Σε θέσεις μάχης μπαίνουν τα λεγόμενα φειδωλά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς μαίνεται η συζήτηση για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ. Μέχρι το ξέσπασμα της πανδημίας, οι κυβερνήσεις της ΕΕ έπρεπε να ακολουθήσουν κοινούς δημοσιονομικούς κανόνες, (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης) που προέβλεπε ανώτατο όριο στο δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ και έλλειμμα μέχρι 3%.
Ωστόσο οι κανόνες ανεστάλησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας (σ.σ γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης) και στη συνέχεια ξανά το 2022 λόγω του οικονομικού σοκ που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι μεγάλες διαφορές στα επίπεδα χρέους μεταξύ των χωρών καθιστούν πλέον μη ρεαλιστική την ομοιόμορφη εφαρμογή των κοινών κανόνων σε ολόκληρη την ΕΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί μεν την επιστροφή σε αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες με στόχο τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων, αλλά με ευελιξία. Λαμβάνοντας δηλαδή υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε κράτους- μέλους ξεχωριστά.
Ωστόσο, η Γερμανία διαφωνεί.
Το Βερολίνο φοβάται ότι οι προτάσεις της Κομισιόν θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαρκή πολιτικά παιχνίδια ανάμεσα στις εθνικές κυβερνήσεις και τις Βρυξέλλες και ουσιαστικά η μείωση του δημοσίου χρέους να παγώσει. Σε αυτό το πλαίσιο η Γερμανία ζητεί η όποια αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ να περιλαμβάνουν ρητώς δεσμεύσεις για συγκεκριμένη, ποσοστιαία, μείωση του χρέους.
Κάτι που σημαίνει ότι οι χώρες με «υψηλό χρέος» θα πρέπει να λαμβάνουν μέτρα μείωσής του κατά 1% ανά έτος, ενώ οι χώρες με «μέσο επίπεδο χρέους» κατά 0,5%. Αν και δεν είναι ξεκάθαρο ποια κράτη – μέλη θα εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία και ποια στη δεύτερη, η Ελλάδα, με ποσοστό χρέος στο 178% του ΑΕΠ και η Ιταλία με 147% του ΑΕΠ, είναι βασικές υποψήφιες για την κατηγορία του 1% ανά έτος. Παράλληλα η Γερμανία ζητεί να υπάρχει ρητή αναφορά και για τα ελλείμματα, μέσω ενός μηχανισμού που θα διασφαλίζει ότι οι εθνικές κυβερνήσεις δεν θα μπορούν να δαπανούν περισσότερο από το 1% των εσόδων που θα προκύψουν από την ανάκαμψη της οικονομίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει τις τελικές της προτάσεις στα τέλη Απριλίου, ωστόσο μετά τις ενστάσεις του Βερολίνου η κατάσταση περιπλέκεται.
Διαβάστε ακόμη:
Ανοίγει πόρτα χρηματοδότησης σε 60.000 ΜμΕ – Μητσοτάκης: Στόχος καλύτεροι μισθοί και αμοιβές