Η ύφεση που πλήττει την παγκόσμια οικονομία είναι πολύ διαφορετική από τις υφέσεις του παρελθόντος και αυτό αυξάνει τις νέες προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπες οι κεντρικές τράπεζες και οι φορείς χάραξης πολιτικής, επισημαίνει η Ιζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ, μιλώντας στο CNBC.
H τρέχουσα κρίση πλήττει τον κλάδο των υπηρεσιών, που σχεδόν «πάγωσε» από τη στιγμή που τέθηκαν σε ισχύ οι κοινωνικοί περιορισμοί σε όλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια του 2020. Παρά το γεγονός ότι οι περιορισμοί αυτοί χαλάρωσαν κατά τους θερινούς μήνες, πολλά εστιατόρια, μπαρ, καφέ, ξενοδοχεία, αλλά και τα περισσότερα καταστήματα λιανικής πώλησης έπρεπε να κλείσουν για ακόμα μια φορά τις πόρτες τους, καθώς ενέσκηψε το δεύτερο – και χειρότερο – κύμα κορωνοϊού.
«Αυτή η ύφεση στον κλάδο υπηρεσιών ενδέχεται να είναι διαφορετική από μια “κανονική” ύφεση. Αρα το ερώτημα είναι: πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να έρθει ανάκαμψη; Ενα άλλο θα είναι: ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην απασχόληση;», διερωτάται η Σνάμπελ.
Τα σχόλιά της έπονται της ομιλίας της διευθύντριας της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, κατά την οποία υπογράμμισε ότι «ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που έχασαν τις δουλειές τους την περασμένη άνοιξη έμεινα εκτός της αγοράς εργασίας και σταμάτησαν να αναζητούν δουλειά, με 3,2 εκατ. εργαζόμενους να θεωρούν ότι δεν πρόκειται να ξαναβρούν νέα εργασία».
Ολοι οι παραπάνω δεν έχουν καταγραφεί ως άνεργοι κι έτσι δεν συμπεριλαμβάνονται στα επίσημα στοιχεία για την ανεργία.
Το ποσοστό ανεργίας έχει αυξηθεί στην ευρωζώνη – τα τελευταία στοιχεία τοποθετούν το ποσοστό στο 8,3% για τον Σεπτέμβριο – ωστόσο δεν έχει φτάσει ακόμα τα επίπεδα προηγούμενων κρίσεων, όταν η μείωση της απασχόλησης σήμαινε αυτομάτως και την αύξηση των επιπέδων ανεργίας. Το ποσοστό ξεπέρασε το 12% το 2013 κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη.
Όπως ανέφερε η Σνάμπελ στο CNBC, τα σχέδια αναστολής συμβάσεων εργασίας έχουν αποτρέψει μια μαζική αύξηση στον αριθμό των ανέργων, ωστόσο την ίδια ώρα, «κάποιοι άνθρωποι στην πραγματικότητα απλώς σταμάτησαν να εργάζονται και δεν προσμετρώνται ως άνεργοι».
Επιπροσθέτως, η ΕΚΤ ανησυχεί για το πώς θα πλήξει η κρίση της πανδημίας διαφορετικά τμήματα του πληθυσμού.
«Αυτό που βλέπουμε επίσης, που νομίζω ότι είναι σημαντικό, είναι ότι πλήττει διαφορετικές χώρες, πολύ διαφορετικά και στη συνέχεια πλήττει και τους ανθρώπους σε αυτές τις χώρες με πολύ διαφορετικό τρόπο», ανέφερε η Σνάμπελ. «Αυτό γεννά νέες δυσκολίες , κυρίως από δημοσιονομικής πλευράς,, αλλά φυσικά, επηρεάζει και τη νομισματική πολιτική».
Υπάρχουν αποδείξεις ότι οι νέοι και οι γυναίκες είναι οι κατηγορίες που έχουν πληγεί περισσότερο κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης. Οι νέοι εργαζόμενοι τείνουν να έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου , γεγονός που τους κάνει πιο ευάλωτους σε απολύσεις. Και πολλές γυναίκες εργάζονται σε τομείς με μεγάλη διαπροσωπική επαφή, που έχουν επηρεαστεί πολύ σοβαρά από την πανδημία.
Η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύχθηκε κατά 12,7% κατά τη διάρκεια του γ’ τριμήνου του 2020 – πρόκειται για τη μεγαλύτερη ανάπτυξη που έχει καταγραφεί, καθώς χαλάρωσαν τα μέτρα περιορισμού. Η ανάπτυξη ακολούθησε μια συρρίκνωση 11,8% κατά το β’ τρίμηνο, όταν ήταν σε ισχύ αυστηρά μέτρα περιορισμού.
Η ΕΚΤ έχει υπαινιχθεί ότι ετοιμάζεται για περισσότερη δημοσιονομική στήριξη στην ευρωζώνη. Μιλώντας νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα μπορεί να εισαγάγει πιο ευνοϊκές συνθήκες για τις τράπεζες και να προχωρήσει σε επιπλέον αγορές κρατικών ομολόγων, καθώς προσπαθεί να διατηρήσει την οικονομία ζωντανή.
«Είναι σημαντικό ο δανεισμός να παραμείνει όσο ισχυρός χρειάζεται», είπε η Σνάμπελ, για να προσθέσει ότι η ΕΚΤ κοιτάζει όλα τα διαθέσιμα εργαλεία.
«Υπάρχουν λόγοι γιατί δεν μειώσαμε τα επιτόκια στο παρελθόν και τώρα θα πρέπει να ελέγξουμε αν αυτοί οι λόγοι εξακολουθούν να υφίστανται», απάντησε ερωτηθείσα για πιθανές αλλαγές στα επιτόκια τον Δεκέμβριο.
Η ΕΚΤ ξεχώρισε στην αρχή της κρίσης επειδή επέλεξε να μην μειώσει τα επιτόκια, σε αντίθεση με την Federal Reserve και την Τράπεζα της Αγγλίας.
«Όλες οι αποφάσεις μας για τη νομισματική πολιτική αποτελούν πάντα ανάλυση μεταξύ κόστους και οφέλους και έτσι πρέπει να εξετάσουμε την αποτελεσματικότητα των μέτρων στις τρέχουσες συνθήκες, ενώ πρέπει να σκεφτούμε και τις παρενέργειες. Στο πλαίσιο αυτό, θα επιλέγουμε πάντα εκείνα τα εργαλεία για τα οποία λειτουργεί αυτή η ισορροπία», επισήμανε η Σνάμπελ.
Διαβάστε ακόμη:
– «Καμπάνακι» από ΔΝΤ για τον πρόωρο τερματισμό των μέτρων στήριξης
-Deutsche Βank: Στα μέσα του 2021 η επαναφορά του παγκόσμιου ΑΕΠ στα προ κορωνοϊού επίπεδα
-Πατέλης στο Bloomberg: Συζητάμε με 3 τράπεζες του Σίτι να έρθουν στην Ελλάδα