Στον αγροτικό συνεταιρισμό «ΘΕΣγη» της Θεσσαλίας, οι παραγωγοί που φύτεψαν σκληρό σιτάρι μετράνε αντίστροφα για τη συγκομιδή του Ιουνίου. Οι περισσότεροι δύσκολα κρύβουν την απογοήτευσή τους. Ξεκίνησαν την καλλιεργητική περίοδο με τιμές πώλησης που είχαν φτάσει στα 50 λεπτά το κιλό, για τη σοδειά του Ιουνίου του 2022.
Τιμές «εξωπραγματικές» όπως παραδέχεται ο πρόεδρος του συνεταιρισμού, Παναγιώτης Καλφούντζος, αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτές οι καλές τιμές ώθησαν πολλούς αγρότες να επιλέξουν την καλλιέργεια δημητριακών. Τώρα, όμως, τα συμβόλαια που έχουν κλειστεί για τη φετινή σοδειά του σκληρού σιταριού δεν ξεπερνούν τα 30 λεπτά το κιλό.
«Οι πιέσεις που υφίστανται οι παραγωγοί είναι μεγάλες» εξηγεί ο Π. Καλφούντζος. «Η πτώση της τιμής στο σκληρό σιτάρι αγγίζει το 40%, συνέπεια των τάσεων στην παγκόσμια αγορά. Στο ιταλικό χρηματιστήριο Foggia όπου διαμορφώνεται η ευρωπαϊκή αγορά σκληρού σιταριού, οι τιμές τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχουν πέσει κατά 60 ευρώ ο τόνος. Από τα 420 ευρώ ο τόνος έπεσε στα 360 ευρώ. Αυτό συνεπάγεται τιμή παραγωγού στην Ελλάδα 30 λεπτά το κιλό».
Η αλληλεγγύη στην Ουκρανία και η «επανάσταση» των Πολωνών αγροτών
Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, ένα από τα μέτρα που έλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν η άρση των δασμών για τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία. Ο στόχος ήταν διττός: αφενός η έμπρακτη αλληλεγγύη προς το λαό της Ουκρανίας, αφετέρου η προσπάθεια εξομάλυνσης των προμηθειών στις αγορές τροφίμων, κυρίως των δημητριακών.
Το σχέδιο προέβλεπε ότι τα φθηνά ουκρανικά προϊόντα θα έφταναν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, αλλά και του κόσμου, περιορίζοντας την επισιτιστική κρίση που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Όμως, η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. «Η χερσαία μεταφορά ουκρανικών σιτηρών προς χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπου υπήρχαν ελλείψεις, αποδείχθηκε οικονομικά ασύμφορη» κατήγγειλε η κυβέρνηση της Πολωνίας σε έγγραφο που απέστειλε στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της ΕΕ, τον Ιανουάριο του 2023.
Έτσι, οι αγρότες στις χώρες που συνορεύουν ή βρίσκονται κοντά με την Ουκρανία είδαν τα προϊόντα τους να παραμερίζονται προς χάρη των φθηνότερων ουκρανικών εισαγωγών.
Συγκεκριμένα, «οι εισαγωγές ουκρανικού αραβοσίτου σε γειτονικά ευρωπαϊκά κράτη αυξήθηκαν από μερικές χιλιάδες τόνους σε αρκετά εκατομμύρια τόνους σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια.
Οι εισαγωγές ουκρανικού σιταριού έχουν επίσης αυξηθεί σημαντικά – ήταν αρκετές εκατοντάδες ή ακόμη και αρκετές χιλιάδες φορές υψηλότερα από το 2021 σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ» αναφέρει το έγγραφο της πολωνικής κυβέρνησης που τιτλοφορείται «Προβλήματα με την αύξηση των αγροτικών εισαγωγών από την Ουκρανία» (25 Ιανουαρίου 2023).
Οι προειδοποιήσεις δεν έρχονταν μόνο από την Πολωνία. Σε Ρουμανία και Βουλγαρία, οι παραγωγοί ηλίανθου είδαν τις τιμές και τις εξαγωγές τους να «βυθίζονται» μετά τις αθρόες εισαγωγές ηλίανθου από την Ουκρανία.
Σε Ουγγαρία και Σλοβακία «θύματα» των μαζικών εισαγωγών είναι οι παραγωγοί σιταριού.
Η πίεση στις τιμές στις χώρες αυτές προκαλεί ένα ντόμινο μειώσεων των τιμών χονδρικής σε όλη την Ευρώπη. Η τάση αυτή καταγράφεται στα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε η αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τον Φεβρουάριο 2023, με τις τιμές στο σκληρό σιτάρι να καταγράφουν μείωση 6,6% σε μηνιαία βάση και τις τιμές στο μαλακό σιτάρι να υποχωρούν κατά 1,7% σε μηνιαία βάση.
Προσδοκία για στήριξη των Ευρωπαίων παραγωγών
Οι κυβερνήσεις Πολωνίας, Βουλγαρίας, Τσεχίας, Ουγγαρίας, Ρουμανίας και Σλοβακίας είχαν ζητήσει από την Ε. Επιτροπή σειρά μέτρων για τη στήριξη των αγροτών τους.
Συγκεκριμένα ζήτησαν: αποζημιώσεις για τους αγρότες που επηρεάζονται αρνητικά από την αυξημένη εισροή προϊόντων από την Ουκρανία
- μια ευέλικτη προσέγγιση της Κομισιόν για την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής
- “στεγανοποίηση” των «λεωφόρων αλληλεγγύης» έτσι ώστε τα ουκρανικά γεωργικά προϊόντα να διέρχονται από τα κράτη μέλη της ΕΕ και να φθάνουν στις αγορές προορισµού, χωρίς να παραµένουν στην εσωτερική αγορά της ΕΕ
- δημιουργία προσωρινών αποθηκών και νέων διαδρόμων μεταφοράς.
Ωστόσο, μέτρα δεν ελήφθησαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οι κυβερνήσεις Πολωνίας, Ουγγαρίας, Βουλγαρίας και Σλοβακίας αποφάσισαν να δράσουν μόνες τους. Ανακοίνωσαν ότι απαγορεύουν τις εισαγωγές ουκρανικών σιτηρών, ελαίων και άλλων αγροτικών προϊόντων, ακόμα και αν σκοπός της εισαγωγής είναι η μεταφορά σε άλλες χώρες. Η Πολωνία τελικά έκανε ένα βήμα πίσω και ανακοίνωσε ότι θα επιτρέπει τη μεταφορά ουκρανικών προϊόντων από το έδαφός της.
Η Κομισιόν απάντησε ότι μονομερή μέτρα «δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά», ωστόσο προσέθεσε ότι «ένα δεύτερο πακέτο βοήθειας προς τους Ευρωπαίους αγρότες βρίσκεται υπό συζήτηση.» «Ετοιμαζόμαστε να παρουσιάσουμε μια δεύτερη δέσμη οικονομικής υποστήριξης ύψους 100 εκατ. ευρώ για να στηριχθούν οι αγρότες στην ανατολική Ευρώπη στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής προσέγγισης», δήλωσε η πρόεδος της Ε. Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Σε αυτό, ακριβώς, προσβλέπουν και οι Έλληνες παραγωγοί.
«Είχαμε μια συνάντηση εργασίας πριν από δύο εβδομάδες με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης κατά την οποία του θέσαμε υπόψιν το πολύ υψηλό κόστος παραγωγής και ζητήσαμε να στηριχθούν οι παραγωγοί σε περίπτωση που οι τελικές τιμές, τη φετινή χρονιά, είναι χαμηλότερες από τα κόστη παραγωγής» σημειώνει ο Π. Καλφούντζος.
Οι Έλληνες παραγωγοί σιταριού υποστηρίζουν ότι το κόστος της παραγωγής τους φτάνει στα 35 λεπτά το κιλό. Όπως εξηγεί ο Π. Καλφούντζος, παρά την αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας και λιπασμάτων, το κόστος παραγωγής παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
«Όταν το πετρέλαιο βρίσκεται σήμερα στο 1,70-1,75 ευρώ, ακόμα και αν έχει αποκλιμακωθεί από τα 2,20 ευρώ, παραμένει πολύ ακριβό. Με αυτό το κόστος δεν μπορούμε να μιλάμε για βιώσιμη αγροτική παραγωγή. Επίσης οι τιμές στα λιπάσματα έχουν σήμερα εξομαλυνθεί, αλλά τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο που τα αγόρασαν οι παραγωγοί οι τιμές τους ξεπερνούσαν το ένα ευρώ» σημειώνει.
Αν και πότε θα μειωθούν οι τιμές για τους καταναλωτές
Οι τιμές χονδρικής στο σκληρό σιτάρι έχουν, σχεδόν, επιστρέψει στα επίπεδα του 2021. Ωστόσο, αυτό δεν αποτυπώνεται στις τελικές τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές σε ψωμί, αρτοσκευάσματα και δημητριακά.
Όπως αποκαλύπτουν τα τελευταία στοιχεία της eurostat, τον Φεβρουάριο του 2023, οι τιμές ψωμιού και δημητριακών στην ΕΕ των 27 «εκτοξεύτηκαν» κατά 21% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
«Αυτή είναι μια κατάσταση η οποία αφορά κυρίως στη μεταποίηση» τονίζει ο Π. Καλφούντζος «και το πώς λειτουργούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Προφανώς σε προϊόντα που είναι μακράς διαρκείας, όπως είναι το σιτάρι, που αποθηκεύονται και ενδέχεται να μπουν στην παραγωγή του τελικού προϊόντος μετά από 6-8 μήνες, υπάρχει μία χρονική υστέρηση στην προσαρμογή των τιμών.
Συνήθως οι μεγάλες βιομηχανίες στον τομέα των δημητριακών λειτουργούν με αποθέματα εξάμηνης διάρκειας. Όμως, σε προϊόντα που είναι άμεσης κατανάλωσης θα πρέπει να λειτουργήσουν καλύτερα οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Υπάρχουν πάρα πολλά προϊόντα στα οποία έχουν πέσει οι τιμές χονδρικής και δεν βλέπουμε να επωφελείται ο τελικός καταναλωτής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, επιμένω ότι είναι καθαρά θέμα ελληνικών μηχανισμών, που θα πρέπει να προστατεύσουν και τον παραγωγό, αλλά και τον τελικό καταναλωτή.»
Διαβάστε ακόμη
Τηλεφωνικό «πρέσινγκ» της ΑΑΔΕ για τα χρέη στην Εφορία
Ιστορίες καταστροφής: Στο σφυρί βίλες, εργοστάσια και σκάφη επωνύμων (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ