© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της γεωφυσικής της μορφολογίας, βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι θαλασσίων δρόμων. Όπως ήταν φυσικό ανέπτυξε τη ναυτιλίας της και ελέγχει το 21% του παγκόσμιου στόλου και το 53% του ευρωπαϊκού . Μαζί με αυτή ανέπτυξε και τις παράλληλες δραστηριότητες μία από τις οποίες είναι ο εφοδιασμός πλοίων τόσο με είδη που ενσωματώνονται στα πλοία όσο και με είδη που χρησιμοποιούνται σ’ αυτά είτε για τη λειτουργία τους είτε για κατανάλωση ή χρήση από το πλήρωμα ή τους επιβάτες.
Το εφοδιαστικό εμπόριο αναπτύχθηκε σημαντικά κατά τις προηγούμενες δεκαετίες προσελκύοντας πλοία τα οποία προσέγγιζαν ελληνικά λιμάνια, ή διέρχονταν στα ανοιχτά του Πειραιά (in tranzit), πολλές φορές με μοναδικό σκοπό τον εφοδιασμό τους με διάφορα προϊόντα, παρακάμπτοντας άλλα λιμάνια. Όμως ο κλάδος αντιμετωπίζει προβλήματα αφού σε αντίθεση με άλλα κράτη, καταργήθηκαν οι απαλλαγές από δασμούς και ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα τροφοεφόδια που παραδίδουν στα πλοία ελληνικές επιχειρήσεις με αποτέλεσμα οι ναυτιλιακές εταιρείες να αποφεύγουν να προμηθεύοντα εφόδια από επιχειρήσεις ξένων συμφερόντων. Πρόκειται για τροφοεφόδια που παραδίδονται σε επαγγελματικά τουριστικά σκάφη, σε πολεμικά πλοία κρατών μελών του ΝΑΤΟ, σε αλιευτικά που δραστηριοποιούνται σε διεθνή χωρικά ύδατα ή σε χωρικά ύδατα εκτός της Ελλάδος, αλλά και στα εστιατόρια και μπαρ στα πλοία της ακτοπλοΐας.
Όπως επισημαίνει ο Νίκος Μαυρίκος πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Εφοδιαστών Πλοίων και Εξαγωγέων (ΠΣΕΠΕ) «δυστυχώς, κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες η εφοδιαστική δραστηριότητα τείνει να είναι συνεχώς φθίνουσα, χωρίς να υπάρχει προοπτική αναστροφής αυτής της πορείας» και συνεχίζει:
« Ένας από τους λόγους αυτής της φθίνουσας πορείας είναι τελωνειακές παρεμβάσεις που γίνονται είτε νομοθετικά είτε με κανονιστικές πράξεις -Υπουργικές Αποφάσεις- είτε και με διοικητικές παρεμβάσεις (εγκύκλιοι ή μεμονωμένες διαταγές της κεντρικής υπηρεσίας) είτε ακόμη και με πράξεις των περιφερειακών τελωνειακών υπηρεσιών, ερμηνεύοντας «κατά το δοκούν» νομοθετικές ή κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, οι οποίες πολλές φορές είναι ασαφείς και επιτρέπουν οποιαδήποτε ερμηνεία.
Δημιουργήθηκε έτσι, πάρα το γεωγραφικό μας πλεονέκτημα και την ναυτική μαs παράδοση, ένα άνισο -πέραν της υπέρμετρης φορολογίας και της ανυπαρξίας τραπεζικού συστήματος- επιχειρηματικό περιβάλλον μεταξύ των Ελλήνων εφοδιαστών και άλλων κρατών μελών Ε.Ε.»
Όπως υπογραμμίζει «η απαλλαγή από δασμούς και φόρους των ειδών που παραδίδονται στα πλοία είναι κεφαλαιώδους σημασίας, καθόσον η επιβάρυνση των ειδών αυτών με δασμούς ή και φόρους, αυξάνει το κόστος των εμπορευμάτων και μειώνει την ανταγωνιστικότητα των εφοδιαστικών επιχειρήσεων» και εξηγεί:
«Τα πλοία γραμμών εξωτερικού που εκτελούν διεθνείς πλόες, έχουν τη δυνατότητα, σε περίπτωση που βρίσκουν τις τιμές υψηλότερες από αυτές που ισχύουν σε άλλα λιμάνια, να κάνουν τις παραγγελίες τους για εφοδιασμό στα λιμάνια που επιτυγχάνουν τις χαμηλότερες τιμές για όμοια προϊόντα. Με άλλα λόγια, ο εφοδιασμός πλοίων γραμμών εξωτερικού είναι μία εξωστρεφής οικονομική δραστηριότητα και από οικονομική άποψη και όχι τελωνειακή εξομοιώνεται με την εξαγωγή.
Κατά συνέπεια, η δυνατότητα προμήθειας στη διεθνή αγορά, οδήγησε όλες τις χώρες να καθιερώσουν απαλλαγή από δασμούς και φόρους όλων των εφοδίων, προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των παραγόντων της ναυτιλίας να προμηθεύονται τα ως άνω εφόδια από τους φορείς της δικής τους αγοράς στο πλαίσιο του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Αντιθέτως, στην Ελλάδα, νομοθετικές και διαδικαστικές ρυθμίσεις περιόρισαν σημαντικά τον εφοδιασμό πλοίων γραμμών εξωτερικού και ώθησαν τις ναυτιλιακές εταιρείες να απευθύνονται σε εφοδιαστές εγκατεστημένους σε άλλα κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες για τον εφοδιασμό τους με τα απαραίτητα είδη για το πλοίο το πλήρωμα ή τους επιβάτες».
Ο Νίκος Μαυρίκος στη συνέχεια αναφέρεται στις νομοθετικές τροποποιήσεις που έγιναν και διαστρέβλωσαν την αγορά για τους Έλληνες εφοδιαστές πλοίων. Πιο συγκεκριμένα:
1. Με νομοθετικές τροποποιήσεις καταργήθηκε η απαλλαγή από δασμούς και ΕΦΚ για τα τροφοεφόδια που παραδίδονται σε επαγγελματικά τουριστικά σκάφη που εκτελούν κυκλικά ταξίδια στα ελληνικά νησιά και καταλήγουν σε λιμάνια της Τουρκίας, καθώς και σε αλιευτικά πλοία που αλιεύουν σε διεθνή ύδατα ή χωρικά ύδατα άλλων χωρών.
Η κατάργηση της απαλλαγής ισχύει μόνο για τον εφοδιασμό των ως άνω πλοίων από ελληνικές εφοδιαστικές επιχειρήσεις, καθόσον για τις εφοδιαστικές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη ισχύουν οι απαλλαγές της νομοθεσίας που ισχύει στα άλλα κράτη μέλη και όχι αυτές που προβλέπονται από την ελληνική νομοθεσία.
2. Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καταργήθηκε η απαλλαγή από δασμούς και ΕΦΚ για τα τροφοεφόδια που παραδίδονται σε ξένα πολεμικά πλοία χωρών μη μελών του ΝΑΤΟ.
3. Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καταργήθηκε η απαλλαγή από ΦΠΑ και ΕΦΚ των τροφοεφοδίων που πωλούνται σε επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται χώρους κρουαζιεροπλοίων ως εστιατόρια ή μπαρ για τη σίτηση και την ψυχαγωγία του πληρώματος και των επιβατών.
4. Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καθιερώθηκε διπλή τελωνειακή διαδικασία για τα μη ενωσιακά εμπορεύματα που προορίζονται για εξοπλισμό και εφοπλισμό του πλοίου, η οποία συνίσταται σε μία διασάφηση εισαγωγής με το Ειδικό Καθεστώς του Ειδικού Προορισμού και στη συνέχεια κατάθεση διασάφησης εξαγωγής για την παράδοση των εμπορευμάτων στο πλοίο.
Η ερμηνεία αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις ισχύουσες διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα και τις κατευθυντήριες γραμμές (guidelines) της Γενικής Δ/νσης Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (TAXUD) όπου αναφέρεται με σαφήνεια ότι η διαδικασία για τον εφοδιασμό πλοίων με εφόδια που απαλλάσσονται από κάθε φορολογική επιβάρυνση συνίσταται στην κατάθεση διασάφησης εξαγωγής για τα ενωσιακά εμπορεύματα και διασάφησης επανεξαγωγής για τα μη ενωσιακά εμπορεύματα».
Όπως τονίζει ο πρόεδρος των Εφοδιαστών Πλοίων «πέραν της νομικής αντίθεσης με την ενωσιακή νομοθεσία η ως άνω ρύθμιση επιβαρύνει τις ελληνικές εφοδιαστικές επιχειρήσεις που εφοδιάζουν πλοία με μη ενωσιακά εμπορεύματα με εφαρμογή διπλών τελωνειακών διαδικασιών, με καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της διαδικασίας εφοδιασμού και την επιβάρυνση των επιχειρήσεων με διάφορα διαδικαστικά έξοδα, που οδηγούν σε οικονομική επιβάρυνση και αύξηση του κόστους των εμπορευμάτων και μείωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών εφοδιαστικών επιχειρήσεων» και συμπληρώνει:
«Αποτέλεσμα αυτών των ρυθμίσεων είναι να στρέφονατι οι εφοδιασμοί σε επιχειρήσεις εφοδιασμού που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη σε βάρος των ελληνικών εφοδιαστικών επιχειρήσεων. Σε πολλές δε περιπτώσεις οι εφοδιασμοί πραγματοποιούνται στα λιμάνια της χώρα μας από εφοδιαστές άλλων χωρών».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Πανελληνίου Συλλόγου Εφοδιαστών Πλοίων και Εξαγωγέων οι αρνητικές συνέπειες που δημιουργούνται είναι:
1. Απώλεια εισοδήματος τόσο για τις εφοδιαστικές επιχειρήσεις όσο και για το κράτος, το οποίο στερείται των εσόδων από τη φορολόγηση του εισοδήματος,
2. Στις θέσεις εργασίας,
3. Στην διάχυση των ελληνικών προϊόντων,
4. Στην εισροή συναλλάγματος
«Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητη η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των εφοδιαστών πριν είναι πολύ αργά για όλους όσοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο» υπογραμμίζει.