Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για τις αμερικανικές εκλογές και όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις και τις αναλύσεις των ειδικών, αναμένεται να εξελιχθούν σε ένα απόλυτο θρίλερ σχετικά με το ποιος από τους δύο υποψηφίους θα επικρατήσει.
Σύμφωνα με το Politico, πολιτικοί αναλυτές και δημοσκόποι σε όλη την ήπειρο βλέπουν όλο και περισσότερο τον Ρεπουμπλικάνο πρώην πρόεδρο να είναι έτοιμος για μια από τις πιο εκπληκτικές επιστροφές στην ιστορία.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν δίνουν μεγάλες πιθανότητες η Κάμαλα Χάρις να είναι η μεγάλη νικήτρια, ωστόσο η εκλογή της θα ήταν σε μεγάλο βαθμό μια συνέχεια του status quo. Αντίθετα, μια νίκη του Τραμπ θα προκαλούσε ένα κύμα πανικού σε μια ήπειρο χωρίς πηδάλιο που ήδη αγωνίζεται να πλοηγηθεί ανάμεσα σε δύο πολέμους στην περιφέρειά της.
Όπως γράφει το Politico, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη επιβιώσει από μία προεδρία Τραμπ. Μερικοί ηγέτες θα υποστήριζαν ότι βγήκε και ισχυρότερη εξαιτίας αυτού. Αλλά στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είναι γνωστό ότι η επιστροφή του θα ενθάρρυνε τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, θα πυροδοτούσε ενδεχομένως έναν καταστροφικό εμπορικό πόλεμο και παράλληλα, θα πυροδοτούσε πολιτικό διχασμό σε ολόκληρη την ήπειρο.
Όχι μόνο η Ευρώπη είναι ιδιαίτερα αδύναμη αυτή τη στιγμή, με μια οικονομία που τραυλίζει, αλλά θεωρούν ότι και ο ίδιος ο Τραμπ θα ήταν διαφορετικός διατηρώντας μια υπεροπτική στάση στις συνόδους κορυφής του ΝΑΤΟ και στις διεθνείς συγκεντρώσεις σε σχέση με τη στάση που είχε την περίοδο 2016-2020.
«Μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα ήταν διαφορετική», δήλωσε η Λέσλι Βινζαμούρι, διευθύντρια προγράμματος ΗΠΑ και Αμερικής στο Chatham House, ένα βρετανικό think tank.
Μετά την πρώτη εκλογή του Τραμπ το 2016, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορούσαν να παρηγορηθούν ότι, ό,τι κι αν συνέβαινε πέρα από τον Ατλαντικό, η ίδια η ήπειρος ήταν ένα νησί σταθερότητας, ασφαλές υπό την καθοδήγηση της πανίσχυρης Γερμανίδας Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ. Πλέον όμως δεν υπάρχει Μέρκελ. Ο διάδοχός της, Όλαφ Σολτς, μετά βίας κρατά τον συνασπισμό του ενωμένο, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει συρρικνωθεί από μια τολμηρή ακροδεξιά.
Εν τω μεταξύ, η περιοχή γύρω από την Ευρώπη καίγεται. Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή τραβούν την προσοχή των ηγετών και εξαντλούν τους δυτικούς στρατιωτικούς και οικονομικούς της πόρους. Χωρίς τη συνέχιση της υποστήριξης από την Ουάσιγκτον, υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα για το πόσο ακόμη η Ουκρανία θα μπορεί να αντέξει στις δυνάμεις του Πούτιν.
Στο Λονδίνο, η νέα κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ ανησυχεί ότι ο Τραμπ θα τραβήξει το χαλί κάτω από τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, κόβοντας τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο ή εξαρτώντας την από άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες που θα εκχωρούσαν εδάφη στη Μόσχα.
Η υπόσχεση Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία εντός 24 ωρών εάν αναλάβει την εξουσία αντιμετωπίζεται με παρόμοια σοβαρότητα και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. «Η βοήθεια θα μπορούσε να σταματήσει εν μία νυκτί», είπε ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης. «Ο Πούτιν θα θέλει να το εκμεταλλευτεί και να πει ότι παίρνω το Ντονμπάς, την Κριμαία και μετά θα πάρω τον χρόνο μου πριν την επόμενη φορά».
Η Γαλλία υπό το φόβο μιας κυβέρνησης Τραμπ παροτρύνει άλλες ευρωπαϊκές χώρες να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους ικανότητες. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους ψηφοφόρους στο Ουισκόνσιν να αποφασίσουν για την ευρωπαϊκή ασφάλεια», δήλωσε στο Politico ο υπουργός Ευρώπης της Γαλλίας Μπέντζαμιν Χαντάντ.
Ο Χαντάντ είπε ότι η Γαλλία θα συνεργαστεί με όποιον κερδίσει τις εκλογές στις ΗΠΑ την Τρίτη, αλλά επέμεινε ότι η Ευρώπη πρέπει να σκεφτεί επειγόντως πώς να περιηγηθεί σε έναν κόσμο στον οποίο η Ουάσιγκτον δε θα μπορούσε πλέον να υπολογίζεται. «Είναι η ευρωπαϊκή μας ασφάλεια», είπε ο Χαντάντ. «Πρέπει να είμαστε ικανοί να υποστηρίξουμε [τους Ουκρανούς] ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα».
Το πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες – συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας – υποστηρίζουν την εξάσκηση των στρατευμάτων τους τα τελευταία δύο χρόνια. Και όμως, εκτός από την Πολωνία, λίγοι το έχουν καταφέρει να το κάνουν πραγματικά.
Μια δεύτερη ανησυχία των Ευρωπαίων είναι ότι ο Τραμπ θα αναζωπυρώσει έναν διατλαντικό εμπορικό πόλεμο. Έχει απειλήσει να επιβάλει δασμούς από 10% έως 20% σε όλες τις εισαγωγές στις ΗΠΑ για να φέρει τις θέσεις εργασίας στη μεταποίηση πίσω. Την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ αποκάλεσε την ΕΕ «μίνι Κίνα».
Ανώτατοι Ευρωπαίοι εμπορικοί αξιωματούχοι είπαν πρόσφατα στους πρεσβευτές της ΕΕ ότι θα είναι έτοιμοι να αντιδράσουν σε πιθανές εμπορικές διαμάχες εάν χρειαστεί. Στο Λονδίνο, επίσης, ο κίνδυνος ενός αναζωπυρωμένου εμπορικού πολέμου παίζει επίσης στο μυαλό της ομάδας του Στάρμερ. Όπως και οι Ευρωπαίοι ομόλογοί τους, οι Βρετανοί αξιωματούχοι επεξεργάζονται σχέδια έκτακτης ανάγκης εάν ο Τραμπ κερδίσει και αποφασίσει να ακολουθήσει τις απειλές του για τους δασμούς.
Ο Τραμπ έχει προτείνει δασμούς 100% σε όλα τα εισαγόμενα οχήματα, κάτι που θα ήταν καταστροφικά νέα για χώρες με σημαντικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Η γερμανική οικονομία, για παράδειγμα, που ήδη δυσκολεύεται, θα υποστεί πλήγμα -0,23% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ως αποτέλεσμα των εμπορικών πολιτικών του Τραμπ, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε από το London School of Economics (LSE).
Ο ανταγωνισμός που θα μπορούσε να προκληθεί από έναν εμπορικό πόλεμο δε θα είχε μόνο οικονομικό αντίκτυπο. Όσον αφορά την ασφάλεια, το Λονδίνο ήταν παραδοσιακά ένας από τους στενότερους συμμάχους της Ουάσιγκτον. Όμως οι πολιτικές εντάσεις εμφανίζονται ήδη.
Οι σχέσεις μεταξύ Τραμπ και της νέας κεντροαριστερής κυβέρνησης του Στάρμερ είναι ήδη προβληματικές. Ο Ρεπουμπλικάνος επέκρινε το «ακραίο αριστερό» Εργατικό Κόμμα του Στάρμερ επειδή έστειλε ακτιβιστές στην εκστρατεία της Χάρις στις εκλογές, ισχυριζόμενος ότι ισοδυναμούσε με ξένη παρέμβαση στην αμερικανική δημοκρατία. Η εκστρατεία του έχει καταθέσει νομική καταγγελία κατά του κόμματος με ισχυρισμό «ξένη παρέμβαση».
Διαβάστε περισσότερα στο Protothema.gr