Ως βραδυφλεγή βόμβα που μπορεί να ενεργοποιήσει το τσουνάμι των λουκέτων που έως τώρα απετράπη με τα κρατικά μέτρα στήριξης, χαρακτηρίζουν παράγοντες της αγοράς την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους με το οποίο βρίσκονται αντιμέτωπες οι επιχειρήσεις της χώρας.
Στο περιθώριο της χθεσινής παρουσίασης του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ για τον «αντίκτυπο της πανδημίας στις επιχειρήσεις», εκπρόσωποι της Συνομοσπονδίας υπό τον Πρόεδρο κ. Γιώργο Καββαθά εξηγούσαν ότι οι κρατικές παρεμβάσεις που έχουν δρομολογηθεί δεν μπορούν να ανακόψουν το τεράστιο κόστος και ειδικά σε μία περίοδο που αρχίζει να επικρατεί και πάλι αβεβαιότητα αναφορικά με την πορεία της πανδημίας, σε συνάρτηση με τα περιοριστικά μέτρα που επιβάλλονται.
«Το κόστος του ρεύματος έχει αυξηθεί ως και 170% και έχουμε τρομάξει όλοι οι επαγγελματίες. Ξαφνικά εκεί που κάποια επιχείρηση είχε το μήνα ένα λογαριασμό ρεύματος 900 – 1.000 ευρώ ξαφνικά αυτό έχει φθάσει 2.500 ευρώ. Αυτό δεν μπορεί να το αντέξει κανείς», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Γιώργος Καββαθάς. «Προτείναμε να υπάρξουν παρεμβάσεις όπως η μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα και στα οινοπνευματώδη που είναι απ’ τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Ακόμα καλύτερα να καταργηθεί το τέλος επιτηδεύματος που είναι μία αδικία για τους επαγγελματίες», σημείωνε μεταξύ άλλων.
Νωρίτερα από το βήμα της ημερίδας της ΓΣΕΒΕΕ ο υπ. Οικονομικών κ. Χρηστος Σταϊκούρας ξεκαθάριζε ότι δεν υπάρχει το δημοσιονομικό περιθώριο για καμία παρέμβαση, πέραν της δρομολογηθείσας μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων στο 22% και του ΕΝΦΙΑ, ενώ ο υπ. Ανάπτυξης κ. Αδ. Γεωργιάδης υπογράμμιζε ότι υπήρξε μία απ’ τις μεγαλύτερες κρατικές παρεμβάσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ εκ μέρους ευρωπαϊκής κυβέρνησης, γεγονός που απέτρεψε και απ’ το τσουνάμι των λουκέτων στην αγορά.
Προς το παρόν, στο πλαίσιο των μέτρων έναντι της μεγάλης αύξησης του ενεργειακού κόστους, η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει την αναστολή υποχρέωσης καταβολής των συνδρομών ΥΚΩ μέσα απ’ τα τιμολόγια του ρεύματος για τις επιχειρήσεις στη χαμηλή και μεσαία Τάση. Μία αναστολή, που όπως έλεγε χθες ο υπ. Ενέργειας Κώστας Σκρέκας σε ειδική εκδήλωση της Γραμματείας Παραγωγικού Τομέα της ΝΔ, θα ισχύσει τουλάχιστον για πέντε μήνες, έχοντας ξεκινήσει ήδη απ’ το Νοέμβριο.
Αλλάζει το επιχειρείν
Τα αποτελέσματα της ετήσιας έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ πάντως ανέδειξαν μία σειρά από ποιοτικά χαρακτηριστικά που δείχνουν ότι το επιχειρείν αλλάζει κυρίως μέσα απ’ τη δημιουργία πολλαπλών κατηγοριών επιχειρήσεων αλλά και μέσα απ’ την ψηφιοποίηση, στην οποία όμως τα μικρά καταστήματα δείχνουν να μην μπορούν να ανταγωνιστούν τα μεγαλύτερα.
Σύμφωνα με την έκθεση, στους μεγάλους χαμένους του 1ου κύματος αναγκαστικού κλεισίματος ο κλάδος καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, τα καταλύματα και η εστίαση. Αντίθετα, στους κερδισμένους είναι τα καταστήματα ειδών διατροφής, κατασκευές και η βιομηχανία.
Επίσης, σχετικά με την έναρξη δραστηριοτήτων νέων επιχειρήσεων, οι 3 στις 4 είναι ατομικές επιχειρήσεις, που σημαίνει μικροί τζίροι ή οιωνεί μισθωτή εργασία.
Σύμφωνα με την έκθεση, η πλειονότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων κατέγραψε σοβαρή μείωση του κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας
Συγκεκριμένα:
Στο α’ εξάμηνο του 2020 ήταν 8 στις 10 επιχειρήσεις (80,6%), με τη μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών να διαμορφώνεται στο 46,4%. Στο β’ εξάμηνο της ιδιας χρονιάς ήταν 7 στις 10 επιχειρήσεις (70,7%) , με τη μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών στο 47,8%. Τέλος στο α΄εξάμηνο του 2021 ήταν πάνω από 1 στις 2 επιχειρήσεις (55%) που είχαν μεσοσταθμική μείωση κύκλου εργασιών 41,4%.
Στο κομμάτι της κερδοφορίας, η έκθεση υπογραμμίζει ότι το 2020 έναντι του 2019 συντελέστηκε πλήρης ανατροπή στη κερδοφορία των επιχειρήσεων. Κι αυτό καθώς σχεδόν διπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν ζημιές (47,8% το 2020 έναντι 27,6% το 2019) και παράλληλα υποδιπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν κέρδη (27,3% το 2020 από 55,2% το 2019).
Ρευστότητα και συσσωρευμένες οφειλές τα μεγάλα προβλήματα
Η έκθεση επίσης υπογραμμίζει ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν σημαντικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας
Συγκεκριμένα τα ποσοστά των επιχειρήσεων με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ήταν:
- 14,8% τον Ιούνιο του 2020
- 24,7% τον Φεβρουάριο του 2021, και
- 21,4% τον Ιούλιο του 2021
Σύμφωνα με την έκθεση, τα μέτρα που ελήφθησαν για τη στήριξη των επιχειρήσεων μετρίασαν τον αρνητικό αντίκτυπο της πανδημίας, ωστόσο δεν ήταν αρκετά για να αποκαταστήσουν τη ρευστότητα του συνόλου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Μάλιστα κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές. Αν και όπου εφαρμόστηκαν στοχευμένα μέτρα στήριξης οι οφειλές κατάφεραν να συγκρατηθούν, εν τούτοις παρατηρήθηκε μία σημαντική αύξηση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων.
Χαρακτηριστικά, στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Φεβρουάριο του 2020, δηλαδή προ πανδημίας, το 38,7% του συνόλου των ΜμΕ είχε τουλάχιστον 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων που παρακολουθεί στις έρευνες του το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Ιούλιο του 2021, το αντίστοιχο ποσοστό είχε ανέλθει στο 43,3%. Παρατηρήθηκε, δηλαδή, μια αύξηση 4,6 μονάδων. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, η αύξηση αυτή του αριθμού των επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο ή τους ιδιώτες, προήλθε κυρίως από τις πιο υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις που τον Ιούλιο του 2021 είχαν 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή αντιστοιχούσαν στο 13,3% των ΜμΕ έναντι 13,7% τον Φεβρουάριο του 2020 (προ πανδημίας). Οι ΜμΕ με 2 ληξιπρόθεσμες οφειλές αντιστοιχούσαν τον Ιούλιο του 2021 στο 7,7% έναντι 7,2% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020. Δεν παρατηρήθηκε δηλαδή κάποια ιδιαίτερη μεταβολή κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε αυτές τις δυο κατηγορίες. Εκεί που καταγράφηκε αυξητική μεταβολή κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν στις ΜμΕ που είχαν ταυτόχρονα ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τουλάχιστον 3 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2021 το 22,3% των ΜμΕ είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τουλάχιστον 3 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, έναντι ποσοστού 17,8% που ήταν προ πανδημίας (Φεβρουάριο 2020).
Σε κλαδικό επίπεδο, τον Ιούλιο του 2021 οι ΜμΕ που παρουσίαζαν το μεγαλύτερο βαθμό υπερχρέωσης, ήταν το 23,5% των επιχειρήσεων στις υπηρεσίες, το 22,3% των μεταποιητικών επιχειρήσεων και το 31% των επιχειρήσεων εστίασης. Επιπλέον, το 23,9% των ατομικών επιχειρήσεων, το 25,6% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό και το 26,4% των επιχειρήσεων με ετήσιο τζίρο έως 50.000 €.
Πάντως η έκθεση αναγνωρίζει ότι τα μέτρα στήριξης που ελήφθησαν μέχρι στιγμής έχουν αποτρέψει τα μαζικά λουκέτα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Εκφράζεται, ωστόσο η ανησυχία πως «καθώς η οικονομία επιστρέφει σε σχετικά ομαλές συνθήκες και τα μέτρα προστασίας αποσύρονται ο κίνδυνος εκδήλωσης εκτεταμένων λουκέτων παραμένει, ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις που η κατάσταση τους επιδεινώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Διαβάστε ακόμη:
Ενέργεια: Ράλι και στους ρύπους – Έφτασαν στα €70 ο τόνος
Total και Eni: Ποντάρουν στη Λιβύη για ενεργειακά έργα δισεκατομμυρίων δολαρίων