Αυτή τη φορά, τα κοινά ομόλογα θα μπορούσαν πραγματικά να σφυρηλατήσουν μια πιο ενωμένη Ευρώπη. Με τον Ντόναλντ Τραμπ να πυροδοτεί τη μεγαλύτερη αναδιάταξη του ευρωπαϊκού τοπίου ασφαλείας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η έκδοση χρέους μπορεί να μην ακούγεται ως το πιο επείγον ζήτημα, αλλά οι υποστηρικτές μιας πιο βαθιά ολοκληρωμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτιμούν ότι τα ομόλογα για τον επανεξοπλισμό είναι ζωτικής σημασίας για την υλοποίηση των ομοσπονδιακών ονείρων τους.

Η επιμονή του Τραμπ ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αναλάβει δράση και να φροντίσει για τη δική της περιφερειακή ασφάλεια -και να παράσχει στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφαλείας έναντι της Ρωσίας- πιέζει την ΕΕ να συγκεντρώσει γρήγορα μετρητά για στρατιωτικές επενδύσεις.

Μόλις έξι εβδομάδες μετά την ορκωμοσία του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε σχέδιο για την άντληση 150 δισεκατομμυρίων ευρώ από κοινό χρέος για τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών αγορών όπλων. Πρόκειται για ένα μεγάλο ποσό για ομόλογα σε επίπεδο ΕΕ, που ξεπερνά το σύνολο των προβλεπόμενων στρατιωτικών δαπανών της Ρωσίας για το 2025.

Για τους υποστηρικτές μιας ισχυρότερης ΕΕ, η έκδοση κοινού χρέους τους φέρνει πιο κοντά στην πολυπόθητη «Χαμιλτονιανή στιγμή» – μια αναφορά στις προσπάθειες του πρώτου υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Αλεξάντερ Χάμιλτον, ο οποίος βοήθησε στην ενοποίηση της χώρας, ενοποιώντας τα χρέη των πολιτειών σε ομοσπονδιακά ομόλογα το 1790.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η ΕΕ αυξάνει το κοινό της χρέος. Υπήρξαν μαζικές επενδύσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να στηριχθεί η παραπαίουσα οικονομία της. Αλλά η συμφωνία αυτή διαμορφώθηκε με επώδυνο τρόπο σε διάστημα σχεδόν πέντε μηνών.

Η πανδημία θεωρήθηκε επίσης ως μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η ανάγκη επανεξοπλισμού αποτελεί μακροπρόθεσμο επαναπροσδιορισμό του τι σημαίνει Ευρώπη, και τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ είναι πιθανό να είναι μόνο το πρώτο βήμα.

Κατά την ανακοίνωση του κοινού σχεδίου για το χρέος, η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι η ανταπόκριση από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες σε «μια εποχή επανεξοπλισμού» ήταν «τόσο ηχηρή όσο και σαφής».

Παράλληλα, ένας πολιτικός αναπροσανατολισμός στη μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ, τη Γερμανία, σήμαινε ότι η παραδοσιακά λιτή χώρα αλλάζει τελικά τη στάση της απέναντι στο χρέος, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τον εκσυγχρονισμό του στρατού της. Αυτό υποδηλώνει επίσης ένα νέο γερμανικό άνοιγμα στη χρηματοδότηση επενδύσεων σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

Στο σύνολό τους, πρόκειται για αλλαγές που θα είναι δύσκολο να αντιστραφούν, ακόμη και αν επιστρέψει η ειρήνη.

«Λαμβάνοντας υπόψη τις απειλές για την ελευθερία και την ειρήνη στην ήπειρό μας, το ‘ό,τι χρειαστεί’ πρέπει πλέον να ισχύει και για την άμυνά μας», δήλωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ο εν αναμονή καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, απηχώντας την έκκληση του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι.

Ο Γκούντραμ Βολφ, ανώτερος συνεργάτης του Bruegel, δήλωσε ότι η κίνηση της ΕΕ θα μπορούσε να αποδειχθεί τόσο θεμελιώδης όσο και η «Χαμιλτονιανή στιγμή» που επιτάχυνε τη μετατροπή των ΗΠΑ από μια χαλαρή συνομοσπονδία πολιτειών σε ένα έθνος-κράτος με συγκεντρωτικές εξουσίες δαπανών.

Η σύνδεση της οικονομίας με τον πόλεμο έχει μακρά ιστορία. Τα όπλα είναι ακριβά και οι κυβερνήσεις αναζητούν νέους τρόπους για να συγκεντρώσουν χρηματοδότηση στον πόλεμο. Αυτές οι καινοτομίες τείνουν να παραμένουν για πολύ καιρό μετά το πέρας της έκτακτης ανάγκης. Παράδειγμα η Τράπεζα της Αγγλίας, που ιδρύθηκε το 1694 με φόντο τον πόλεμο στο εξωτερικό.

«Στο καταστατικό που δημιούργησε την Τράπεζα της Αγγλίας, ο μόνος σκοπός που δόθηκε ήταν η διεξαγωγή του πολέμου κατά της Γαλλίας», δήλωσε ο Χάρολντ Τζέιμς, οικονομικός ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Princeton. Η τράπεζα ανέλαβε το κρατικό χρέος που συγκεντρώθηκε για τη χρηματοδότηση του στρατού της Αγγλίας, υποστηρίζοντάς το με φορολογικά έσοδα που συγκέντρωσε το κοινοβούλιο. «Αυτό αναφέρεται ρητά στο καταστατικό. Πρόκειται απολύτως για ένα δημιούργημα του πολέμου», δήλωσε ο ίδιος.

Ομοίως, η Γαλλία δημιούργησε τη δική της κεντρική τράπεζα το 1800, η οποία βοήθησε στη χρηματοδότηση των ναπολεόντειων πολέμων.

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει τώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με τους αναλυτές. Η κίνηση προς την άμυνα μέσω της δυνητικά τεράστιας χρηματοδότησης μέσω χρέους φαίνεται «να αντικατοπτρίζει το πώς οι άνθρωποι σκέφτονταν τον 18ο και 19ο αιώνα», δήλωσε ο Τζέιμς.

«Δεν είναι απαραίτητο για ένα κράτος να έχει τα δικά του χρήματα. Τα πρώιμα σύγχρονα κράτη λειτουργούσαν συχνά με όλα τα είδη νομισμάτων. Αλλά τα κράτη πρέπει να αμυνθούν», προσέθεσε . «Χρειάζονται έναν στρατό».

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανάγκασε επίσης τους Ευρωπαίους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να εξετάσουν σημαντικές δημοσιονομικές προσαρμογές που ήταν προηγουμένως αδιανόητες – και οι οποίες θεωρούνται εδώ και καιρό ως ένα πρώτο βήμα προς μια βαθύτερη ένωση.

Η χαλάρωση του φρένου χρέους της Γερμανίας για τον στρατό είναι, εκ πρώτης όψεως, μια αυστηρά εθνική απόφαση. Όμως, η απόρριψη του ταμπού για το χρέος υποδηλώνει μια άμβλυνση της μακροχρόνιας δημοσιονομικά συντηρητικής στάσης της σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι προς το συμφέρον του Βερολίνου, αν χρεωθεί περισσότερο για να συμβάλει στην υπεράσπιση του μπλοκ στο σύνολό του, να το κάνουν και οι εταίροι του, καθώς όλες οι χώρες της ΕΕ επωφελούνται από τη συλλογική ασφάλεια. Πράγματι, είναι αξιοσημείωτο ότι το Βερολίνο δεν έχει αντιταχθεί στην κοινή πρόταση της Επιτροπής για το χρέος, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα εκταμιευθεί ως δάνειο που οι χώρες θα πρέπει να αποπληρώσουν και όχι ως επιχορήγηση χωρίς δεσμεύσεις.

Από τη δημιουργία της ΕΕ, η συνθήκη της έχει ζητήσει μια «ολοένα και στενότερη ένωση», αλλά οι επιμέρους κυβερνήσεις σε όλο το μπλοκ ήταν πάντα επιφυλακτικές στην παράδοση εξουσιών σε μια κεντρική διοίκηση της ΕΕ – και σε οποιεσδήποτε κινήσεις που θα μπορούσαν να τις καταστήσουν υπεύθυνες για τα χρέη των γειτόνων τους.

Οι πρόσφατες κινήσεις θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν μια σημαντική μεταστροφή προς αυτή την κατεύθυνση μετά από χρόνια διαφωνιών.

Το τι θα επακολουθήσει είναι ένα άλλο ερώτημα. Μέχρι στιγμής, ο δανεισμός της Επιτροπής χρηματοδοτείται έμμεσα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, αλλά αυτό έχει όρια. Για να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα, η Επιτροπή θα πρέπει να βρει τρόπους να αυξήσει τους φόρους. Τότε θα μπορέσει να εκδώσει ομόλογα στην αγορά που θα υποστηρίζονται από τους φορολογούμενους, όπως ακριβώς κάνει μια χώρα.

Η επιβολή φόρων για τη χρηματοδότησή τους θα αποδειχθεί δύσκολη, διότι η φορολογία της ΕΕ απαιτεί ομόφωνη συμφωνία. Στο παρελθόν, αυτό δε γινόταν για τις πρωτεύουσες που περιφρουρούσαν με ζήλο αυτό που θεωρούσαν εθνικό προνόμιο. Ακόμα και σε συνθήκες πολέμου, παραμένει μια δύσκολη προοπτική όσο οι σκεπτικιστές ηγέτες της ΕΕ, όπως ο Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας, έχουν μια θέση στο Συμβούλιο.

Διαβάστε ακόμη

«Δεύτερη ευκαιρία» για τους ευάλωτους οφειλέτες πριν τον πλειστηριασμό

Τουφάν Εργκινμπιλγκίτς: Ο Τούρκος CEO που άλλαξε την πορεία στην ιστορική εταιρεία Rolls-Royce

«Επί ποδός» οι μεγάλοι της πληροφορικής για νέα deals – Οι εξαγορές των μικρών

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα