Για πρώτη φορά η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε διαδικασία ρύθμισης των εφαρμογών της «τεχνητής νοημοσύνης», δηλαδή των προγραμμάτων που έχουν δυνατότητες κατανόησης και αναπαραγωγής των ανθρώπινων γνωστικών λειτουργιών.
Στις 14 Ιουνίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόκειται να συζητήσει επί ενός σχετικού νομοσχεδίου.
Ο Σαμ Άλτμαν, επικεφαλής της εταιρείας OpenAI της Καλιφόρνια, η οποία λάνσαρε το πολυσυζητημένο ChatGPT, είχε προειδοποιήσει κατά της υπερβολικής ρύθμισης σε πρόσφατη επίσκεψή του στη Γερμανία, όπου συναντήθηκε μάλιστα και με τον Καγκελάριο Όλαφ Σολτς, κάνοντας λόγο ακόμη και για ενδεχόμενη διακοπή της λειτουργίας του ChatGPT στην Ευρώπη.
Ωστόσο, ο Άλτμαν απέσυρε τη συγκεκριμένη απειλή, δηλώνοντας πως το κανονιστικό πλαίσιο φαίνεται θετικό, αλλά «χρειαζόμαστε περισσότερη σαφήνεια».
Απαραίτητη η σύμπνοια με τα ευρωπαϊκά πρότυπα
Ο Ρενέ Ρεπασί, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αντιμετωπίζει μάλλον ψύχραιμα την πίεση που ασκεί η OpenAI, θυγατρική της Microsoft. Εξάλλου, η ευρωπαϊκή αγορά είναι πολύ ελκυστική για τους παρόχους τεχνητής νοημοσύνης για να την αγνοήσουν.
«Όποιος θέλει να πουλήσει την τεχνητή νοημοσύνη εδώ, οφείλει να ακολουθεί τα δικά μας πρότυπα», λέει ο Ρεπασί, ο οποίος ασχολείται με το αντικείμενο για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Ο ευρωβουλευτής βρίσκεται σε επαφή και με τους συναδέλφους του στις Η.Π.Α., όπου επίσης επιδιώκεται η διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου. «Θέλουμε να διαμορφώσουμε ουσιαστικές κατευθυντήριες γραμμές και όχι να ανταγωνιζόμαστε ο ένας τον άλλον», λέει.
Οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας διαθέτουν πολλά κεφάλαια, τεράστιες ποσότητες δεδομένων και μια μοναδική υπεροχή, που θέλουν και να υπερασπιστούν. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί θα εμποδίζουν τις νεοσύστατες επιχειρήσεις στην ΕΕ να αναπτύξουν περαιτέρω την τεχνητή νοημοσύνη, όπως λέει ο Ρεπασί:
«Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί τεχνολογικοί κολοσσοί εδράζουν στις Η.Π.Α. οφείλεται περισσότερο στο ότι υπάρχουν αγορές όπου κυριαρχούν τα μονοπώλια, παρά με το πού ευνοείται περισσότερο η μεγαλύτερη καινοτομία».
Διαβάστε τη συνέχεια στην DW