Το δικό τους «πάνθεον» έχουν οι Έλληνες που έγραψαν ιστορία στη παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία αφήνοντας το δικό τους ξεχωριστό αποτύπωμα. Οι σύγχρονοι “παράλληλοι βίοι” καταγράφονται στο «Greek Shipping Hall of Fame».
Λόγω της πανδημίας η εφετινή εκδήλωση πραγματοποιήθηκε χθες διαδικτυακά. Ανακοινώθηκαν τα ονόματα δυο ακόμη Ελλήνων που εισήλθαν στο Hall of Fame ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό τους σε 32. Πρόκειται για τους Περικλή Παναγόπουλο και Γιώργο Ρ. Βεργωτή.
Πρόκειται για προσωπικότητες που δεν κατάφεραν πολλά μόνο για τη γενιά τους άλλα χάραξαν ρότα και για τις επόμενες γενιές. Ταξίδεψαν σε ανεξερεύνητα νερά και δημιούργησαν θαλάσσια περάσματα για όλους όσοι ακολούθησαν. Η Ελλάδα σήμερα αποτελεί το κέντρο για την παγκόσμια ναυτιλιακή κοινότητα. Η ναυτιλιακή βιομηχανία είναι στην Ελλάδα ότι η Wall Street για στη Νέα Υόρκη η οινοποιία για τη Γαλλία, ότι η τεχνολογία στη Σίλικον Βάλει.
Το Πάνθεον της Ελληνικής Ναυτιλίας είναι ένας ανεξάρτητος, μη-κερδοσκοπικός οργανισμός αφιερωμένος στην δυναμική ελληνική ναυτιλία και τους ανθρώπους που τη διαμόρφωσαν.
Ένα σημαντικό ποσό από τα έσοδα της βραδιάς δόθηκαν στο Ίδρυμα «Hellenic Hope», το οποίο έχει αγκαλιάσει 3.500 παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Τα 13 αυτά χρόνια συγκεντρώθηκε μέσω δωρεών πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ. Με δωρεές από ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες φροντίζει, μεταξύ άλλων, τη σίτιση και τη μόρφωσή τους, την εξασφάλιση υγειονομικών υποδομών ενώ βοηθάει τα παιδιά στη συνέχιση των σπουδών σε πανεπιστημιακό επίπεδο με υποτροφίες.
Η γέννηση μίας ιδέας
Το «Greek Shipping Hall of Fame», γεννήθηκε ως ιδέα το 2007. Έχουν προηγηθεί στα 12 χρόνια ύπαρξης του Πάνθεου της Ελληνικής Ναυτιλίας άλλοι 28. Κατά σειρά εισαγωγής είναι οι: Αντώνης Ι. Αγγελικούσης, Καθηγητής Στρατής Γ. Ανδρεάδης, Παναγής Βαλλιάνος, Βασίλης Π. Γουλανδρής, Λεωνίδας Α. Εμπειρίκος, Ευγένιος Ευγενίδης, Περικλής Γ. Καλλιμανόπουλος, Γιάννης Μ. Καρράς, Νικόλαος I. Κοτζιάς, Εμμανουήλ Ε. Κουλουκουντής, Κάπταιν Βασίλης Κ. Κωνσταντακόπουλος, Κώστας Μ. Λαιμός, Γιάννης Σ. Λάτσης, Γεώργιος Π. Λιβανός, Σταύρος Γ. Λιβανός, Σταύρος Σ. Νιάρχος Μιχαήλ Κ. Περατικός, Αλέξανδρος Γ. Τσαβλίρης , Αντώνιος Ι. Χανδρής, Αριστοτέλης Ωνάσης, Γιάννης Ν. Γουλανδρής, Άλκιμος Γ.Γράτσος , Γιάννης Κ. Καρράς, Σταύρος Νταϊφάς, Γιώργος Λ.Δανιόλος, Νικόλαος Δ. Λυκιαρδόπουλος, Αλέκος Ν. Γουλανδρής, Βασίλης Μ. Μαυρολέων, Γεώργιος Κουμάνταρος και Ιωάννης Π.Γουλανδρής.
Οι φετινοί εισακτέοι στο πάνθεον
Περικλής Παναγόπουλος
Ο Περικλής Παναγόπουλος ξεχώρισε ανάμεσα σε διακεκριμένους Έλληνες εφοπλιστές της ηλικίας του ως πραγματικός επιχειρηματίας και καινοτόμος. Η φήμη του εκτοξεύτηκε ως ιδρυτής, πρώτα, της Royal Cruise Line, και αργότερα της εταιρίας επιβατηγών της Attica Group, ενώ ήταν επίσης αξιοσέβαστος ως εφοπλιστής πλοίων ξηρού φορτίου.
Ωστόσο, καμία από τις επιτυχίες του δεν ήρθε εύκολα και η ναυτιλιακή του καριέρα χτίστηκε μόνο μετά την υπέρβαση μιας τραγικής παιδικής ηλικίας.
Ο Παναγόπουλος είχε τις ρίζες του στην Μεσσηνία της Πελοποννήσου και η άμεση οικογένειά του δεν είχε καμία σχέση με τις θαλάσσιες δραστηριότητες. Ο πατέρας του είχε ένα ξενοδοχείο στο κέντρο της Αθήνας, αλλά έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν το ξενοδοχείο κατασχέθηκε από τους Ναζί.
Ωστόσο, ο Ευγένιος Ευγενίδης ήταν μακρινός συγγενής της οικογένειας. Μετά τον πόλεμο, ο θρυλικός πλοιοκτήτης, εγκαταστημένος στην Ελβετία, πήρε τον νεαρό τότε Περικλή υπό την προστασία του.
Ο Παναγόπουλος πέρασε τις σχολικές διακοπές στα πλοία και στα γραφεία του μέντορά του. Η μαθητεία κάλυψε όλες τις ναυτιλιακές δραστηριότητες του Ευγενίδη, συμπεριλαμβανομένων των υπερατλαντικών επιβατικών υπηρεσιών της Home Lines, καθώς και των πλοίων ξηρού φορτίου και ψυγείων.
Ο Ευγενίδης, ο οποίος δεν είχε δικά του παιδιά, αναγνώρισε το ταλέντο και την ορμή του νεαρού Παναγόπουλου. Επίσης, μετέδωσε στον προστατευόμενό του μια τελειομανή νοοτροπία. Φαινόταν πως ο Παναγόπουλος ξεπρόβαλε ως πιθανός κληρονόμος της επιχείρησής του, αλλά οποιαδήποτε πιθανότητα γι’αυτό ναυάγησε με τον ξαφνικό θάνατο του Ευγενίδη το 1954.
Για μια περίοδο μετά το θάνατο του Ευγενίδη, ο Παναγόπουλος συνέχισε με την Home Lines, αλλά η απογοήτευση τον είχε καταβάλει και τελικά παραιτήθηκε, χωρίς να έχει προγραμματίσει το επόμενό του βήμα. Μέσα από μια τυχαία συνάντηση, όμως, προσελήφθη σχεδόν αμέσως από τον Χαράλαμπο Κιοσέογλου, επίσης πρώην στέλεχος της Home Lines, ο οποίος είχε δημιουργήσει μια νέα επιχείρηση κρουαζιέρας, την Sun Line.
Ο Παναγόπουλος έγινε γενικός διευθυντής της Sun Line και εκεί απέκτησε την επιπλέον αυτοπεποίθηση να σκεφτεί να ξεκινήσει την δική του επιχειρηματική καριέρα.
«Ως νεαρός άνδρας, ήξερα ότι ο ρόλος μου ήταν να μάθω», είχε πει ο Παναγόπουλος. «Καθώς οι γνώσεις και η εμπειρία μου μεγάλωναν, άρχισα να βλέπω την επιχείρηση κρουαζιέρας και να την καταλαβαίνω με έναν νέο τρόπο. Κατέληξα να πιστεύω ότι είχα ιδέες και γνώσεις που θα μπορούσαν να την κάνουν καλύτερη. Αφού είχα μάθει τα θεμελιώδη, σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να είμαι το μέλλον της».
Το 1971, ο Παναγόπουλος συνίδρυσε τη Royal Cruise Line με τον Barney Ebsworth, επιχειρηματία στον κλάδο του τουρισμού από το St. Louis. Στις πολλές καινοτομίες της RCL περιελαμβάνεται και η, κοινότυπη πλέον, λύση του πακέτου αέρα-θάλασσας για κρουαζιέρες.
Παρά την συμβολή των ναυτιλιακών του γνώσεων και πολλών εκ των καινοτόμων ιδεών, ο Παναγόπουλος δεν θα μπορούσε δικαίως να ονομαστεί ιδιοκτήτης της RCL τα πρώτα χρόνια. Ο Ebsworth, ο οποίος είχε συνεισφέρει το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου και ενήργησε ως ναυλωτής του πρώτου πλοίου, ήταν πλειοψηφικός μέτοχος στην νέα γραμμή κρουαζιέρας.
Το πρώτο πλοίο της εταιρίας, το Golden Odyssey, κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Helsingor της Δανίας και σχεδιάστηκε για να μεταφέρει 450 επιβάτες, ακριβώς την ίδια χωρητικότητα του νέου, τότε, αεροπλάνου Boeing 747. Παραδόθηκε το 1972 και ενσωμάτωσε πολλές νέες ιδέες σε μορφή κύτους, δομικά υλικά, εγκαταστάσεις καμπίνας και υπηρεσίες εν πλω. Πολλές από τις καινοτόμες ιδέες υιοθετήθηκαν σύντομα από ανταγωνιστές της εταιρίας.
Αργότερα, υπό τον πλήρη έλεγχο του Παναγόπουλου, η RCL απέκτησε δύο ακόμη πλοία. Το πρώτο ήταν το Doric, ένα μετασκευασμένο μεταχειρισμένο πλοίο της πρώην Home Lines, το οποίο μετετράπη το 1982 στο χωρητικότητας 850 επιβατών Royal Odyssey.
Με το IPO του 1987, και την ταχεία επέκταση της Carnival Cruise Line, η βιομηχανία άλλαζε γρήγορα, ωστόσο. Ο Παναγόπουλος είχε πλήρη επίγνωση της ανάγκης για ανάπτυξη. Μια παραγγελία για έως και δύο κρουαζιερόπλοια επόμενης γενιάς τοποθετήθηκε στο ναυπηγείο Meyer Werft της Γερμανίας και είχε ως αποτέλεσμα την παράδοση του Crown Odyssey, χωρητικότητας 1,052 επιβατών, το 1988. Το πλοίο ήταν γεμάτο καινοτομίες που απέρρεαν από την έμμονη προσοχή του Παναγόπουλου στην λεπτομέρεια και την δημιουργική ενέργεια, αλλά τα σχέδια για ένα αδελφό πλοίο ακυρώθηκαν.
Ο Παναγόπουλος ήταν καινοτόμος, αλλά και ρεαλιστής. Προβλέποντας μείωση των κερδών και σκληρότερο ανταγωνισμό στο μέλλον, το 1989 πουλά την RCL στην Kloster Cruise σε τιμή περίπου 250 εκατομμύρια δολλαρίων, μια κίνηση που ανάμενε μια πολύ ευρύτερη παγκόσμια ενοποίηση της κρουαζιέρας που θα ερχόταν σύντομα.
Ένα συναρπαστικό νέο κεφάλαιο ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1992 όταν απέκτησε τους Κυλινδρόμυλους Αττικής, μια αδρανή εταιρία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Για πρώτη φορά άνοιξε την πρόσβαση σε δημόσια κεφάλαια για τα δικά του σχέδια. Μετονόμασε τη εταιρία Επιχειρήσεις Αττικής, που σύντομα επικεντρώθηκε στον τομέα των επιβατηγών.
Αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες μιας Αδριατικής θαλάσσιας γέφυρας παρακάμπτοντας τη χερσαία διαδρομή μέσω των Βαλκανίων, ο Παναγόπουλος και ο γιος του Αλέξανδρος εγκαινίασαν την Super Fast Ferries. Ήταν τα πρώτα νέα πλοία που κατασκευάστηκαν ποτέ για τη γραμμή Ελλάδας-Ιταλίας και ξεκίνησαν ένα στόλο 12 νεότευκτων SuperFast.
Η SuperFast καθιερώθηκε αργότερα στην Βαλτική και την Βόρεια Θάλασσα και οι Επιχειρήσεις Αττικής εισήλθε επίσης στις ελληνικές εγχώριες συναλλαγές αναλαμβάνοντας τον έλεγχο ενός ανταγωνιστή, της Strintzis Lines, η οποία μετονομάστηκε σε Blue Star Ferries.
Μέσα σε μόλις επτά χρόνια, η εταιρία, μετονομασμένη πλέον σε Attica Group, είχε εισαγάγει 17 μεγάλα νεότευκτα πλοία και θα μπορούσε να διεκδικήσει την πρωτιά ως πανευρωπαϊκή ακτοπλοϊκή εταιρία.
Το 2007, ο Παναγόπουλος πούλησε την Attica στον όμιλο Marfin. Αν και την απόφασης προηγήθηκαν σημαντικά προβλήματα προσωπικής υγείας, η εκποίηση ήταν προνοητική, αφού ήλθε δύο χρόνια πριν από την κατάρρευση της αγοράς το 2009.
Αλλά το 2009 ο Παναγόπουλος υπέστη ένα σοβαρό προσωπικό τραύμα, όταν απήχθη από ένοπλους έξω από το σπίτι του και κρατήθηκε αιχμάλωτος για οκτώ ημέρες. Ήδη ένας θρύλος στους ναυτιλιακούς κύκλους, έγινε γνωστός σε ένα ευρύτερο κοινό για την χαρακτηριστική χάρη και αξιοπρέπεια με την οποία βγήκε από αυτή την δοκιμασία.
Παράλληλα με τις ακτοπλοϊκές του δραστηριότητες, δραστηριοποιήθηκε στην μεταφορά χύδην φορτίου μέσω της Magna Marine, η οποία ιδρύθηκε το 1991. Το 2019, όταν ο Παναγόπουλος φεύγει από τη ζωή έπειτα από μακρά ασθένεια, ο στόλος της Magna είχε οκτώ πλοία.
Γιώργος Ρ. Βεργωτής
Ο Γεώργιος Ρ. Βεργωτής γεννήθηκε το 1893 στην Κεφαλονιά, μέλος μιας οικογένειας με ναυτιλιακές παραδόσεις ανιχνεύσιμες ήδη από το 1583, όπως αποδεικνύεται από μια διαιτησία εκείνο το έτος με έναν ιδιοκτήτη φορτηγού πλοίου.
Ήταν ο τρίτος γιος και πέμπτο παιδί του Χαράλαμπου («Ρόκου») Βεργωτή (1842-1924), ο οποίος είχε συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση στην ναυτιλία και την οδήγησε από την εποχή του πανιού στον ατμό.
Ο Γεώργιος Βεργωτής γεννήθηκε στα Κουρκουμελάτα και από τα πρώτα παιδικά του χρόνια ζούσε και ανάσαινε την θάλασσα μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα από το σπίτι της οικογένειάς του.
Πέρασε τα πρώτα του χρόνια στην αγαπημένη του Κεφαλονιά όπου ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευσή του. Ωστόσο, ο Ρόκος Βεργωτής ήθελε την καλύτερη εκπαίδευση για τα παιδιά του. Έτσι, έστειλε το Γεώργιο Βεργωτή στην κοσμοπολίτικη Κωνσταντινούπολη όπου φοίτησε στην Ροβέρτειο Σχολή, όπου και έμαθε αρκετές γλώσσες.
Η επόμενη προφανής επιλογή στην επίσημη εκπαίδευσή του ήταν η περιβόητη Εμπορική Ακαδημία της Μασσαλίας, που τον εξόπλισε με την θεωρία και την πρακτική γνώση της ναυτιλίας, που θα τον εξυπηρετούσε στην μελλοντική του καριέρα.
Ως την αποφοίτησή του, η οικογένεια είχε καθιερώσει γραφείο στην Bute Street του Κάρντιφ. Στο λιμάνι της Ουαλίας είχε εγκατασταθεί μια μεγάλη κοινότητα ελληνικών ναυτιλιακών γραφείων, ώστε να παρακολουθούν στενά τα πλοία τους που ασχολούνταν με το εμπόριο κάρβουνου. Μετά την ένταξή του στην οικογενειακή επιχείρηση, ο Γεώργιος Βεργωτής βρέθηκε να διαχειρίζεται το γραφείο της Vergottis Ltd κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Γεράσιμος, πέθανε το 1921 και τρία χρόνια αργότερα η εταιρία μεταφέρθηκε στο Λονδίνο. Μαζί με τους αδελφούς του Παναγή και Ανδρέα, ο Γεώργιος αγόρασε αρκετά πλοία σε χαμηλές τιμές μεταξύ του 1928 και του 1933, συμπεριλαμβανομένων των φορτηγών Αιγαίον, Σπύρος, Ρόκος και Ικάριον.
Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1930, ο Γεώργιος Βεργωτής επέκτεινε τις δραστηριότητές του στην Νέα Υόρκη όπου εγκαταστάθηκε και έγινε ιδιαίτερα σεβαστός στους εκεί ναυτιλιακούς κύκλους για τις βαθιές ναυτιλιακές του γνώσεις, την ακεραιότητα, την εφευρετικότητα και την γενναιοδωρία του.
Διατηρώντας τα γραφεία του Λονδίνου και του Πειραιά, ίδρυσε την Universal Maritime Carriers. Μέχρι το 1940, το γραφείο του διαχειριζόταν 12 πλοία.
Αρκετά από τα πλοία του Βεργωτή τέθηκαν στην υπηρεσία των συμμαχικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος προκάλεσε βαρύ πλήγμα στον ελληνικό εμπορικό στόλο. Η Universal έχασε πάνω από το ήμισυ του στόλου της, χάνοντας τα πλοία Ικάριον, Αιγαίον, Σπύρος, Ανδρέας, Έμμυ, Μεμάς και Ρόκος Βεργωτής.
Στο τέλος του πολέμου, ο Βεργωτής έπαιξε καθοριστικό ρόλο, μαζί με άλλους κορυφαίους εφοπλιστές με έδρα την Νέα Υόρκη, στην αναβίωση της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας μέσω της απόκτησης πολεμικών πλεοναζόντων αμερικανικών πλοίων Liberty. Σε αναγνώριση της συμβολής του στην πολεμική προσπάθεια και των απωλειών που υπέστη, η Universal ήταν σε θέση να προσθέσει στον στόλο της τρία από τα 98 Liberty που διατέθηκαν σε Έλληνες πλοιοκτήτες. Αυτά μετονομάστηκαν στους αρχαίους Έλληνες ήρωές του: Θεμιστοκλής, Περικλής και Δημοσθένης. Ένα τέταρτο πλοίο Liberty, που μετονομάστηκε σε Ionian Trader, αποκτήθηκε από την ανοικτή αγορά.
Στα μεταπολεμικά χρόνια, η Universal αποχώρησε δυναμικά από προηγούμενες οικογενειακές ναυτιλιακές επιχειρήσεις της οικογένειας Βεργωτή.
Η αγορά ενός πλεονάζοντος πολεμικού δεξαμενόπλοιου Τ2, οδήγησε το Βεργωτή στην αγορά δεξαμενόπλοιων, όπου ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες εφοπλιστές που σφυρηλάτησαν σχέσεις με μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες.
Εντοπίζοντας μια αυξανόμενη ζήτηση για δεξαμενόπλοια, είδε μια ευκαιρία να επεκτείνει το στόλο του με νεότευκτα που παραγγέλθηκαν από τη νεοσύστατη ιαπωνική ναυπηγική βιομηχανία την οποία αξιολόγησε ως ικανή να κατασκευάσει γρήγορα και αξιόπιστα δεξαμενόπλοια σύμφωνα με τις προδιαγραφές του. Μεταξύ των ετών 1952 και 1966, η Universal παρέλαβε επτά δεξαμενόπλοια και έξι πλοία ξηρού φορτίου από τα ναυπηγεία Mitsubishi και Nippon-Kokan.
Αν και με έδρα τη Νέα Υόρκη και σε θέση να επισκεφθεί το νησί καταγωγής του σπάνια, ο Βεργωτής ήταν ένας πατριώτης Έλληνας και Κεφαλλονίτης. Μέχρι τη δεκαετία του 1960, η εταιρία είχε ένα στόλο περίπου 20 πλοίων, όλα με το πρόθεμα «Ιόνιον».
Οι στενοί δεσμοί με το νησί του περιελάμβαναν την χρήση Κεφαλλονιτών ναυτικών για την επάνδρωση των πλοίων του. Υπήρχαν περιπτώσεις ακόμη και τριών γενεών της ίδιας οικογένειας που υπηρετούσαν το στόλο με διάφορες ειδικότητες. Τα πλοία της Universal θεωρούνταν από τους ναυτικούς μεταξύ των καλύτερων για να εργαστούν.
Ο Βεργωτής ήρθε ακόμα πιο κοντά στην γενέτειρά του με τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε το νησί τον Αύγουστο του 1953, ισοπεδώνοντας την πλειοψηφία των κτιρίων του νησιού. Η άμεση αντίδρασή του ήταν να στείλει τηλεγράφημα στους συντοπίτες του στα Κουρκουμελάτα, λέγοντας: «Μην ανησυχείτε για τα σπίτια σας. Θα ξαναχτίσουμε το χωριό μας καλύτερα, πολύ καλύτερα από πριν».
Τήρησε το λόγο του και τα επόμενα χρόνια προσέφερε τον πλούτο και τις υπηρεσίες του για να ανακατασκευάσει το χωριό του και να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση των υποδομών της πρωτεύουσας, του Αργοστολίου.
Οργάνωσε την άμεση στέγαση των αστέγων σεισμοπαθών και σε λιγότερο από πέντε χρόνια είχε κατασκευάσει 50 νέα σπίτια, μια όμορφη εκκλησία, ένα σχολείο, ένα αστυνομικό τμήμα, ένα εστιατόριο, ένα ιατρείο, ένα στάδιο, και ένα υπέροχο πολιτιστικό κέντρο που έκανε τα Κουρκουμελάτα το στολίδι της Κεφαλονιάς. Ανακαίνισε επίσης εκκλησίες σε κοντινά χωριά. Στο Αργοστόλι, χρηματοδότησε την κατοικία του Μητροπολίτη, το στάδιο, την Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη και άλλα δημόσια κτίρια.
Τον Δεκέμβριο του 1964, η Ακαδημία Αθηνών απένειμε στον Γεώργιο Βεργωτή την υψηλότερη τιμή της, το χρυσό μετάλλιο, ως μεγάλο ευεργέτη της Κεφαλονιάς. Ο Βεργωτής πίστευε ότι απλά έκανε το καθήκον του προς τους συμπατριώτες του νησιώτες σε μια εποχή μεγάλης ανάγκης.
Το 1938 ο Βεργωτής είχε παντρευτεί την Μαρία Μαρινίδη, προστάτιδα των τεχνών. Μετά τον θάνατο του τον Αύγουστο του 1965, η Μαρία δημιούργησε το Ίδρυμα Γεωργίου Βεργωτή στην μνήμη του. Το ίδρυμα αυτό, μαζί με το Ίδρυμα Γεωργίου και Μαρίας Βεργωτή, συνεχίζουν την φιλανθρωπική του παράδοση μέχρι σήμερα.