Ένα βήμα πίσω έκανε η ιταλική κυβέρνηση στο «μπρα ντε φερ» με τις Βρυξέλλες για τον προϋπολογισμό και ιδιαίτερα για το ύψος του ελλείμματος. Ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα είχε οχυρωθεί στο 2,4%, αρνούμενη να το μειώσει δραστικά όπως απαιτούσαν η Κομισιόν και οι ισχυροί της Ευρωζώνης, τώρα εμφανίζεται διατεθειμένη να διαπραγματευτεί μία μείωσή του. Προς το παρόν δεν υπάρχουν σημάδια για το εάν πρόκειται για έναν τακτικό ελιγμό με σκοπό μία οριακή μείωση ή η αρχή μίας άτακτης υποχώρησης. Είναι σαφές, πάντως, πως η Ρώμη επιδιώκει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και την αποφυγή κυρώσεων.
Οι δύο αντιπρόεδροι της ιταλικής κυβέρνησης Λουίτζι Ντι Μάιο (επικεφαλής του Κινήματος των 5 Αστέρων) και Ματέο Σαλβίνι (επικεφαλής της Λέγκας) εμφανίστηκαν από κοινού για να δηλώσουν πως μία μικρή μείωση του ελλείμματος δεν είναι σημαντική. Ο Ματέο Σαλβίνι είχε προετοιμάσει το έδαφος, μιλώντας για διαφορά δεκαδικών αριθμών. Έθεσε, μάλιστα, εμμέσως ως κάτω όριο το 2,2%, που σημαίνει μείωση μόνο κατά δύο χιλιοστά.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς θα απαντήσει η Κομισιόν στο άνοιγμα της ιταλικής κυβέρνησης. Θα αδράξει την ευκαιρία για να αναζητήσει ένα συμβιβασμό μέσω διαπραγματεύσεων ή θα παραμείνει αδιάλλακτη, επιδιώκοντας να καταφέρει ένα πολιτικό πλήγμα στην «ιταλική ανταρσία»; Και οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, πάντως, δηλώνουν πως δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τον αναπτυξιακό χαρακτήρα του προϋπολογισμού.
Το γεγονός ότι η ιταλική κυβέρνηση έκανε ένα βήμα πίσω αποδίδεται στα όσα συζήτησαν ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε και ο υπουργός Οικονομικών Τζοβάνι Τρία με τους πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλωντ Γιούνκερ και Βάλντις Ντομπρόβσκις και τον αρμόδιο επίτροπο Πιέρ Μοσχοβισί. Επισήμως, από τη συνάντηση δεν προέκυψε συμφωνία, αλλά οι δύο πλευρές δήλωσαν ανοιχτές στη συνέχιση των συνομιλιών. Εάν κρίνουμε, όμως, από τις εκατέρωθεν δηλώσεις, που ακολούθησαν, είναι σαφές πως έγιναν προσπάθειες για να γεφυρωθεί το χάσμα. Έτσι εξηγείται και η αισιοδοξία που εξέφρασε ο Ιταλός επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι.
Το σενάριο του συμβιβασμού, όπως είχε συμβεί και στην πρώτη κόντρα Ρώμης-Βρυξελλών, φαίνεται να συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες. Είναι από την αρχή ξεκάθαρο πως οι ισχυροί της Ευρωζώνης δεν έχουν περιθώρια να αντιμετωπίσουν την κυβέρνηση Κόντε, όπως είχαν αντιμετωπίσει την κυβέρνηση Τσίπρα το 2015. Η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα. Εάν οι Βρυξέλλες επιλέξουν τη σύγκρουση, επιβάλλοντας κυρώσεις στη Ρώμη, δεν θα πληγεί μόνο η ιταλική οικονομία. Θα κλυδωνιστεί ολόκληρη η ευρωπαϊκή οικονομία και μάλιστα σε μια δύσκολη περίοδο, η οποία γίνεται δυσκολότερη, επειδή σε μερικούς μήνες θα πραγματοποιηθούν οι ευρωεκλογές.
Κατά γενική ομολογία, οι ευρωεκλογές του ερχόμενου Μαΐου θα είναι μία δοκιμασία και για τις δύο εκδοχές του φιλελεύθερου κέντρου, και για τη σοσιαλδημοκρατία και για τη χριστιανοδημοκρατία. Σ’ όλο το μήκος και το πλάτος της Ευρώπης, η αντισυστημική ψήφος κερδίζει έδαφος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως το τοπίο την επομένη των ευρωεκλογών θα είναι ποιοτικά διαφορετικό από σήμερα.
Φαίνεται πως το Κίνημα των 5 Αστέρων και η Λέγκα επιδιώκουν να αγοράσουν πολιτικό χρόνο, ελισσόμενοι με διαπραγματεύσεις για το ύψος του ελλείμματος. Στο πλαίσιο αυτό κάνουν βήματα πίσω, με σκοπό να αποφύγουν μία μετωπική αντιπαράθεση με τους ισχυρούς της Ευρωζώνης και κυρώσεις από τις Βρυξέλλες. Ελπίζουν πως ο νέος συσχετισμός δυνάμεων που θα προκύψει από τις ευρωεκλογές θα διευρύνει τα περιθώρια κινήσεων της κυβέρνησης που έχουν συγκροτήσει.
Στις επόμενες μέρες, πάντως, το τοπίο θα ξεκαθαρίσει, αφού οι εκατέρωθεν προθέσεις θα διαφανούν. Μόνο τότε θα μπορεί να απαντήσει κανείς εάν η κυβέρνηση Κόντε κάνει τακτικούς ελιγμούς ή βρίσκεται στην αρχή μίας εντυπωσιακής κωλοτούμπας.
Πηγή: protothema.gr