Μπορεί η σημερινή εκλογική αναμέτρηση να έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ανιαρή, κυρίως επειδή ο νικητής φαίνεται να έχει προ πολλού κριθεί, αλλά και λόγω της συνάφειας των θέσεων των δύο μεγάλων κομμάτων. Για τους δημοσιογράφους όμως και ιδιαίτερα για τους ξένους ανταποκριτές, οι εκλογές έχουν πάντα ξεχωριστό ενδιαφέρον, καθώς αναδεικνύουν τις διαφορές πολιτικής κουλτούρας των κοινωνιών, ενώ συχνά, όπως συμβαίνει με τη Γερμανία, το αποτέλεσμά τους κρίνει πολλά και όχι μόνο για την ίδια τη χώρα.

Το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ζήτησε από ανταποκριτές που εργάζονται στο Βερολίνο να δώσουν τη δική τους σκοπιά για αυτές τις εκλογές, να προβλέψουν το αποτέλεσμα και τις συνέπειές του και – γιατί όχι; – να συγκρίνουν τον τρόπο διεξαγωγής τους με αυτόν των εκλογών στην πατρίδα τους.

«Μόνο φαινομενικά βαρετές» χαρακτηρίζει τις εκλογές στη Γερμανία η Λίντια Κλάσιτς, από την Κροατία, η οποία εργάζεται ως ανταποκρίτρια πρώτα στη Βόννη και κατόπιν στο Βερολίνο ήδη από το 1988. «Τα θέματα δεν είναι πολύ συναρπαστικά, διότι τα προγράμματα όλων των δημοκρατικών κομμάτων πρέπει αναγκαστικά να είναι παρόμοια», σημειώνει, αλλά τονίζει ότι «η ατμόσφαιρα είναι δραματικά διαφορετική» και προσθέτει σε μάλλον ανησυχητικό τόνο: «Η έκταση της κατάρρευσης της λεγόμενης πολιτικής κουλτούρας με ξαφνιάζει, αυτές οι προσβολές, η επιθετικότητα, το οργισμένο μίσος στις συγκεντρώσεις, ο απροκάλυπτος εθνικισμός -και όχι μόνο στην ανατολική Γερμανία- μου θυμίζουν πολύ έντονα τις δήθεν αυθόρμητες εξάρσεις αισθημάτων “του λαού” πριν από την έναρξη του πολέμου». Δηλώνει μάλιστα έκπληκτη από το «πόσο αφελείς» είναι οι περισσότεροι δημοκρατικοί Γερμανοί πολιτικοί υπό αυτή την έννοια και πόσο απροετοίμαστοι είναι για τέτοιες επικίνδυνες εξελίξεις.

Η κ. Κλάσιτς, επικαλούμενη την εμπειρία της Γιουγκοσλαβίας, προειδοποιεί: «Το να ανατρέψεις μια δημοκρατία, ακόμη και αν η οικονομική κατάσταση δεν είναι άσχημη, είναι πιο εύκολο από όσο νομίζει κανείς. Εμείς όλοι που ζήσαμε τη γρήγορη διάλυση μιας ειρηνικής, ανοιχτής και σχετικά κανονικά λειτουργούσας κοινωνίας στη Γιουγκοσλαβία, χρειάστηκε να μάθουμε με επώδυνο τρόπο πόσο γρήγορα μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο». Αυτό ωστόσο που βρίσκει σχετικά καθησυχαστικό στη Γερμανία η Κροάτισσα δημοσιογράφος είναι η λειτουργία των ΜΜΕ του «δημοκρατικού φάσματος», τα οποία, σε αντίθεση προς την πατρίδα της εκείνη την εποχή, είναι ισορροπημένα, ανεξάρτητα και με υψηλό αίσθημα ευθύνης. Εκφράζει επίσης την ελπίδα να μην διαμορφωθεί η κρίσιμη μάζα που μπορεί να απειλήσει τη σταθερότητα της κοινωνίας- παρά τα νέα τεχνολογικά μέσα. Σε κάθε περίπτωση, η Λίντια Κλάσιτς συμφωνεί ότι οι πιθανές εξελίξεις στη Γερμανία θα είναι ενδιαφέρουσες και σημαντικές για όλους. Σε ό,τι αφορά τα δικά της προγνωστικά, εκτιμά ότι οι Χριστιανοδημοκράτες θα πάρουν τελικά λίγο μικρότερο ποσοστό από ό,τι αναμένεται, οι Σοσιαλδημοκράτες λίγο μεγαλύτερο, ότι οι Φιλελεύθεροι θα επιστρέψουν στη Βουλή και ότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία θα είναι ισχυρότερη από τους Πράσινους. «Η κυρία Μέρκελ παραμένει, για την ώρα», καταλήγει.

Την ανησυχία της για τη δύναμη της AfD εκφράζει και η Ρόζα Πουλιέζε, ανταποκρίτρια του ιταλικού Πρακτορείου Ειδήσεων ANSA και προβλέπει ότι το ξενοφοβικό κόμμα θα καταγράψει τελικά μεγαλύτερα ποσοστά από ό,τι αναμένεται, καθώς πολλοί ντρέπονται να δηλώσουν «ότι ψηφίζουν το κόμμα του Γκάουλαντ» (σσ.: του ακραίου αντιπροέδρου της AfD). Θεωρεί πάντως ότι όλα εξαρτώνται από τα ποσοστά που θα πάρει σήμερα το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. «Αν δεν τα πάει πολύ άσχημα, θα μπορούσε κανείς να δει έναν μεγάλο συνασπισμό και στην επόμενη κοινοβουλευτική θητεία. Αλλά αν πέσει πολύ, ο Μάρτιν Σουλτς θα πρέπει να φύγει και το SPD θα καταλήξει στην αντιπολίτευση», λέει και προβλέπει ότι σε αυτή την περίπτωση θα έχουμε έναν συνασπισμό «Τζαμάικα» (CDU/CSU, Φιλελεύθεροι, Πράσινοι), αλλά διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις σε ό,τι αφορά τη σταθερότητα ενός τέτοιου σχήματος και προσθέτει ότι αν τα ποσοστά επαρκούν, θα έχουμε συνασπισμό CDU και FDP.

Σχολιάζοντας πάντως την προεκλογική εκστρατεία, σημειώνει ότι όποιος προτιμά καμπάνιες σαν του Ντόναλντ Τραμπ και της Μαρίν Λε Πεν, θα θεωρήσει την αντιπαράθεση Μέρκελ-Σουλτς βαρετή. Η ίδια ωστόσο δηλώνει ότι δεν είναι οπαδός των «πολιτικών συναγωνισμών φρίκης» και θεωρεί ενδιαφέροντα και σωστό τον γερμανικό προεκλογικό αγώνα, ενώ προβλέπει δύσκολες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Ως Ιταλίδα όμως, ζηλεύει τη γερμανική πολιτική κουλτούρα και την καγκελάριο Μέρκελ. «Κάτι τέτοιο θα το χρειαζόμασταν κι εμείς!», λέει με νόημα.

Ο Ρώσος Ντμίτρι Κουλχίνσκι θεωρεί ότι ο Μάρτιν Σουλτς δεν άσκησε έντονη κριτική στην καγκελάριο Μέρκελ και τελικά δεν έπεισε τους πολίτες. Σε ό,τι αφορά τη χώρα του και το πόσο απασχόλησαν τα ρωσικά ΜΜΕ οι γερμανικές εκλογές, εξηγεί ότι η καγκελάριος Μέρκελ είναι πολύ γνωστή στην κοινή γνώμη, πολύ λιγότερο ο Μάρτιν Σουλτς, ενώ επισημαίνει ότι τα ΜΜΕ ασχολήθηκαν αρκετά και με την Εναλλακτική για τη Γερμανία, ένα «κόμμα διαμαρτυρίας που όμως έχει προσελκύσει πολύ κόσμο, τον οποίο δεν πρέπει κανείς να βιαστεί να τοποθετήσει στην άκρα δεξιά ή στον εθνικισμό», όπως λέει. Ο ίδιος πάντως δηλώνει ότι αν επρόκειτο να ψηφίσει στη Γερμανία, ξέρει ποιο κόμμα θα επέλεγε, καθώς υπάρχουν πολλές επιλογές για τον ψηφοφόρο.