Ο ψηφιακός φόρος είναι προτεραιότητα και εάν δεν υπάρξει διεθνής συμφωνία για κάτι τέτοιο, το ζήτημα θα πρέπει να λυθεί εντός της Ε.Ε., δήλωσε χθες η Άνγκελα Μέρκελ παρουσιάζοντας τις προτεραιότητες της γερμανικής προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δίνοντας έτσι ένα ξεκάθαρο στίγμα ότι οι μεγάλοι αμερικανικοί κολοσσοί δεν θα γλιτώσουν τον ευρωπαϊκό φόρο.
Αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. οδεύει ολοταχώς πλέον στην επιβολή ευρωπαϊκού ψηφιακού φόρου, κάτι που αποτελεί “κόκκινο πανί” για την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία βρέθηκε στα πρόθυρα του εμπορικού πολέμου με τη Γαλλία, όταν η τελευταία ανακοίνωσε την επιβολή ψηφιακού φόρου μονομερώς.
Από τη στιγμή που η Γερμανία συντάσσεται με τη Γαλλία και ο ψηφιακός φόρος μπαίνει στην ευρωπαϊκή ατζέντα, είναι σαφές ότι ολόκληρη η Ε.Ε. είναι υποψήφια για αμερικανικά εμπορικά αντίμετρα.
Η αναφορά της Γερμανίδας καγκελαρίου σε πιθανή “διεθνή λύση” ήταν περισσότερο διπλωματική, αφού οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο έχουν περίπου μηδενιστεί, καθώς μόλις στα μέσα του περασμένου Ιουνίου ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν ενημέρωσε τους Ευρωπαίους ομολόγους του ότι οι ΗΠΑ αποχωρούν από τις συζητήσεις που διεξάγονταν στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ για μια συμφωνία σε έναν διεθνή φόρο για τις ψηφιακές εταιρείες -και όχι μόνον.
Στις διαπραγματεύσεις μεταξύ 140 χωρών, υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ, η συζήτηση αφορούσε τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής νομοθεσίας έτσι ώστε να καλύπτονται οι νέες δραστηριότητες εταιρειών όπως το Facebook, η Google, η Apple και η Amazone, που πραγματοποιούν τεράστιους τζίρους διεθνώς, αλλά μεταφέρουν λογιστικά τα κέρδη τους σε χώρες με χαμηλή φορολογία.
Η Γαλλία, που πρωτοστατεί στο θέμα του ψηφιακού φόρου είχε μάλιστα δηλώσει ότι εφόσον επιτευχθεί μια διεθνής συμφωνία, θα απέσυρε τον ψηφιακό φόρο επί του τζίρου των μεγάλων εταιρειών που είχε προαναγγείλει ότι θα επέβαλε μονομερώς μέσα στο 2020.
Μετα την απόσυρση των ΗΠΑ από τις συνομιλίες του ΟΟΣΑ, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λε Μερ είχε δηλώσει ότι η Γαλλία τελικά θα προχωρήσει στην επιβολή του φόρου.
Το θέμα ήταν ένα μεγάλο αγκάθι στις γαλλο-αμερικανικές σχέσεις, καθώς οι ΗΠΑ θεωρούν ότι πρόκειται για “επίθεση” σε αμερικανικές εταιρείες και είχαν προαναγγείλει την επιβολή δασμών μέχρι και 100% σε εμβληματικά γαλλικά προϊόντα, όπως το κρασί, ως αντίποινα στην περίπτωση επιβολής του γαλλικού ψηφιακού φόρου.
Τώρα πλέον, η δήλωση της Μέρκελ, σηματοδοτεί τη δημιουργία μετώπου μεταξύ των δύο μεγάλων χωρών της Ε.Ε., πολύ περισσότερο που ο ψηφιακός φόρος είναι και ένα από τα βασικά εργαλεία με τα οποία σχεδιάζεται να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. για την ανασυγκρότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας στην εποχή του Covid και την μετάβαση σε ένα ψηφιακό και «πράσινο» υπόδειγμα.
Η ψηφιακή μετάβαση της Ευρώπης, βέβαια, σημαίνει ξεκάθαρα τη χειραφέτηση από τους αμερικανικούς ψηφιακούς κολοσσούς, που στην πραγματικότητα αποτελούν μονοπώλια τα οποία δεν επιτρέπουν σε ευρωπαϊκές εταιρείες τεχνολογίας να αναπτυχθούν.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι ο ψηφιακός φόρος δεν είναι μόνο ένας τρόπος για να φορολογήσει τα αμερικανικά ψηφιακά μονοπώλια (τα οποία πληρώνουν αστεία ποσά φόρων στις ευρωπαϊκές χώρες) αλλά και ένα εργαλείο για να περιορίσει την παντοδυναμία τους και να επιτρέψει έτσι την ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού τεχνολογικού επιχειρηματικού οικοσυστήματος.