Οι υψηλές τιμές στην ενέργεια που πλήττουν νοικοκυριά κι επιχειρήσεις θα τεθούν σήμερα, δεύτερη ημέρα της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, επί τάπητος, καθώς λόγω των δύσκολων συζητήσεων για το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, για το οποίο επετεύχθη συμφωνία τα μεσάνυχτα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πρόλαβαν να συζητήσουν χθες, όπως προέβλεπε η ατζέντα της Συνόδου.
Η συζήτηση σήμερα θα επικεντρωθεί γύρω από τη χρηματοδότηση του σχεδίου REPowerEU, για τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, που παρουσίασε η Επιτροπή στις 18 Μαΐου. «Πρέπει να επιταχύνουμε την ενεργειακή μας μετάβαση εάν θέλουμε να καταργήσουμε σταδιακά την εξάρτησή μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατό. Βασιζόμενοι στις αποφάσεις μας στις Βερσαλλίες, θα συζητήσουμε τους καλύτερους τρόπους για να προχωρήσουμε», αναφέρει ο Σαρλ Μισέλ στην επιστολή πρόσκλησης προς τους «27».
Σύμφωνα με διπλωματική πηγή, ορισμένα κράτη-μέλη δεν θεωρούν ότι το REPowerEU απαντά στο πιεστικό ζήτημα των τιμών της ενέργειας. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό να τεθεί εκ νέου το θέμα της μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας ανώτατου ορίου στην τιμή της ενέργειας και μιας πλατφόρμας για κοινή αγορά φυσικού αερίου στην ΕΕ. Όπως είπε ευρωπαίος αξιωματούχος, οι ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται να ζητήσουν από την Επιτροπή να εξετάσει τρόπους για να μπουν ανώτατα όρια τιμών στις νέες συμβάσεις με τους διεθνείς εταίρους.
Στην κορυφή της ατζέντας βρίσκονται επίσης ευρωπαϊκή άμυνα, ασφάλεια και φυσικά το ζήτημα της επισιτιστικής κρίσης.
Με την επιστροφή του πολέμου στην Ευρώπη, κάθε κράτος υπόσχεται να αυξήσει τις αμυντικές του δαπάνες. Ωστόσο, χωρίς ευρωπαϊκό συντονισμό, αυτό θα οδηγήσει μόνο σε τεράστιες σπατάλες χωρίς κανένα όφελος για την ασφάλεια, σύμφωνα με την Επιτροπή. Για να ενθαρρύνει τα κράτη – μέλη να συντονίσουν τις επενδύσεις τους, η Κομισιόν προτείνει απαλλαγή από τον ΦΠΑ για κοινές αγορές αμυντικού εξοπλισμού.
Καθώς μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έχουν μειώσει σταθερά τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους, με την επιστροφή του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο, άπαντες συνειδητοποιούν ότι τα αμυντικά τους αποθέματά τους είναι περιορισμένα, ή ακόμη ότι σύντομα μπορεί να εξαντληθούν. Τα περισσότερα κράτη- μέλη της ΕΕ, τα οποία ανήκουν συγχρόνως και στο ΝΑΤΟ υποσχέθηκαν να αυξήσουν τις επενδύσεις τους για να σεβαστούν τον στόχο που έθεσε η βορειοατλαντική συμμαχία για επενδύσεις στο 2% του ΑΕΠ στην άμυνα.
Το 2020 τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ ξόδεψαν 200 δισεκατομμύρια ευρώ για την άμυνά τους. Ακόμα και η Γερμανία, ξεπέρασε ένα ταμπού δεκαετιών και ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε για πρώτη φορά το λεγόμενο Zeitenwende, ή την ιστορική καμπή, ήτοι ένα τεράστιο ταμείο στρατιωτικού εκσυγχρονισμού 100 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ωστόσο, παρόλο που η αμυντική πολιτική αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών – μελών της ΕΕ, η Κομισιόν γνωρίζει ότι περισσότερες δαπάνες χωρίς ευρωπαϊκό συντονισμό θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε τεράστιες σπατάλες. Οι πρόσθετες επενδύσεις που ανακοινώθηκαν ήδη ανέρχονται σε 200 δις. Και όταν όλα τα κράτη σεβαστούν αυτό το 2%, επιπλέον 67 δισ. ευρώ θα επενδύονται κάθε χρόνο στην άμυνα.
«Η Ευρώπη έχει περάσει από μια σιωπηλή διαδικασία αφοπλισμού από το 2006, η οποία είχε ως αποτέλεσμα μια παραμορφωμένη στρατιωτική Ευρώπη», υπογράμμισε την περασμένη Τετάρτη ο Ύπατος Εκπρόσωπος για τις Εξωτερικές Υποθέσεις και την ασφάλεια, Ζοζέπ Μπορέλ., τονίζοντας ότι τα κράτη – μέλη της ΕΕ αγοράζουν περισσότερο από το 60% του στρατιωτικού εξοπλισμού τους από τρίτες χώρες και κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Ποιες ελλείψεις ανέδειξε ο πόλεμος στην Ουκρανία
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για την Εσωτερική Αγορά, Τιερί Μπρετόν, απαρίθμησε τις ελλείψεις που ανέδειξε ο πόλεμος στην Ουκρανία: αποτυχία αεράμυνας, έλλειψη διαστημικής συνδεσιμότητας, ανεπαρκή πυρομαχικά, ανεπαρκείς δυνάμεις ασφάλειας στον κυβερνοχώρο. Κάτι που γίνεται φανερό με οδυνηρό τρόπο, καθώς μετά από τρεις μήνες σύγκρουσης, οι Βρυξέλλες δεν έχουν πλέον πολλά αποθέματα για να βοηθήσουν την Ουκρανία ενώ οι πρώην χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, από την πλευρά τους, θα πρέπει γρήγορα να αντικαταστήσουν τον εξοπλισμό σοβιετικής προέλευσης που προσέφεραν στο Κίεβο.
Αυτή η επείγουσα ανάγκη προσφέρει μια ευκαιρία στους Αμερικανούς να πουλήσουν όπλα στους Ευρωπαίους, ενώ παράλληλα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδιέξοδο την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Για παράδειγμα, εάν η Γερμανία αφιερώσει το 20% των ανακοινωθέντων 100 δισεκατομμυρίων σε πυρομαχικά, θα στεγνώσει ολόκληρη η παραγωγική ικανότητα της Ευρώπης για δύο χρόνια.
Σύμφωνα με το αίτημα των αρχηγών κρατών στη σύνοδο κορυφής των Βερσαλλιών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε να συντάξει ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της κατανομής των στρατιωτικών δαπανών στην Ένωση.
Η Επιτροπή προτείνει μια ομάδα εργασίας και ένα αρχικό ταμείο έκτακτης ανάγκης ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ για να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να πραγματοποιήσουν από κοινού αγορές. Και επίσης, θα προσφέρει στα κράτη – μέλη της ΕΕ «ολική απαλλαγή από τον ΦΠΑ για ομαδικές αγορές ευρωπαϊκού στρατιωτικού εξοπλισμού», όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Στις Βρυξέλλες, όπου η συζήτηση για την άμυνα ήταν ταμπού για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτές οι προτάσεις αποτελούν μια επανάσταση. Η πανδημία κατέστησε απαραίτητο τον συντονισμό της αγοράς εμβολίων και, ομοίως, ο πόλεμος αναγκάζει τις Βρυξέλλες να εισέλθουν σε έναν αγωνιστικό χώρο που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικά εθνικός.
Οι εν λόγω προτάσεις ενδέχεται να γίνουν δεκτές με έντονο σκεπτικισμό καθώς ορισμένα κράτη – μέλη της ΕΕ θεωρούν ότι η Κομισιόν συνέταξε το σχέδιό της για να ενισχύσει κυρίως την αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας, τη μεγαλύτερη στην ΕΕ.
Διαβάστε ακόμα:
Με θετικό πρόσημο ο όμιλος Ελλάκτωρ στο πρώτο τρίμηνο
REDS: Επαφές σε ΗΠΑ και Ευρώπη για τις Γούρνες – Συζητήσεις για τη μαρίνα Αλίμου με ξένες αλυσίδες
Εθνική Τράπεζα: Συστήθηκε το joint venture με την EVO – Οι επόμενες κινήσεις της κοινοπραξίας