Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ο δυτικός κόσμος θέλει να περιορίσει κατά το δυνατόν τις οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία. Η Μόσχα συνεχίζει φυσικά να δραστηριοποιείται σε όλον τον κόσμο, όπως ακριβώς και σε ένα σημαντικό οικονομικό κέντρο αυτού: Στην Ελβετία.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί έτσι ένα διττό πρόβλημα για την Ελβετία: Τόσο στις τράπεζες, όσο και στο εμπόριο πρώτων υλών.
Προσφάτως, Αμερικανοί γερουσιαστές κατηγόρησαν τις ελβετικές τράπεζες πως βοηθούν τη Ρωσία στην παράκαμψη των δυτικών κυρώσεων.
Αναφορικά με το εμπόριο πρώτων υλών, ο Ελβετός Μαρκ Πιέτ, συνταξιούχος καθηγητής νομικής και πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση της διαφθοράς επί σχεδόν 25 χρόνια, δηλώνει στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) ότι υποθέτει πως «άνθρωποι στην Ελβετία βοηθούν τον πρόεδρο Πούτιν και τους φίλους του να παρακάμψουν τις κυρώσεις». Όπως εξηγεί, το πρόβλημα έγκειται στο ότι «ο τομέας των πρώτων υλών είναι εντελώς ανεξέλεγκτος».
Το Υπουργείο Οικονομικών των Η.Π.Α. θέλησε να παρασταθεί τη Δευτέρα (24 Ιουλίου) στην Ένωση Εμπορευματικών Συναλλαγών (STSA) στη Γενεύη. Η συζήτηση αφορά τον παγκόσμιο ενεργειακό εφοδιασμό και τις συνέπειες των κυρώσεων σε αυτόν και αναμένεται πως οι Αμερικανοί θα θελήσουν να μιλήσουν δίχως υπεκφυγές.
Ένας από τους σημαντικότερους κόμβους παγκοσμίως
Ρολόγια, τυρί και σοκολάτα: Αυτές είναι οι εξαγωγικές επιτυχίες της Ελβετίας, όμως η χώρα είναι επίσης ένας από τους σημαντικότερους κόμβους παγκοσμίως για το εμπόριο πρώτων υλών. Από τις περίπου 900 εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα, πολλές έχουν την έδρα τους στην Ελβετία, όπως οι Glencore, Vitol, Trafigura, Mercuria και Gunvor.
Ο κύκλος εργασιών της Glencore για το 2022 ήταν σχεδόν τόσο μεγάλος, όσο εκείνος της Volkswagen, της μεγαλύτερης γερμανικής εταιρείας. Οι επιχειρήσεις με τη Ρωσία έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Ωστόσο ορισμένοι εξακολουθούν να εμπορεύονται διυλισμένα ρωσικά πετρελαιοειδή – και όλα αυτά χωρίς να παραβιάζουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, όπως επισημαίνουν.
«Ο πόλεμος έφερε στο προσκήνιο με τραγικό τρόπο τους στενούς δεσμούς μεταξύ της Ελβετίας, ως κέντρου εμπορίας πρώτων υλών, και διαφόρων αυταρχικών καθεστώτων», λέει στο dpa η Φραντσίσκα Ρίζερ, βουλευτής των Πρασίνων. «Πριν από τον πόλεμο το 80% του ρωσικού εμπορίου πρώτων υλών περνούσε από τη Γενεύη, το Τσουγκ, το Λουγκάνο και τη Ζυρίχη».
Διαβάστε τη συνέχεια στην DW