Να εξαντλήσει όλα τα δημοσιονομικά περιθώρια για να «μην πιεστεί» η μεσαία τάξη από την αύξηση των τιμών της ενέργειας, επιδιώκει η κυβέρνηση και σχεδιάζει να αλλάξουν προς τα πάνω τα εισοδηματικά κριτήρια, προκειμένου να ενταχθούν και νέοι δικαιούχοι που ποτέ ως τώρα δεν επιδοτούνταν, καθώς θεωρούνταν «προνομιούχοι» μόνο και μόνο επειδή κατάφερναν να βγάζουν από από 2.500 ή 3.000 ευρώ το μήνα –και ασχέτως οικογενειακής ή κοινωνικής καταστάσεως ακόμα.
Παράλληλα με μια πλειάδα μέτρων που δρομολογούνται για την ενεργειακή φτώχεια (ηλεκτρονική κάρτα, μη αποσύνδεση έναντι οφειλών, νέο πρόγραμμα «Εξοικονομώ» ειδικά για τα πιο φτωχά νοικοκυριά με εισόδημα κάτω από πεντακόσια ή χίλια ευρώ το μήνα) στο οικονομικό επιτελείο δεν στέκονται μόνο σε αυτά αλλά διευρύνουν τους σχεδιασμούς τους.
Φοβούνται ότι αν το αυξημένο κόστος ενέργειας πλήξει τα μεσαία εισοδήματα (της τάξεως των 1.800-2.500 ευρώ τον μήνα και άνω) τότε οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες μπορεί να αποδειχθούν ολέθριες.
Και αυτό επειδή η μεσαία τάξη κινείται, παράγει και καταναλώνει, ωθώντας πιο ψηλά την εθνική οικονομία συνολικά. Και είναι εκείνη που έχει ήδη επενδύσει για να συνδεθεί με το φυσικό αέριο, η τιμή του οποίου απογειώνεται.
Όχι τυχαία, από πέρυσι επιδοτείται πλέον και η κατανάλωση φυσικού αερίου, όπως γινόταν μέχρι πρότινος μόνο με το πετρέλαιο θέρμανσης. Αλλά ενώ για το πετρέλαιο, στο προσχεδίου προϋπολογισμού προβλέπεται άλμα στις διεθνείς τιμές από τα 43,4 δολάρια το βαρέλι πέρυσι, στα 68,7 δολάρια εφέτος και σε 68,3 δολάρια το βαρέλι το 2022, τα πράγματα εξελίσσονται πολύ χειρότερα για το φυσικό αέριο, όπου σε 1 χρόνο οι τιμές έχουν σχεδόν διπλασιαστεί και στη χώρα μας.
Για να «ζεστάνει» κάπως την τσέπη των καταναλωτών και την αγορά γενικότερα, η κυβέρνηση σχεδιάζει να διπλασιάσει το κονδύλι για το επίδομα θέρμανσης, ώστε να επιδοτήσει εφέτος περισσότερους δικαιούχους και όχι μόνον όσους ζουν σε ακραία φτώχεια, αλλά και να αυξήσει το επίδομα ρεύματος.
Πληροφορίες αναφέρουν πως τα εισοδηματικά κριτήρια για τη χορήγηση του φετινού επιδόματος θέρμανσης θα αυξηθούν τουλάχιστον 20% και έως 30%, ενώ αυξάνεται 50%-100% και η επιδότηση για προστατευόμενα τέκνα, έως τις 3.000 ή και 4.000 ευρώ αντί 2000 που ισχύει, ώστε να διαμορφωθούν ως εξής:
- μεταξύ 15.000 – 16.000 ευρώ για μονοπρόσωπα νοικοκυριά (άγαμοι, χήροι), από 12.000 ευρώ την περυσινή περίοδο
- μεταξύ 24.000 – 26.000 ευρώ για ζευγάρια, έναντι 20.000 ευρώ που ίσχυε πέρυσι
- μεταξύ 26.000-28.000 ευρώ για τις μονογονεϊκές οικογένειες με 1 παιδί.
Και επιπλέον εξετάζεται να δοθεί μεγαλύτερη προσαύξηση για κάθε επιπλέον παιδί, κατά 3.000 ή και 4.000 ευρώ για κάθε επιπλέον εξαρτώμενο τέκνο. Έτσι για τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, το αυξημένο επίδομα θα λάβουν για πρώτη φορά και οικογένειες με εισόδημα πάνω από 30.000 ή και 35.000 ευρώ.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει ως συνέπεια, αντί τα 85 εκατ. ευρώ που προέβλεπε ο κρατικός προϋπολογισμός για επίδομα θέρμανσης, να διαθέσει τελικά έως και πολύ πάνω κι από 150 εκατ. ευρώ ενδεχομένως.
Η ανησυχία για το κύμα των διεθνών ανατιμήσεων στην Ενέργεια, πριν μάλιστα συνέλθουν οι επιχειρήσεις και νοικοκυριά από το σοκ της πανδημίας, κατέστη έκδηλη και στο Eurogroup. Και αυτό επειδή η ακρίβεια έχει πλήξει την Ευρώπη από πολλούς μήνες και ο πληθωρισμός τρέχει 3,4% στην Ευρωζώνη –σε 12μηνη βάση- κυρίως λόγω των τιμών ενέργειας.
Στην Ελλάδα όμως τα χειρότερα τώρα έρχονται, αφού η αύξηση του τιμαρίθμου ήταν μεν πολύ χαμηλότερη (2,3% σε 12μηνη βάση) αλλά διπλάσια από τον Αύγουστο (1,2%). Και σε μηνιαία βάση, το άλμα τιμών στην Ελλάδα (2,3%) ήταν το μεγαλύτερο σε όλη την Ευρωζώνη.
Όλα αυτά εξηγούν και σπουδή της κυβέρνησης (με την επιστολή Σταϊκούρα-Σκρέκα στο Eurogroup) αλλά και την αμηχανία των ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών, επειδή το κόστος παραγωγής διογκώνεται σε μη βιώσιμα επίπεδα, ενώ παράλληλα το διαθέσιμο για κατανάλωση εισόδημα «ροκανίζεται».
Για την ελληνική οικονομία μάλιστα, η «απογείωση» της οποίας οφείλεται κυρίως στην αυξημένη τουριστική δαπάνη των ξένων επισκεπτών της, η ακρίβεια που μαστίζει διεθνώς τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά θα μπορούσε να φρενάρει την ανάκαμψη της χώρα μας. Και κάπως έτσι, στην κυβέρνηση καταλήγουν στη διαπίστωση ότι πρέπει και η ελληνική μεσαία τάξη να αντέξει κατά το δυνατόν περισσότερο στις πιέσεις που ασκούνται παγκοσμίως λόγω του αυξημένου ενεργειακού κόστους, στο βαθμό τουλάχιστον που και οι δημοσιονομικές αντοχές θα το επιτρέψουν.
Διαβάστε ακόμη
Όμιλος Σαρακάκη: Με δυνατές «άμυνες», αλλά και «ουδέν νεώτερον» για τα δάνεια