Ανοιχτή κόντρα ξέσπασε σήμερα μεταξύ του Γενικού Γραμματέα της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας και του προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Θεόδωρου Βενιάμη. Στην ουσία πρόκειται για μία αντιπαράθεση για τα συνδικαλιστικά των ναυτικών η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη τους τελευταίους μήνες.
Πιο συγκεκριμένη ο γγ της ΠΝΟ Ιωάννης Χαλάς έδωσε στη δημοσιότητα ανοικτή επιστολή στην οποία μεταξύ άλλων αφού κάνει μία αναδρομή στα πεπραγμένα επί θητείας του η οποία αρχίσει από το 1993 κάνει ειδική αναφορά σε εννέα σωματεία της ΠΝΟ τα οποία προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη προκείμενου να αποχωρήσει ο ίδιος από τη θέση του πριν τις εκλογές.
Επισημαίνει: «Προσέφυγαν στο δικαστήριο και ζήτησαν την αντικατάστασή μου από τη θέση του Γενικού Γραμματέα της ΠΝΟ και τον διορισμό στη θέση αυτή του επικεφαλής της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού. Η αίτησή τους απερρίφθη από το δικαστήριο. Οι κατά τα άλλα λαλίστατοι με ανακοινώσεις τους επίδοξοι αναμορφωτές σιωπούν για την απόφαση.
-Πριν καν περάσουν την αυλόπορτα της εξουσίας έσπευσαν να σπείρουν το σπόρο της διάσπασης χωρίζοντας τα σωματεία μας σε κομματικά, ταξικά κ.λπ.»
Στη συνέχεια προχώρησε σε ευθεία σύνδεση των εννέα αυτών σωματείων με τον πρόεδρο της ΕΕΕ:
«Ο λόγος τους για την Ομοσπονδία μας και για τα σωματεία μας, όπως συνοψίζεται στο επίσημο δημοσιογραφικό όργανο της Ένωσης Πλοιάρχων, θυμίζει αντίλαλο των εισηγήσεων του Προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών» και συνεχίζει: «Παρέλειψαν βέβαια οι ίδιοι για ευνόητους λόγους να δημοσιεύσουν στο περιοδικό τους και το όραμα του Προέδρου της ΕΕΕ για τη μείωση των αποδοχών των Ελλήνων Ναυτικών -από κατώτερους αξιωματικούς και σε όλα τα πληρώματα– στο επίπεδο ναυτικών τριτοκοσμικών χωρών».
Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι πάγιο αίτημα των Ελλήνων εφοπλιστών τα τελευταία σχεδόν 10 χρόνια είναι η προσαρμογή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στα επίπεδα που ορίζει η ITF –Διεθνής Ομοσπονδία εργαζομένων στις μεταφορές – όπου υπάγονται οι ναυτικοί, ώστε να γίνει πιο ανταγωνιστική η ελληνική σημαία- ελληνικό νηολόγιο.
Τη θέση αυτή εκφράζει ο Θεόδωρος Βενιάμης. Ειδικότερα έχει επισημάνει κατά καιρούς:
«Πρέπει να κάνεις τη σημαία σου ανταγωνιστική. Πρέπει η ελληνική σημαία να είναι εξίσου ανταγωνιστική με τις ευρωπαϊκές σημαίες. Είτε λέγεται Μάλτα είτε λέγεται Κύπρος είτε λέγεται Ολλανδία είτε Γερμανία. Να γίνουμε μία από αυτές» και προσθέτει:
«Για να συμβεί αυτό πρέπει εφόσον δεν έρχονται Έλληνες για κατώτερα πληρώματα, πρέπει να φέρουμε το κόστος στο ίδιο επίπεδο που είναι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για Κίνα και Άπω Ανατολή. Λέμε για την Ευρώπη. Αυτό είναι μία απλή συνταγή. Αν μπορέσουμε και φέρουμε τα μισθολόγια των κατωτέρων
πληρωμάτων, από ανθυποπλοίαρχο και κάτω, από τρίτο μηχανικό και κάτω στα μισθολόγιο του ITF, στη διεθνή ναυτεργατική σύμβαση που επικρατεί τότε θα βρεθεί ο δρόμος για την ενίσχυση της ελληνικής σημαίας»
Μετά την αναφορά στο πρόσωπό του από τον γγ της ΠΝΟ Ιωάννη Χαλά ο Θεόδωρός Βενιάμης εξέδωσε ανακοίνωση όπου αναφέρει τα εξής:
«Όσοι υπηρετούν θεσμικούς ρόλους πρέπει να περιμένουν να κριθούν μετά την ολοκλήρωση της θητείας τους, γιατί τότε θα αποτιμηθεί η συνολική τους προσφορά. Όμως, ο Γενικός Γραμματέας προτιμά να «διαφημίζει» ο ίδιος το έργο του, στάση που τορπιλίζει την υστεροφημία που θα έπρεπε κανονικά να επιθυμεί.
Διαπιστώνω επίσης με απογοήτευση ότι ο Γενικός Γραμματέας δεν βλέπει το δάσος αλλά μόνο το δέντρο και αυτό της δικής του επιλογής. Σε κάθε περίπτωση, αδυνατώ να εντοπίσω το όραμα που υπηρετεί την τελευταία δεκαετία, εκτός κι αν αυτό είναι η φθίνουσα πορεία του ελληνικού νηολογίου και της ναυτοσύνης των Ελλήνων, και το ευρύτερο τέλμα του ναυτικού επαγγέλματος στην πατρίδα μας. Οι προσωπικές ατζέντες και φιλοδοξίες πρέπει να μην υπερτερούν του γενικού συμφέροντος του κλάδου και των μελών του οργάνου που εκπροσωπείται, αρχή που ολοφάνερα δεν πρεσβεύει ο ίδιος» και καταλήγει:
«Η ιστορία λοιπόν θα τον κρίνει και ας μην προκαταλαμβάνει αυτή με εγωκεντρικές δηλώσεις. Η ναυτιλία των Ελλήνων υπήρχε και μεγαλούργησε πριν από αυτόν και θα υπάρχει και θα μεγαλουργήσει και μετά από τη δική του ηγεσία. Το ερώτημα είναι αν οι Έλληνες ναυτικοί μας θα μπορέσουν να παραμείνουν σημαντικοί εταίροι και συνεργάτες σε αυτή την εθνική επιτυχία».