Kαθηγητής Διοίκησης Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων στο Τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, γ.γ. σε δύο υπουργεία, Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και κατόπιν στο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου ο Γιάννης Θεοτοκάς, είναι από τους πιο κατάλληλους να μιλήσει για το θαύμα της ελληνικής ναυτιλίας. Μιλώντας στο “Newmoney” αποκαλύπτει τα μυστικά της επιτυχίας της ελληνικής ναυτιλιακής επιχείρησης μέσα από το είδος της διοίκησης της, το άνοιγμά της σε νέες αγορές, το μέγεθος του στόλου και τις νέες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο περιβάλλον.
Κε Θεοτοκά πρόσφατα επανακυκλοφόρησε σε γ΄ έκδοση το βιβλίο σας “Οργάνωση και Διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων” που είναι τροφή για σκέψη όσο αφορά το μέλλον στην πλέον ανταγωνιστική βιομηχανία. Καταρχήν ποιες είναι οι νέες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει μία εταιρεία στην εποχή μας;
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις είναι πολλές, όμως, χωρίς αμφιβολία, οι σημαντικότερες είναι η απανθρακοποίηση (decarbonization) και η προσαρμογή στις απαιτήσεις που δημιουργεί η ψηφιοποίηση (digitalization). Η πρώτη είναι πρόκληση που αναφέρεται στις σχέσεις της ναυτιλίας με το περιβάλλον και στην ανάγκη ανταπόκρισής της σε κοινωνικές προσδοκίες ενώ η δεύτερη είναι πρόκληση που δημιουργείται από την ανάγκη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας μέσω της υιοθέτησης των δυνατοτήτων που δίνουν οι νέες τεχνολογίες. Και οι δύο προκλήσεις, πάντως, απαιτούν από τις επιχειρήσεις σημαντικές επενδύσεις σε εξοπλισμό, συστήματα και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά, ταυτόχρονα, απαιτούν και αλλαγή νοοτροπίας και αντιλήψεων καθώς θα οδηγήσουν στην υιοθέτηση διαφορετικών προσεγγίσεων στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται διαχρονικά προβλήματα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Είναι δε προκλήσεις που για την επιτυχή ανταπόκριση σε αυτές είναι απαραίτητη η δέσμευση της διοίκησης και όλων των εργαζομένων της επιχείρησης.
Η επέκταση σε νέες αγορές πόσο δύσκολη απόφαση αλλά και πόσο αναγκαία μπορεί να είναι;
Η επέκταση σε νέες αγορές, δηλαδή η διαχείριση διαφορετικών τύπων πλοίων, είναι στρατηγική επιλογή που μπορεί να προφυλάξει την επιχείρηση από απρόβλεπτες μεταβολές στις ναυλαγορές. Είναι ασφαλώς μια δύσκολη απόφαση γιατί προϋποθέτει επάρκεια κεφαλαίων προς επένδυση αλλά και διαθεσιμότητα της αναγκαίας τεχνογνωσίας για τη διαχείριση των πλοίων. Απαιτείται, επομένως, από την επιχείρηση προσεκτικός σχεδιασμός και ανοικτό πνεύμα που θα επιτρέψει την αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που μπορεί να προσφέρονται και στα δύο παραπάνω πεδία. Ιδιαίτερα ως προς την τεχνογνωσία, θα μπορούσε, για παράδειγμα, κάποιος να αναφερθεί στο παράδειγμα ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων που επεκτάθηκαν στην εξειδικευμένη αγορά των πλοίων LNG, οι οποίες, καθώς δεν διέθεταν την αναγκαία τεχνογνωσία διαχείρισης, κατέφυγαν σε εξειδικευμένες ανεξάρτητες εταιρείες διαχείρισης πλοίων, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που μπόρεσαν να αναπτύξουν εσωτερικά την αναγκαία τεχνογνωσία, οπότε ανέλαβαν οι ίδιες τη διαχείριση αυτών των πλοίων.
Ποιο είναι το κατάλληλο μοντέλο διοίκησης. Το συγκεντρωτικό ή η αποκέντρωση;
Το ποιο είναι το καταλληλότερο μοντέλο εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά της κάθε επιχείρησης, όπως η φιλοσοφία της διοίκησής της, η κουλτούρα που επικρατεί στο εσωτερικό της, η ειδίκευση των πλοίων της, η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού της κ.α. Μπορεί, πάντως, κάποιος να ισχυριστεί ότι στοιχεία του αποκεντρωτικού μοντέλου όπως είναι η οριζόντια οργάνωση, η έμφαση στην ομάδα, η χωρίς εμπόδια επικοινωνία, η ανάληψη πρωτοβουλιών από τους εργαζόμενους, και η έμφαση στην οργανωσιακή μάθηση, στο βαθμό που είναι συμβατά με τη γενικότερη επιχειρηματική φιλοσοφία της επιχείρησης, συμβάλλουν στην ανθεκτικότητα και την ευελιξία της επιχείρησης και μπορούν να οδηγήσουν στη μακροχρόνια επιτυχία. Ωστόσο, θα υποστήριζα ότι, ειδικότερα χαρακτηριστικά της ναυτιλίας, όπως είναι η ανάγκη για ταχεία λήψη αποφάσεων και αξιοποίηση της συγκυρίας, οδηγούν στην ανάγκη για υιοθέτηση συνδυαστικών μοντέλων που ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε επιχείρησης.
Το μέγεθος του στόλου που διαχειρίζεται η επιχείρηση έχει σημασία για την επιτυχία της;
Χωρίς αμφιβολία οι επιχειρήσεις με μεγαλύτερους στόλους πλεονεκτούν σε τρία τουλάχιστον πεδία. Το πρώτο είναι η δυνατότητα διαφοροποίησης του στόλου και διαχείρισης πλοίων διαφορετικού τύπου ή μεγέθους μεταφορικής ικανότητας, άρα η προστασία από τις απρόβλεπτες διακυμάνσεις στις διάφορες ναυλαγορές. Το δεύτερο είναι το πεδίο της εμπορικής διαχείρισης των πλοίων και η δυνατότητα υλοποίησης μιας περισσότερο ισορροπημένης στρατηγικής στις ναυλώσεις, η οποία μπορεί, για παράδειγμα, να περιλαμβάνει χρονοναυλώσεις μεσαίας και μακράς διάρκειας, συμμετοχή σε pools και ναυλώσεις κατά ταξίδι, προστατεύοντας την επιχείρηση από τις διακυμάνσεις στις ναυλαγορές, δίνοντας όμως ταυτόχρονα τη δυνατότητα για αξιοποίηση των ευνοϊκών συγκυριών που τυχόν εμφανίζονται σε αυτές. Το τρίτο είναι το πεδίο της λειτουργικής διαχείρισης και συνδέεται με τη μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη και το πιθανά μειωμένο κόστος διαχείρισης των πλοίων, που μπορεί να προσφέρει ο μεγάλος αριθμός πλοίων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Κατά συνέπεια, το μέγεθος του στόλου είναι παράγοντας που μπορεί να καθορίσει την επιτυχία της επιχείρησης, χωρίς αυτό βεβαίως να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν προοπτικές και για τις επιχειρήσεις με μικρότερους στόλους.
Το πρόβλημα αλλαγής πληρωμάτων είναι οξύτατο για την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία. Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί και ποιοι είναι οι παράγοντες που βάζουν εμπόδια;
O τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα πληρώματα δείχνει τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις δυσκολίες που έχει το ναυτικό επάγγελμα. Αν οι παγκόσμιες μεταφορικές αλυσίδες λειτουργούν απρόσκοπτα και την περίοδο της πανδημίας, αυτό οφείλεται στους ναυτικούς. Όμως, αντί για επιβράβευση, αυτό που εισπράττουν οι ναυτικοί είναι εγκλωβισμό στα πλοία, για διαστήματα που σίγουρα υπερβαίνουν το ελάχιστο που ορίζεται από τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, υπερβαίνουν και τους 15 μήνες. Ναυλωτές, κυβερνήσεις και διακυβερνητικοί οργανισμοί δεν συνειδητοποιούν ή παραβλέπουν τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει αυτή η αντιμετώπιση των πληρωμάτων, τόσο βραχυχρόνια για θέματα που συνδέονται με την υγεία των ναυτικών και την ασφάλεια των πλοίων, όσο και μακροχρόνια σε σχέση με την ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος στις νέες γενιές. Στις συνθήκες αυτές, πάντως, αυτό που απαιτείται, είναι η ουσιαστική αναγνώριση του σημαντικού ρόλου των ναυτικών από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και η ύπαρξη ενός συντονισμένου σχεδίου δημιουργίας κεντρικών σημείων αλλαγής πληρωμάτων σε επιλεγμένα λιμάνια που θα επιτρέπουν μικρής κλίμακας παρεκκλίσεις στις πορείες των πλοίων. Είναι, επίσης, αναγκαία η διαρκής επένδυση των ναυτιλιακών επιχειρήσεων στην δημιουργία συνθηκών που θα διασφαλίζουν την ευεξία και ευημερία των ναυτικών, για όσο διάστημα παραμένουν στο πλοίο. Με άλλα λόγια, να υπάρξουν συνθήκες που θα αμβλύνουν τις επιπτώσεις του παρατεταμένου εγκλεισμού στο πλοίο και δεν θα θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των ιδίων αλλά και του πλοίου.
Ποια είναι τα μυστικά επιτυχίας της ελληνόκτητης ναυτιλίας κατ’ εσάς;
Στα ‘μυστικά’ της επιτυχίας θα πρέπει κάποιος να συμπεριλάβει μια σειρά από χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τον οικογενειακό χαρακτήρα των επιχειρήσεων, το ανθρώπινο δυναμικό, με την πλούσια βάση γνώσης στη ναυτιλιακή διαχείριση, την ευελιξία και την ανθεκτικότητα στην οργάνωση και τη λειτουργία των επιχειρήσεων, την ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων και με αυτό που γενικότερα αποκαλείται hands-on management approach, στο γεγονός δηλαδή ότι, κατά κανόνα, οι πλοιοκτήτες έχουν άμεσο και πλήρη έλεγχο όχι μόνο των στρατηγικών, αλλά και των λειτουργικών πτυχών της δράσης των επιχειρήσεων τους. Αυτό το στοιχείο επιτρέπει την υλοποίηση επιχειρηματικών στρατηγικών που οδηγούν στην ταχεία αξιοποίηση των ευκαιριών, π.χ. στην αγορά των μεταχειρισμένων πλοίων, ή την αντιμετώπιση των πιθανών απειλών. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για επιχειρήσεις που έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται άμεσα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και τις προκλήσεις του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και να λειτουργούν με τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, χαρακτηριστικά που τους επιτρέπουν να αυξάνουν διαρκώς τον αριθμό των πλοίων που διαχειρίζονται και να διατηρούν σταθερά την πρώτη θέση στην παγκόσμια ναυτιλία.
Το who is who
Ο Γιάννης Θεοτοκάς είναι Καθηγητής Διοίκησης Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων στο Τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς
Είναι συγγραφέας επτά βιβλίων (πέντε από τα οποία σε συνεργασία) στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα και 46 δημοσιευμένων επιστημονικών άρθρων σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά διεθνούς κύρους και επιστημονικούς τόμους, σε θέματα σχετικά με τη Διοίκηση Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων, τη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού στη ναυτιλία, την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, την Εταιρική Διακυβέρνηση, την Καινοτομία, την Ανταγωνιστικότητα στη ναυτιλία κ.α. Έχει παρουσιάσει περισσότερες από 60 επιστημονικές εργασίες σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια.
Έχει συμμετάσχει σε σημαντικό αριθμό ευρωπαϊκών και εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων και μελετών σχετικών με την απασχόληση, την επιχειρηματικότητα και τη στρατηγική στη ναυτιλία, τη ναυτική εκπαίδευση και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ως επιστημονικός υπεύθυνος ή ερευνητής, οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ίδρυμα Νιάρχου, το Υπουργείο Ανάπτυξης, την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, την Ακαδημία Αθηνών και άλλους οργανισμούς.
Από το Σεπτέμβριο του 2015 έως το Φεβρουάριο του 2017 διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και από τον Απρίλιο έως το Σεπτέμβριο του 2015 διετέλεσε Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού.
Διαβάστε ακόμη
Γιάννης Θεοτοκάς: Τα μυστικά της επιτυχίας της ελληνικής ναυτιλίας
TUI: Η πρόβλεψη για το 2021, το νέο πακέτο στήριξης 1,25 δισ. και η συγγνώμη του CEO
Petrolina: Ποιοι είναι οι Κύπριοι που μπαίνουν στη «μάχη της αντλίας» στην Ελλάδα