Εδώ και χρόνια η τουρκική οικονομία πλήττεται από καλπάζοντα πληθωρισμό. Οι αυξήσεις τιμών σε ενέργεια, ενοίκια και βασικά είδη διατροφής πλήττουν πρωτίστως τα μεσαία στρώματα της κοινωνίας. Το εξοργιστικό για πολλούς Τούρκους είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν καταφέρνει να ανακόψει την ανοδική πορεία του πληθωρισμού και να σταματήσει την κατρακύλα της συναλλαγματικής ισοτιμίας τουρκικής λίρας-δολαρίου. Για ένα δολάριο απαιτούνται πια περίπου 14 λίρες, σχεδόν 50% περισσότερες από ότι πριν ένα μήνα, ενώ ο πληθωρισμός ξεπερνά πλέον επισήμως το 21%.
Ο πρόεδρος Ερντογάν μοιάζει να ζει σε παράλληλο σύμπαν, ζητά από τους Τούρκους υπομονή, υπόσχεται ότι η παρούσα νομισματική πολιτική θα αποφέρει μακροπρόθεσμα καρπούς και πως η παραγωγή θα εκτοξευθεί σύντομα χάρη στα χαμηλά επιτόκια. Σύμφωνα με τουρκικά μέσα ενημέρωσης ο τούρκος πρόεδρος δήλωσε σε ομιλία στο προεδρείο του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ ότι οι αποφάσεις στην οικονομική και νομισματική πολιτική έχουν ως πρότυπο το λεγόμενο κινεζικό μοντέλο.
Τουρκική λίρα και γιουάν αδύναμα έναντι του δολαρίου
Στα κοινά κοινά στοιχεία Τουρκίας και Κίνας περιλαμβάνεται ότι τα εθνικά τους νομίσματα, λίρα και γιουάν, είναι αδύναμα σε σύγκριση με το αμερικανικό δολάριο και το ευρώ. Και επίσης ότι, παρά την πανδημία, Κίνα και Τουρκία καταγράφουν σε διεθνή σύγκριση σημαντική οικονομική ανάπτυξη. Τόσο η Τουρκία, όσο και η Κίνα είναι δημοφιλείς σε ξένους επενδυτές, οι οποίοι ποντάρουν στο χαμηλό κόστος μισθών και παραγωγής. Πολλοί οικονομολόγοι και πολιτικοί της τουρκικής αντιπολίτευσης πιστεύουν ωστόσο, ότι η σύγκριση Τουρκίας-Κίνας δεν ευσταθεί.
Ο ειδικός σε οικονομικά ζητήματα Άρντα Τούνκα εκτιμά ότι χωλαίνει η οικονομική σύγκριση των δύο χωρών ως προς τον οικονομικό τομέα. Θεωρεί ότι η Τουρκία δεν μπορεί να προσανατολιστεί στο κινεζικό μοντέλο, διότι δεν διαθέτει ούτε ανάλογη σε ισχύ οικονομία, ούτε ανάλογο πληθυσμό: «Στην Κίνα υπάρχει μια εντελώς διαφορετική οικονομική δυναμική», τονίζει το μέλος του προεδρείου της χρηματοπιστωτικής εταιρείας Eko Factory: «Διαθέτουν τον μεγαλύτερο πληθυσμό παγκοσμίως και τροφοδοτούν ολόκληρο τον πλανήτη με την τεράστια παραγωγή τους».
Διαβάστε τη συνέχεια στην Deutsche Welle