεις και 17,7 δισ. ευρώ σε δάνεια. Μέχρι σήμερα έχει καταβληθεί συνολικά το 51% της χρηματοδότησης του ΣΑΑ. Οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα – 14% της παραγωγής από το έτος έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024 – αλλά αυτό είναι ωστόσο ισχυρότερο από το κάτω του 11% από το 2019.

Ο οίκος αξιολόγησης αύξησε μετριοπαθώς την εκτίμησή του για το δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας σε 1,25% ετησίως από 1,0%, αναγνωρίζοντας ακόμη τη σύγχρονη οικονομική ιστορία της Ελλάδας – με την ανάπτυξη να έχει κατά μέσο όρο μόλις -0,4% κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες – παράλληλα με δημογραφικές δυσχέρειες, όπως οι μεταβολές του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας κατά -0,9% ετησίως που προβλέπουν τα Ηνωμένα Έθνη κατά τη διάρκεια του 2024-29. Ενισχυμένη ονομαστική οικονομική ανάπτυξη αναμένεται τα επόμενα χρόνια – εν μέρει δεδομένου του εναρμονισμένου πληθωρισμού που ανέρχεται σε αυξημένο 3,0% για φέτος, 3,4% το 2025 και 2,5% για το 2026, μετά από 4,2% πέρυσι.

Η ακόμη αυξημένη ανεργία έχει μειωθεί (στο 9,8% τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους – από 20,4% τον Ιούνιο του 2020), αν και παραμένει πολύ πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ (5,9% τον Οκτώβριο του 2024). Η Scope υπολογίζει ότι η ανεργία θα μειωθεί στο 10,1% κατά μέσο όρο φέτος, πριν από το 9,5% για το 2025 και το 9,0% το 2026, από 11,1% πέρυσι, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάπτυξης πάνω από την τάση.

Οι προκλήσεις που εντοπίζει η αξιολόγηση

Η Scope συνεχίζοντας αναφέρει ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας BBB της Ελλάδας περιορίζονται από:

Πρώτον, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στο σύμπαν των 40 κρατικών ομολόγων που αξιολογεί δημόσια η Scope, δεύτερο μετά από αυτό της Ιαπωνίας (αξιολόγηση Α και σταθερές προοπτικές). Αυτό το υψηλό απόθεμα χρέους εκθέτει την Ελλάδα στις επανεκτιμήσεις της αγοράς για τον κίνδυνο που συνδέεται με τους υπερχρεωμένους κρατικούς δανειολήπτες. Καθώς η Ελλάδα στηρίζεται όλο και περισσότερο στις κεφαλαιαγορές και επιταχύνει την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων διάσωσης και η ΕΚΤ αυστηροποιεί ποσοτικά τα δάνεια, η δομή του ελληνικού χρέους σταδιακά αποδυναμώνεται. Οι πληρωμές τόκων αυξάνονται σταδιακά – καθώς η Ελλάδα αναχρηματοδοτεί με έκδοση στην αγορά με υψηλότερο επιτοκιακό κόστος.

Η πολύ μακρά σταθμισμένη μέση διάρκεια του χρέους (18,9 έτη) – η πιο μακρά στο σύμπαν των κρατικών ομολόγων που αξιολογεί ο οίκος – ομαλοποιείται σταδιακά προς τα κάτω, καθώς η κυβέρνηση στοχεύει σε μέση διάρκεια 10 ετών εντός δέκα ετών. Τέλος, καθώς οι αξιολογήσεις του κράτους χορηγούνται βάσει του χρέους που πρόκειται να αποπληρωθεί στον ιδιωτικό τομέα, το αυξανόμενο μερίδιο του χρέους που κατέχεται στον ισολογισμό του ιδιωτικού τομέα αποτελεί μέτρια πιστωτική ανησυχία.

Οι πολιτικοί κίνδυνοι και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την πολιτική είναι μέτριοι για τα επόμενα χρόνια, σημειώνει ο οίκος στη συνέχεια αλλά προειδοποιεί ότι  ενδέχεται να αυξηθούν μακροπρόθεσμα, ιδίως μετά τις μελλοντικές εκλογές. Οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες και οι δημογραφικές προκλήσεις, όπως η καθαρή μετανάστευση, περιορίζουν τη μακροπρόθεσμη τάση ανάπτυξης και τα επίπεδα πλούτου.

Η αυξημένη διαρθρωτική ανεργία και τα ακόμη μέτρια ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό αποτελούν πιστωτικούς περιορισμούς, ακόμη και αν το ποσοστό ανεργίας μειώνεται. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των 42.066 δολαρίων ΗΠΑ σε βάση αγοραστικής δύναμης από φέτος παραμένει κάτω από τους μέσους όρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (62.660 δολάρια ΗΠΑ).

Επιπλέον, το χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε σύγκριση με την τελική κατανάλωση αποτελεί κοινωνικό περιορισμό, ακόμη και όταν η συγκριτική επικράτηση των θέσεων εργασίας χαμηλού εισοδήματος και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων επιβαρύνει την παραγωγικότητα και τη φορολογική βάση και ενισχύει τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό μεταξύ των ευάλωτων ομάδων. Ο εξωτερικός τομέας της Ελλάδας αποτελεί πρόκληση με σημαντικά διαρθρωτικά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που αντανακλούν επίμονες ευπάθειες. Τέλος, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις συνιστούν περαιτέρω κίνδυνο για τις οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας, εάν δεν αντιμετωπιστούν, δεδομένης της εξάρτησης της οικονομίας από τους τομείς του τουρισμού και της γεωργίας.

Τα θετικά σενάρια

Η ονομαστική οικονομική ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση οδηγούν σε ισχυρή και διατηρήσιμη μείωση του λόγου του χρέους της γενικής κυβέρνησης, ελέγχοντας παράλληλα την αποδυνάμωση της δομής του δημόσιου χρέους,

Οι διαρθρωτικές-οικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες μειώνονται, αυξάνοντας περαιτέρω το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα- και/ή

Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα μειώνονται περαιτέρω, μέσω της ενίσχυσης της κεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος, της μείωσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους ή/και του περαιτέρω περιορισμού των δεσμών κράτους-τραπεζών.

Τα αρνητικά σενάρια

Η πορεία του δημόσιου χρέους αντιστραφεί ή η διάρθρωση του ελληνικού χρέους αποδυναμωθεί σημαντικά,

Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα ενταθούν εκ νέου, αυξάνοντας τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν τον κρατικό ισολογισμό,

Η μακροοικονομική ανάπτυξη αποδυναμώνεται ή/και οι ανισορροπίες του εξωτερικού τομέα αυξάνονται- και/ή

Η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος περιορίζεται σημαντικά ή οι ανησυχίες της αγοράς γύρω από τα υπερχρεωμένα κράτη προκαλούν επιδείνωση των όρων δανεισμού.

Διαβάστε ακόμη 

Είναι πολλά τα λεφτά, Ντόναλντ – Πώς με $250 εκατ. ο Μασκ έγινε το δεξί χέρι του νέου πλανητάρχη

e-ΕΦΚΑ – ΔΥΠΑ: Όλες οι πληρωμές την εβδομάδα από 9 έως 13 Δεκεμβρίου 2024

Γαλλοιταλική κόντρα για τον έλεγχο της Banco BPM – Αιφνιδιαστική σφήνα από την Credit Agricole

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα

Exit mobile version