search icon

Ευρώπη

DW: Η χορτοφαγία στη Γερμανία βλάπτει σοβαρά την οικονομία

Σε ανακατάταξη ο κλάδος κρέατος, καθώς μεγάλος παίκτης στη χώρα θέλει να πουλήσει την επιχείρησή του

«Το σχέδιό μας είναι να επικεντρωθούμε στην παραγωγή στις χώρες της Μπενελούξ», δήλωσε πριν λίγες ημέρες ο διευθύνων σύμβουλος της Vion, Ρόναλντ Λότγκερινκ, εξηγώντας το σχέδιο της ολλανδικής εταιρείας να αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από τη Γερμανία.

Η απόφαση αυτή προκαλεί εντύπωση λόγω του τρόπου οργάνωσης της εταιρείας. Η Vion διαθέτει 16 εγκαταστάσεις παραγωγής στη Γερμανία, όταν στις Κάτω Χώρες υπάρχουν μόνο οι μισές. Σύμφωνα με την εφημερίδα Handelsblatt, γνώστης του κλάδου περιγράφει την αποχώρηση της Vion από τη Γερμανία ως «αναγκαστική πώληση».

Και οι αριθμοί φαίνεται να το επιβεβαιώνουν. Την περίοδο οικονομικής χρήσης 2022, οι ζημίες του ομίλου είχαν αυξηθεί από 29 εκατομμύρια ευρώ σε 108 εκατομμύρια ευρώ.

Η Vion, η οποία ιδρύθηκε πριν από 90 χρόνια ως μονάδα επεξεργασίας κρεάτων, είναι σήμερα μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες κρέατος στον κόσμο. Η εταιρεία, η οποία έχει επανειλημμένα απασχολήσει αρνητικά τα πρωτοσέλιδα, με κατηγορίες όπως κακή υγιεινή έως βασανισμό των ζώων, είναι το τρίτο μεγαλύτερο σφαγείο στη Γερμανία. Μόνο η Westfleisch και -με μεγάλη διαφορά- ο όμιλος Tönnies την ξεπερνούν στις πρώτες θέσεις της αγοράς.

Κρεατικά αλλά χωρίς… κρέας

Όμως, όχι μόνο ο όμιλος Vion, αλλά ολόκληρος ο κλάδος υποφέρει από τη συρρίκνωση των πωλήσεων. Ένας λόγος για αυτό είναι η διατροφική συμπεριφορά των Γερμανών, απλά επειδή τρώνε λιγότερο κρέας. Η παρατήρηση αυτή έχει γίνει και από τη Γερμανική Διατροφική Εταιρεία (DGE), η οποία εμφανίζεται ως ανεξάρτητος συμβουλευτικός οργανισμός για τη διατροφική επιστήμη.

Η οικοτροφολόγος Ζίλκε Ρεστμάιερ από την DGE δήλωσε στην Deutsche Welle: «Η μακροπρόθεσμη τάση μείωσης της κατανάλωσης κρέατος στη Γερμανία συνεχίζεται. Σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία του Ομοσπονδιακού Κέντρου Πληροφοριών για τη Γεωργία (BZL), η κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος μειώθηκε το 2023 κατά 430 γραμμάρια σε 51,6 κιλά». Την ίδια τάση καταγράφει και το Ομοσπονδιακό Γραφείο Γεωργίας και Τροφίμων (BLE).

Διαβάστε τη συνέχεια στην DW

 

Exit mobile version