Στους δρόμους της Σλοβακίας χιλιάδες πολίτες για το επαπειλούμενο «λουκέτο» στη δημόσια ραδιοτηλεόραση RTVS, με τις διαμαρτυρίες τους ωστόσο να πέφτουν στο κενό.
Το Κοινοβούλιο της χώρας ενέκρινε το «λουκέτο» στις 21 Ιουνίου, με την αντιπολίτευση να απέχει από την ψηφοφορία σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η απόφαση ισχύει από 1ης Ιουλίου. Επισήμως, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρόμπερτ Φίτσο, μία ιδιότυπη φιλορωσική συμμαχία αριστερών και δεξιών λαϊκιστών, κάνει λόγο για αναγκαία «μεταρρύθμιση» του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα.
Ανεξάρτητοι σχολιαστές καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση προχώρησε σε αυτή τη δραστική λύση, καθώς η υφιστάμενη νομοθεσία δεν της επέτρεπε να αντικαταστήσει τη διοίκηση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης πριν από το 2027. «Δεν μιλάμε για τυπικές αλλαγές» τονίζει η Σόνα Βαίσοβα, επιτελικό στέλεχος της δημόσιας ραδιοφωνίας, στο Καθολικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΝΑ). «Ο φόβος μας είναι ότι αποκλειστικός στόχος της νέας νομοθεσίας είναι να τεθεί η ραδιοτηλεόραση υπό πλήρη κρατικό έλεγχο».
Στο ίδιο μήκος κύματος ο Βλάντιμιρ Άμριχ, δημοσιογράφος του RTVS, ανέφερε προ ημερών στο πρακτορείο AP: «Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι θα υπάρξει κυβερνητική παρέμβαση στο έργο μας, ότι η δημοσιογραφία θα χειραγωγείται, ότι δεν θα μπορούμε να εργαστούμε σε συνθήκες ελευθερίας και ανεξαρτησίας. Ακούμε συνεχώς από τους πολιτικούς μας ότι θέλουν να διευρύνουν τον πλουραλισμό στα ΜΜΕ, δηλαδή σαν να λέμε ότι θέλουν να δώσουν φωνή σε αυτούς που πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη…».
Λιγότερη ή …περισσότερη πολυφωνία;
Είναι πράγματι αξιοσημείωτο ότι οι υποστηρικτές της νέας νομοθεσίας αντιστρέφουν τα συνήθη επιχειρήματα περί ελεύθερης δημοσιογραφίας και πολυφωνίας. Ισχυρίζονται ότι οι ίδιοι βάζουν «λουκέτο» στη δημόσια ραδιοτηλεόραση ακριβώς για να διασφαλίσουν την πολυφωνία και την ελεύθερη έκφραση, την οποία οι κατεστημένες δημοσιογραφικές ελίτ επιχειρούσαν να περιορίσουν.
Όπως λέει ο αντιπρόεδρος του σλoβακικού Κοινοβουλίου Λούμπος Μπλάχα, «μόλις κάποιος εκφράσει μία διαφορετική άποψη, θεωρείται εξτρεμιστής και δεν έχει πρόσβαση στον δημόσιο διάλογο. Αυτή είναι η προσέγγιση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και θέλουμε να την αλλάξουμε. Το μόνο που θέλουμε είναι περισσότερη ελευθερία και μεγαλύτερο πλουραλισμό».
Διαβάστε τη συνέχεια στη DW