Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 13 ετών αύξησε η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) το βασικό επιτόκιο, σε μια προσπάθεια τιθάσευσης του υψηλού πληθωρισμού, ο οποίος συνεχίζει να πλήττει το εισόδημα των νοικοκυριών και τα περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, η BoE αναθεώρησε (για τέταρτη διαδοχική φορά) στο 1% -από 0,75% προηγουμένως- το βασικό επιτόκιο της χώρας, το οποίο πλέον βρίσκεται σε επίπεδα που έχουν να καταγραφούν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 – 2009.
Παρότι η κεντρική τράπεζα εκτίμησε ότι η βρετανική οικονομία θα αποφύγει την ύφεση, εντούτοις προέβλεψε ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί αισθητά στο 1% στο δ’ τρίμηνο του 2022, λόγω του υψηλού κόστους διαβίωσης και της μείωσης της κατανάλωσης. Για το 2023, δε, αναμένει συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,25%, με τη στασιμότητα να διατηρείται έως το 2025.
Όσον αφορά το καυτό θέμα του πληθωρισμού, η BoE προεξόφλησε ότι θα κορυφωθεί τον προσεχή Οκτώβριο, ξεπερνώντας το 10% εξαιτίας κυρίως των ενεργειακών ανατιμήσεων (άνοδος κατά 40%). Αποτέλεσμα είναι το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών να υποχωρήσει κατά 1,75% το 2022, στη δεύτερη μεγαλύτερη πτώση από το 1964.
Υπενθυμίζεται τα αυξημένα επιτόκια ναι μεν βοηθούν στην άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές ανάπτυξης. Αντίθετα, τα μειωμένα επιτόκια ενισχύουν την πορεία της οικονομίας, αλλά οδηγούν σε τόνωση του πληθωρισμού.
Η Τράπεζα της Αγγλίας, όπως και πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο, καλούνται να λάβουν αποφάσεις μέσα σ’ ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον, καθώς η οικονομία έχει να αντιμετωπίσει αφενός τον υψηλό πληθωρισμό, αφετέρου τον κίνδυνο επιβράδυνσης.
Χθες, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ -η Federal Reserve- προχώρησε σε αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης (από 0,25% στο 0,75%), στη μεγαλύτερη ανοδική αναθεώρηση από το 2000, ενώ δεν απέκλεισε και νέες αυξήσεις επιτοκίων μέσα στις επόμενες δύο συνεδριάσεις. Ξεκαθάρισε, πάντως, ότι ο ρυθμός σύσφιγξης δεν θα είναι επιθετικός, κάτι που προκάλεσε ανακούφιση στις αγορές.
Οι τελευταίες, άλλωστε, επηρεάζονται δυσμενώς από τις επιτοκιακές αλλαγές, δεδομένου του εθισμού στη φθηνή και άφθονη ρευστότητα των κεντρικών τραπεζών, ο οποίος ξεκίνησε λίγο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού.
Διαβάστε επίσης:
Μαρίνα Ραφαήλ: Πώς η Ελληνίδα κληρονόμος των Swarovski μπήκε στη λίστα «Forbes 30 under 30»