Κοιτάζοντας τον πίνακα με τις τελευταίες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, μία χώρα ξεχωρίζει: η Ισπανία.
Με ρυθμό ανάπτυξης 2,7% το 2023 και προβλέψεις για 2,9% το 2024 και 2,1% το 2025, η χώρα της Ιβηρικής Χερσονήσου αφήνει πίσω τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία.
Και αυτή είναι η συνέχεια μίας ισχυρά ανοδικής πορείας που ξεκίνησε μετά την πανδημία του κορωνοϊού.
«Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ισπανία έχει εδραιώσει τη θέση της ως μία από τις κινητήριες δυνάμεις της Ευρωζώνης, ξεπερνώντας επανειλημμένα όλες τις προσδοκίες για την ανάπτυξη. Ενδεικτικά, από το πρώτο τρίμηνο του 2022 έως το πρώτο τρίμηνο του 2024, η ισπανική οικονομία έχει αναπτυχθεί κατά 6,5%, ενώ η γερμανική οικονομία έχει υποστεί ελαφρά υποχώρηση» σημειώνει το Ινστιτούτο ESADE στην «Οικονομική και Χρηματοοικονομική έκθεση για το δεύτερο εξάμηνο του 2024», που συντάχθηκε με την υποστήριξη της Banco Sabadell.
Εξαγωγές, ενέργεια και μετανάστευση
Πού οφείλονται οι εντυπωσιακές επιδόσεις της Ισπανίας; Είναι προϊόν συγκεκριμένων πολιτικών; Ή πρόκειται απλά για μία οικονομία που ξεκινάει από πιο χαμηλά και έτσι είναι πιο εύκολο να ανέβει;
«Η ισπανική οικονομία παίρνει ώθηση από δύο κινητήριες δυνάμεις: τις εξαγωγές και τη μετανάστευση. Καμία από αυτές δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης ισπανικής κυβερνητικής πολιτικής» εξηγεί στο newmoney ο Όσκαρ Γκουινέα, ανώτερος οικονομολόγος στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας (ECIPE).
«Τούτου λεχθέντος, η ισπανική κυβέρνηση ψήφισε νόμους για τον εξορθολογισμό του αριθμού των συμβάσεων εργασίας, τη διευκόλυνση της εισόδου στην αγορά εργασίας των ανήλικων μεταναστών, την αποσύνδεση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος από τις τιμές του φυσικού αερίου και τη στήριξη των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτές οι πολιτικές είχαν θετικές επιπτώσεις στην ισπανική οικονομία και συνέβαλαν στην επιτυχία της.»
Ο χειρισμός της ενεργειακής κρίσης από την ισπανική κυβέρνηση θεωρείται καθοριστικός για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Αρχικά, η κυβέρνηση Σάντσεθ έδωσε φορολογικά κίνητρα και έκανε πιο εύκολη τη γραφειοκρατία για εγκατάσταση ΑΠΕ.
Όταν ξέσπασε η ενεργειακή κρίση, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ισπανική κυβέρνηση -μετά από σχετική έγκριση των Βρυξελλών- προχώρησε στο πρωτοφανές μέτρο αποδέσμευσης της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας από το κόστος του φυσικού αερίου, προστατεύοντας επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την εκτόξευση των τιμών ενέργειας.
Σήμερα, η Ισπανία διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη υποδομή ΑΠΕ στην Ευρώπη (μετά τη Γερμανία) και η παραγωγή ενέργειας πολλές φορές είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση, γεγονός που πιέζει προς τα κάτω τις τιμές για τον τελικό καταναλωτή.
Publicamos el Informe Económico y Financiero #35 de@Esade, donde analizamos la coyuntura económica española e internacional y las implicaciones económicas del superaño electoral.https://t.co/VPvANsijc7
Hilo con las ideas centrales 👇
— EsadeEcPol (@EsadeEcPol) July 11, 2024
«Τέσσερις παράγοντες ευνόησαν τις καλές επιδόσεις της ισπανικής οικονομίας» σημειώνει η έκθεση του ESADE.
«Ο πρώτος (και σε πλήρη αντίθεση με τις κύριες οικονομίες της Κεντρικής Ευρώπης) έχει να κάνει με την ενέργεια: η χαμηλή εξάρτηση από τη Ρωσία, η ικανότητα αποθήκευσης φυσικού αερίου και η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μας επέτρεψαν να διατηρήσουμε σταθερό ενεργειακό εφοδιασμό και να μειώσουμε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Ο δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με τον πολύ θετικό ρυθμό των εξαγωγών, ιδίως των εξαγωγών υπηρεσιών, με τον τουρισμό να ξεπερνά σαφώς τα προ της πανδημίας αποτελέσματα.
Ο τρίτος ήταν η δημόσια κατανάλωση με ισχυρές δεσμεύσεις δαπανών που συνδέονται με ορισμένες πολιτικές προσωρινού χαρακτήρα -όπως η αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης- και άλλες πιο διαρθρωτικού χαρακτήρα -όπως το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή οι συντάξεις.
Τέλος, η ιδιωτική κατανάλωση παρέμεινε πολύ ισχυρή, ευνοούμενη από μια πολύ ζωηρή αγορά εργασίας που επέτρεψε τη συνεχή αύξηση της απασχόλησης, του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.
Από την άποψη αυτή, αξίζει να τονιστεί η συμβολή της μετανάστευσης στην ανάπτυξη: οι εργαζόμενοι από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Λατινική Αμερική ήταν υπεύθυνοι για το 54% της δημιουργίας θέσεων εργασίας από τα μέσα του 2022.»
Εξωστρέφεια πέρα από τον τουρισμό
Μπορεί στον εξαγωγικό τομέα, οι επιδόσεις του τουρισμού να είναι εντυπωσιακές (το 2024 αναμένεται να καταγραφεί νέο ρεκόρ τουριστικών αφίξεων), ωστόσο η εξωστρέφεια της ισπανικής οικονομίας δεν περιορίζεται στον τουρισμό.
«Ο τουρισμός έχει πολύ καλές επιδόσεις και αποτελεί μοχλό οικονομικής ανάπτυξης» μας είπε ο Ο. Γκουινέα. «Το 2022, αντιπροσώπευε το 11,6% του ισπανικού ΑΕΠ (Ισπανική Στατιστική Υπηρεσία, INE).
Ωστόσο, οι εξαγωγές μη τουριστικών υπηρεσιών, όπως οι επιχειρηματικές υπηρεσίες, τα logistics ή οι Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνιών (ICT), έχουν επίσης πολύ καλές επιδόσεις.
Αυτές οι εξαγωγές υψηλής αξίας πήγαν από το 5,1% του ισπανικού ΑΕΠ που αντιπροσώπευαν το 2014 στο 7,1% το 2022. Ως αποτέλεσμα, υπήρξε αύξηση της απασχόλησης σε αυτούς τους τομείς στους οποίους η παραγωγικότητα και οι μισθοί είναι πάνω από τον μέσο όρο.»
Η επιβράβευση των αγορών και οι προκλήσεις
Αναγνωρίζοντας την ισχυρή ανάκαμψη της ισπανικής οικονομίας και την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, οι επενδυτές την επιβραβεύουν μειώνοντας το κόστος δανεισμού σε επίπεδα πιο χαμηλά από τα αντίστοιχα της Γαλλίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι καλές επιδόσεις συνοδεύονται από προκλήσεις.
Η κρίση του κόστους στέγασης έχει οδηγήσει χιλιάδες Ισπανούς στους δρόμους, να διαμαρτύρονται κατά του μαζικού τουρισμού.
Η έκθεση του ESADE για το δεύτερο εξάμηνο του 2024 εντοπίζει τρεις προκλήσεις:
• την απόκλιση στην παραγωγικότητα σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της ΕΕ,
• την έλλειψη ιδιωτικών επενδύσεων (αν και έχουν αυξηθεί ελαφρώς τους τελευταίους μήνες λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων και της μεγαλύτερης αισιοδοξίας)
• και το δημοσιονομικό τοπίο.
Επίσης, η εξωστρέφεια της οικονομίας την καθιστά ευάλωτη στις διεθνείς οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις.
«Το 2023, οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν υψηλότερες στην Ισπανία από ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες ή στην Κίνα (Ισπανία 39,0%, ΗΠΑ 11,6%, Κίνα 19,7%, Word Bank)» σημειώνει ο Ο. Γκουινέα.
«Ως εκ τούτου, ως οικονομία προσανατολισμένη στις εξαγωγές, η συνεχής επιτυχία της Ισπανίας εξαρτάται από την ικανότητά της να αξιοποιεί την εξωτερική ζήτηση. Από τη μία πλευρά, αυτό είναι ένα καλό νέο, διότι οι εταιρείες με εξαγωγικό προσανατολισμό τείνουν να είναι πιο παραγωγικές και συνδέονται με ξένες εταιρείες τεχνολογικής αιχμής. Η υψηλότερη παραγωγικότητα και τεχνολογία διαχέεται στην εγχώρια οικονομία και ωφελεί άλλες μη εξαγωγικές ισπανικές εταιρείες.
Από την άλλη πλευρά, οι ισπανικές εταιρείες είναι πιο ευάλωτες στους γεωπολιτικούς κινδύνους από τις ενέργειες κυβερνήσεων τρίτων χωρών και στις οικονομικές επιδόσεις άλλων χωρών που καταναλώνουν ισπανικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Μακροπρόθεσμα, η ισπανική οικονομία θα συνεχίσει να έχει καλές επιδόσεις εάν καταφέρει να αυξήσει την παραγωγικότητά της. Για αυτό απαιτείται να επενδύσει περισσότερο σε υλικό, άυλο και ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η Ισπανία αντιπροσωπεύει το 8,6% του ΑΕΠ της ΕΕ. Αυτό δεν αρκεί για να οδηγήσει σε συνολική αύξηση του ΑΕΠ της ΕΕ, αλλά μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για τις άλλες χώρες της ΕΕ ότι υπάρχουν και άλλες πηγές οικονομικής ανάπτυξης, όπως οι εξαγωγές υπηρεσιών υψηλής ποιότητας, εκτός από την παλιομοδίτικη μεταποίηση.»
Διαβάστε ακόμη
POS: Eληξε η διορία για να μπει το αυτοκόλλητο σήμα στα ΤΑΞΙ
Μειώσεις άμεσων φόρων ως το 2027 με έσοδα από τη φοροδιαφυγή
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα