Πολύτιμη πολλαπλά αποδεικνύεται η αμυντική συνδρομή της Ελλάδας στην εξέλιξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο μέτωπο της Ουκρανίας, όπως διαφάνηκε από τη χθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη με το Γερμανό Καγκελάριο, Όλαφ Σολτς.
Ειδικότερα, στη διμερή ατζέντα της συνάντησης, στην οποία περιλαμβανόταν όλα τα μείζονα περιφερειακά ζητήματα της περιόδου, το ζήτημα της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία βρέθηκε αρκετά ψηλά και για λόγους όχι μόνο συμβολικούς ή πολιτικούς. Αντίθετα, δρομολογήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών η ανταλλαγή Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης ανατολικογερμανικής προελεύσεως τύπου ΒΜΡ-1 του Ελληνικού Στρατού με ίσο αριθμό Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης γερμανικής κατασκευής, τύπου Marder, προκειμένου τα ελληνικά τεθωρακισμένα να διατεθούν για τις ανάγκες των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων.
Η υψηλή ζήτηση των Ουκρανών σε άρματα μάχης καταγράφηκε από τις πρώτες κιόλας ημέρες της ρωσικής εισβολής στη χώρα τον περασμένο Φεβρουάριο και σχετίζεται ευθέως με το ανάγλυφό της. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης με έκταση 600.000 τ.χ. και σχεδόν εξ’ ολοκλήρου επίπεδη, καθιστώντας τα τεθωρακισμένα βασικό εργαλείο για την επιτυχή έκβαση των χερσαίων επιχειρήσεων. Εξάλλου, η ρωσική εισβολή βασίστηκε σε πολύ μεγάλο μέρος στα άρματα μάχης το πρώτο διάστημα (πριν την έναρξη των μαζικών βομβαρδισμών ακόμη και εντός πόλεων για πολιτικούς κυρίως λόγους), με αποτέλεσμα η Δύση να εφοδιάζει διαρκώς τον ουκρανικό στρατό με φορητούς αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger και αντιαρματικούς Javellin.
Στην ελληνική περίπτωση, τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης BMP-1 (ΤΟΜΑ στα ελληνικά) είναι ρωσικής κατασκευής του 1966, ενώ η Αθήνα τα προμηθεύτηκε το 1994, από το απόθεμα της Ανατολικής Γερμανίας. Το γεγονός ότι αποτελούν οχήματα μάχης ρωσικής κατασκευής συνιστά το κρισιμότερο στοιχείο για τους Ουκρανούς, καθώς η ρωσική πολεμική τεχνολογία τους είναι εξαιρετικά οικεία (πάνω σε αυτή έχει εκπαιδευθεί πολύ μεγάλο μέρος -αν όχι όλο- των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων), οπότε δεν απαιτείται επιπλέον χρόνος για εκπαίδευση, όπως και ιδιαίτερη προσπάθεια εξοικείωσης των χειριστών τους με τις δυνατότητές τους. Επίσης, καθώς πρόκειται για τεθωρακισμένα, τα οποία αναπτύχθηκαν στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, απηχούν πλήρως το ψυχροπολεμικό πυρηνικό δόγμα, δηλαδή προστατεύουν με ειδικά συστήματά τους το πλήρωμα από βιολογικά και πυρηνικά όπλα (NBC protection system). Παρότι βαριά οπλισμένο, το BMP-1 θεωρείται ξεπερασμένο τεχνολογικά ως όχημα μάχης, αν και θεωρητικά είναι και αμφίβιο, ως προς τις τεχνικές του προδιαγραφές.
Στον αντίποδα, στα τέλη του Ψυχρού Πολέμου τοποθετείται η έναρξη του προγράμματος κατασκευής των Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης, τύπου Marder, που αναβαθμίστηκε το 1988. Σαφώς πιο σύγχρονα από το BMP-1, τα τεθωρακισμένα τύπου Marder αποτελούν τα βασικά ΤΟΜΑ (Τεθωρακισμένα Οχήματα Μάχης) του γερμανικού στρατού, μολονότι από φέτος οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις έχουν αρχίσει να παραλαμβάνουν τα υπερσύγχρονα Puma. Και στην περίπτωση των γερμανικών τεθωρακισμένων προβλέπεται προστασία του πληρώματος από πυρηνικά και βιολογικά όπλα, ενώ ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους, το οποίο καθιστά την παραχώρησή τους δελεαστική για την Αθήνα, είναι το γεγονός ότι φέρουν αντιαρματικούς πυραύλους MILAN που χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες στον ελληνικό στρατό, οπότε είναι εύκολη η ενσωμάτωσή τους, για τους χειριστές.
Διαβάστε ακόμη: protothema.gr