Τα ζητήματα της οικονομικής κρίσης τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021 -2027 (προϋπολογισμός της ΕΕ), αλλά και η πρωτοβουλία Μακρόν – Μέρκελ απασχόλησαν τη διαδικτυακή συζήτηση που οργάνωσε το γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα.
Στο debate συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινβουλίου, Δημήτρης Παπαδημούλης (GUE/NGL) και οι ευρωβουλευτές Γιώργος Κύρτσος (EPP) και Νίκος Ανδρουλάκης (S&D).
Η εκδήλωση έγινε ενόψει της παρουσίασης της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την πρόεδρο Ούρσουλα φον ντερ Λέιεν στην Ολομέλεια του ΕΚ, την Τετάρτη, 27 Μαΐου.
Στην αρχική τοποθέτηση του ο Δ. Παπαδημούλης έθεσε στο τραπέζι τα θετικά της γαλλο-γερμανικής πρότασης, τονίζοντας ότι ως τώρα στις κρίσεις οι ψαλίδα Βορρά-Νότου άνοιγε λόγω του δανεισμού των κρατών – μελών της περιφέρειας.
Επιπλέον, επισήμανε τη θέση που έχει διατυπώσει το ΕΚ, τα κονδύλια να δοθούν ως επιχορηγήσεις και όχι ως δάνεια, με τα κριτήρια κατανομής να στηρίζονται στις ανάγκες των κρατών-μελών με βάση το πόσο χτυπήθηκαν οι οικονομίες τους και όχι στη βάση του μεγέθους του ΑΕΠ τους.
Ο Δ. Παπαδημούλης χαρακτήρισε ως αρνητικό το μικρό σχετικά μέγεθος του Ταμείου της γαλλογερμανικής πρότασης, όταν η Κριστίν Λαγκάρντ λέει πως χρειάζεται ένα «μπαζούκας» 1,5 τρισ.
«Αν συγκρίνει κανείς το 0,5 τρισ. που προτείνουν Μέρκελ και Μακρόν, είναι το μισό από όσο δίνει μόνη της η γερμανική κυβέρνηση για την ενίσχυση των γερμανικών ομοσπονδιακών κυβερνήσεων (1 τρισ.). Αυτό εγκυμονεί έναν κίνδυνο εξαγορών από τις γερμανικές επιχειρήσεις, των φιλέτων των επιχειρήσεων του Νότου», προειδοποίησε.
Επιμένοντας στη γαλλο-γερμανική πρόταση, εμφανίστηκε ανήσυχος ότι η Κομισιόν δεν θα προτείνει τελικώς αυτή την πρόταση λόγω των υπέρμαχων της λιτότητας στην Ευρώπη. Μάλιστα, χαρακτήρισε πολιτικό και διαπραγματευτικό λάθος το γεγονός ότι δεν υπάρχει από το Νότο μια αντίρροπη πίεση, με τη μορφή μιας πιο προωθημένης πρότασης από αυτή της συμφωνίας Μακρον-Μέρκελ.
Ωστόσο, δεν απέκλεισε το σενάριο η πρόταση να αποτελεί διαπραγματευτικό χαρτί ώστε να υπάρξει ένας ασθενέστερος συμβιβασμός, δηλάδή μια κίνηση που απλά στοχεύει στην πίεση των «σφιχτών» της Ευρώπης.
Το ΕΚ πρέπει να επιδείξει σθεναρή στάση, να βάλει κόκκινες γραμμές για προϋπολογισμό και Ταμείο Ανάκαμψης, για να αποφύγει τον κίνδυνο τελικά να προταθεί ένας χαμηλότερος προϋπολογισμός τον οποίο το ΕΚ θα βρεθεί αναγκασμένο να επικυρώσει μπροστά στην πίεση του χρόνου ή της ανάγκης.
Από τη μεριά του ο Γ. Κύρτσος, ξεκίνησε την τοποθέτησή του επισημαίνοντας το θετικό πως η Ελλάδα είναι στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ ένα άλλο θετικό είναι ότι είμαστε στις αγορές. Επίσης «οι δημοσιονομικοί περιορισμοί του 2020 έχουν αρθεί, νομίζω και του 2021», υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία του προγράμματος, υπάρχουν τα κοινοτικά προγράμματα.
Επιπλέον, δήλωσε ότι συμφωνεί με τον Γιάννη Στουρνάρα για την ένταξη της Ελλάδας στον ESM, «να πάρουμε τα λεφτά και να τα ρίξουμε κυρίως στην ενίσχυση του ΕΣΥ», σημείωσε.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πρόσθετοι όροι -βλέπω την κυβέρνηση διστακτική και ορισμένους από την αντιπολίτευση να σηκώνουν τους τόνους, που βλέπουν νέα μνημόνια. Κατά την άποψή μου ο βαθμός επιτήρησης είναι ο ίδιος, είτε πας είτε δεν πας» (στον Μηχανισμό).
Ο ευρωβουλευτής της ΝΔ δήλωσε υπέρ της δημιουργίας bad bank -«και σε αυτό συμφωνώ με τον Στουρνάρα- γιατί ναι μεν υπάρχουν τα προγράμματα “Ηρακλής” κλπ, αλλά πόσο χρόνο έχουμε; Αν είναι να φάμε τα επόμενα 4-5 χρόνια διαχειριζόμενοι τα κόκκινα δάνεια (…) πάμε σε τραπεζικές περιπέτειες. Άρα, χρειάζεσαι ένα μήνυμα ότι αλλάζουν οι κανόνες και το μήνυμα αυτό μπορεί να το στείλει η bad bank», πρόσθεσε.
«Το ευρωπαϊκό Ταμείο που όλοι περιμένουμε ως μάννα εξ ουρανού θα αρχίζει να λειτουργεί το 2021, άρα θα δεις λεφτά από αυτό πιθανότατα το φθινόπωρο του 2021, για να μην πω αρχές του 2022», ενώ επέμεινε στην αύξηση των κοινοτικών κονδυλίων, κάτι που είναι και θέση της ελληνικής κυβέρνησης και των πολιτικών κομμάτων, επίσης διεκδίκησε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης να μπει υπό τον έλεγχο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το κρίσιμο, σύμφωνα με τον Ν. Ανδρουλάκη, για το Ταμείο Ανάκαμψης είναι κατά πόσο το ποσοστό επιδοτήσεων θα είναι κατά πολύ υψηλότερο από τα δάνεια. «Εκεί θα είναι η σύγκρουση, εμείς αισιοδοξούμε να είναι της τάξης του 60%-70% του συνολικού ποσού που θα αποφασισθεί».
Ο Νίκος Ανδρουλάκης σχολίασε πως «τα ποσά που χρειάζεται η Ελλάδα δεν τα γνωρίζει κανείς, γιατί δεν έχει περάσει η πανδημία, όπως δεν γνωρίζουμε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν ξέρουμε αν θα υπάρξει δεύτερο κύμα της πανδημίας, ένα νέο lockdown».
Στη συνέχεια μίλησε για την ανάγκη περαιτέρω ευρωπαίκών κονδυλίων τονίζοντας ωστόσο τον κίνδυνο για την Ελλάδα «να πάρει πολύ υψηλά δάνεια χαμηλού κόστους, αλλά, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος της ραγδαία.
«Μπορεί φέτος να παίρνουμε τα χρήματα χωρίς δεσμεύσεις, αλλά του χρόνου μέσα από μια αναιμική ανάπτυξη και ραγδαία αύξηση χρέους, να έχουμε μια νέα κρίση δανεισμού, άρα και ένα νέο μνημόνιο» είπε.
Έτσι, πρότεινε «να απορροφήσουν οι αδύναμες δημοσιονομικά οικονομίες περισσότερες επιδοτήσεις παρά δάνεια, ώστε να κάνουμε ανασυγκρότηση της οικονομίας μας χωρίς να αυξήσουμε ραγδαία το δημόσιο χρέος».