Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπόρις Τζόνσον, παρουσίασε πριν λίγο ένα σύστημα κατάταξης της χώρας σε τρεις ζώνες ανάλογα με την εξάπλωση του κορωνοϊού, στο πλαίσιο των νέων περιοριστικών μέτρων που λαμβάνει η κυβέρνησή του.
“Δεν θέλουμε να επιστρέψουμε σε ένα δεύτερο γενικό lockdown, δεν μπορούμε να αφήσουμε τον ιό να επελαύνει και έτσι ακολουθήσαμε από τον Ιούνιο μια ισορροπημένη προσέγγιση”, δήλωσε ο Τζόνσον στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Όπως μεταδίδουν οι FT το σύστημα κατάταξης της χώρας σε τρεις ζώνες θα χαρακτηρίζει τις περιοχές ως μέτριας, υψηλής ή πολύ υψηλής, επικινδυνότητας ανάλογα με την εξάπλωση του ιού.
Κάθε ζώνη θα έχει διαφορετικούς περιορισμούς με τον Τζόνσον να προτρέπει πολίτες και τοπική αυτοδιοίκηση να εφαρμόσουν τους νέους κανόνες.
Σε περιοχές που χαρακτηρίζονται ως υψηλής επικινδυνότητας άτομα από διαφορετικά νοικοκυριά δεν θα μπορούν να συναθροίζονται σε εσωτερικούς χώρους.
Σε περιοχές που χαρακτηρίζονται ως πολύ υψηλής επικινδυνότητας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η περιοχή του Λίβερπουλ, επιχειρήσεις όπως μπαρ και παμπ θα κλείσουν.
Η κυβέρνηση θα συνεργαστεί με τους ηγέτες της τοπικής αυτοδιοίκησης σε αυτές τις περιοχές για να αποσπάσει τη «συναίνεσή» τους σχετικά με το ποιες εγκαταστάσεις θα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτές, είπε. “Θέλουμε να δημιουργήσουμε τη μέγιστη δυνατή τοπική συναίνεση για αυτούς τους πιο αυστηρούς περιορισμούς .”
Ο πρωθυπουργός είπε ότι ο στόχος ήταν να διατηρηθεί το ποσοστό «R» και να κρατηθούν τα σχολεία ανοιχτά.
Πρόσθεσε ότι δεν πιστεύει ότι η σωστή πορεία θα ήταν να κλείσει σχολεία και επιχειρήσεις και να πει στους ανθρώπους να μείνουν στο σπίτι. “Θα κάναμε τέτοια ζημιά στην οικονομία μας που θα έθετε σε κίνδυνο την ικανότητά μας να χρηματοδοτούμε το NHS και άλλες δημόσιες υπηρεσίες”, είπε.
«Δεν συνιστά λύση το να αφήσουμε τον ιό να προσβάλει τους νέους και υγιείς και να απομονώσουμε τους ηλικιωμένους και ευάλωτους», είπε ο Τζόνσον κλαι πρόσθεσε «Ο ιός θα εξαπλωνόταν με τόσο μεγάλη ταχύτητα που δεν θα υπήρχε τρόπος να τον σταματήσουμε από τη διάδοσή του στους ηλικιωμένους».