Προς την κατεύθυνση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) για το ζήτημα των υψηλά ρυθμιζόμενων τιμών χονδρικής – και κατά προέκταση της λιανικής – για συνδέσεις FTTH (οπτική ίνα μέχρι τα σπίτια και τις επιχειρήσεις) «έδειξε» ο CEO της NOVA, Παναγιώτης Γεωργιόπουλος, μιλώντας στο «CEO Summit» του Infocom. Στο πλαίσιο του συνεδρίου υπογράμμισε πως η βασική αιτία για τη χαμηλή ζήτηση που καταγράφεται εντοπίζεται στο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕΤΤ, με την εταιρεία να θεωρεί πως το μοντέλο τιμολόγησης ευρυζωνικών υπηρεσιών χονδρικής αποτελεί μία από τις αιτίες για τις οποίες η Ελλάδα μένει πίσω στις ψηφιακές υποδομές και οι πολίτες έχουν από τις χειρότερες υπηρεσίες διαδικτύου στην Ευρώπη.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «με τις ισχύουσες τιμές χονδρικής στις ταχύτητες σύνδεσης άνω των 100 Mbps, σε 5 χρόνια από τώρα θα είμαστε ακόμα στον χαλκό. Θα έχει η χώρα κάλυψη (διαθεσιμότητα) 80% σε FTTH και η πλειοψηφία των πελατών θα είναι στο χαλκό. Με άλλα λόγια θα περνάει η ίνα έξω από τα περισσότερα σπίτια και μέσα στα σπίτια θα έχουμε ακόμα internet μέσω χαλκού. Αν θέλουμε να επιτύχουμε τον στόχο σύμφωνα με την οδηγία από την ΕΕ για κάλυψη με 1Gbps του 100% της χώρας μέχρι το 2030, τότε η επιτάχυνση της διείσδυσης της τεχνολογίας του FTTH είναι μονόδρομος και υποχρέωση όλων των εμπλεκομένων μερών».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 25η θέση μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ στο Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) για το 2022.
To internet για το 95% των Ελλήνων βασίζεται σε τεχνολογία χαλκού. Η Ελλάδα κατέχει την τελευταία θέση στις ταχύτητες internet άνω των 100Mbps λόγω των πολύ υψηλών τιμών χονδρικής και λιανικής για τις υψηλότερες ταχύτητες internet στα δίκτυα οπτικών ινών (FTTH). Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Τιμές κινητών και σταθερών ευρυζωνικών δικτύων στην Ευρώπη το 2021», η Ελλάδα διαθέτει τις υψηλότερες τιμές λιανικής που πρέπει να πληρώσουν οι πολίτες για αύξηση των ταχυτήτων πάνω από 100 Mbps.
Συγκεκριμένα, η εταιρεία αναφέρει πως υπάρχουν πολύ υψηλά ρυθμιζόμενες τιμές χονδρικής για την πρόσβαση σε δίκτυα οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι (FTTH), με τις τιμές να είναι από 57 έως και 210% υψηλότερες από τις υπηρεσίες χαλκού, ενώ καταγράφονται 30% υψηλότερες τιμές FTTH ακόμη και για την ίδια ευρυζωνική ταχύτητα των 100 Mbps σε σχέση με την τεχνολογία FTTC. Αναφέρουν πως εξίσου υπερβολικά υψηλές τιμές που προκύπτουν από το μοντέλο για τιμές χονδρικής σε μισθωμένες γραμμές, για τη σύνδεση πιο απομακρυσμένων περιοχών της Ελλάδας, οι οποίες είναι πάνω από εννέα φορές υψηλότερες από άλλες χώρες της ΕΕ, οδηγώντας σε ακριβότερες υπηρεσίες για τους πολίτες που ζουν στα ελληνικά νησιά.
Ο CEO της NOVA τόνισε πως βάση για τις υψηλές λιανικές τιμές αποτελούν οι τιμές χονδρικής που καθορίζονται από την ΕΕΤΤ καθώς καθορίζει το πόσο μπορούν να χρεώνουν οι πάροχοι χονδρικής στους παρόχους λιανικής. Σύμφωνα με την εταιρεία, οι τιμές χονδρικής προκύπτουν από ένα σύνθετο μοντέλο που λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τα λειτουργικά και επενδυτικά έξοδα, τη ζήτηση για διαφορετικές ταχύτητες internet και το κόστος κεφαλαίου. Μία από τις σημαντικότερες παραδοχές που επηρέασε τις τιμές για την οπτική ίνα μέχρι το σπίτι (FTTH) τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και οδήγησε σε μόλις 6% υιοθέτηση του FTTH, παρά την κάλυψη του 25%, είναι ότι η ζήτηση των ταχυτήτων για το τρία τέταρτα των πελατών του FTTH θα κυμαινόταν σε ταχύτητες 24 έως 50 Mbps, οι οποίες δεν υπάρχουν σε άλλες χώρες και δεν διατέθηκαν ποτέ στην Ελλάδα, όπως λέει η NOVA.
Η χαμηλή ζήτηση για ευρυζωνικές υπηρεσίες FTTH, υπογραμμίζουν, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μοντέλο τιμών χονδρικής, το οποίο έχει διαμορφωθεί και προσαρμοστεί τα τελευταία 6 χρόνια από τον ίδιο ανάδοχο, αντί από διεθνώς αναγνωρισμένους εμπειρογνώμονες με εξειδίκευση στη διεξαγωγή τέτοιων μοντέλων. Ωστόσο, η ΕΕΤΤ το 2023 ανέθεσε εκ νέου στον ίδιο ανάδοχο να επανεξετάσει το μοντέλο τιμολόγησης υπηρεσιών χονδρικής για ευρυζωνικά δίκτυα, που έφερε ως αποτέλεσμα την χώρα να υπολείπεται στην διείσδυση του FTTH και να κατατάσσεται στην τελευταία θέση στους περισσότερους δείκτες ψηφιακών υποδομών που συνθέτουν το DESI.
«Δεδομένου ότι η μέση τιμή του FTTH είναι σταθερή και προκύπτει από τον μεσοσταθμικό μέσο όρο των διαθέσιμων ταχυτήτων, η λανθασμένη αυτή παραδοχή για το μίγμα των ταχυτήτων, ώθησαν τις τιμές χονδρικής στις ταχύτητες πάνω από 50MBps, όπως τα 100Mbps έως 1Gbps, σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Τα ανωτέρω οδήγησαν σε ένα τεχνητά διογκωμένο κόστος για την παροχή των υπηρεσιών FTTH και, συνεπώς, στην μείωση της ζήτησης για ταχύτητες FTTH 100 Mbps και άνω, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τον καθορισμό από το μοντέλο τιμολόγησης πολύ υψηλών τιμών χονδρικής (από τις υψηλότερες στην ΕΕ, μετά τη Γερμανία) για το πραγματικά γρήγορο internet άνω των 100Mbps», σημειώνεται.
Οι ενστάσεις
Οι ενστάσεις της NOVA αφορούν το τρέχον μοντέλο χονδρικής και συγκεκριμένα σε τρία σημεία:
Πρώτον, το τρέχον μοντέλο για τα δίκτυα νέας γενιάς (Next Generation Access ή αλλιώς NGA) βασίζεται στην παραδοχή ότι η τεχνολογία οπτικής ίνας μέχρι την καμπίνα (FTTC) που έχει ως βάση τον χαλκό για την τελική σύνδεση μέχρι τον καταναλωτή, αποτελεί την κυρίαρχη τεχνολογία για την χώρα και δεν υπάρχει επικάλυψη δικτύων FFTH και FTTC. Αυτή όμως δεν είναι η πραγματικότητα. Στον χρονικό ορίζοντα του μοντέλου NGA, που είναι το 2028, αυτό δεν είναι αληθές, καθώς το FTTH αναμένεται να υπερβεί την κάλυψη του FTTC. Η οδηγία από την ΕΕ ορίζει κάλυψη με 1Gbps για το 100% της χώρας μέχρι το 2030, ταχύτητα που μόνο η τεχνολογία του FTTH μπορεί να εξασφαλίσει. Ο τρέχων ρυθμός ανάπτυξης, για όλους τους παρόχους, είναι ήδη στο 30% της κάλυψης και τα ανακοινωθέντα σχέδια μέχρι το 2027 φέρνουν τη χώρα κοντά στο 80% της κάλυψης FTTH, ενώ το μεγάλο μέρος του υπόλοιπου 20% θα καλυφθεί μέσω του επιδοτούμενου από την ΕΕ έργου «Ultra-fast-broadband».
Δεύτερον, το μοντέλο έχει βασιστεί σε λανθασμένες παραδοχές σχετικά με τη ζήτηση για διαφορετικές ταχύτητες. Η παραδοχή ήταν ότι το 2023 το τρία τέταρτα των πελατών FTTH θα είχαν ταχύτητες 24, 30 και 50 Mbps. Αυτές οι ταχύτητες δεν υπάρχουν σε άλλες χώρες και δεν έχουν ποτέ διατεθεί στην Ελλάδα. Ο υπολογιστικός τρόπος του μοντέλου, είναι τέτοιος που μειώνει τις τιμές των ταχυτήτων 24, 30 και 50 Mbps, ενώ ωθεί τις τιμές των 100 Mbps και άνω, συμπεριλαμβανομένου του 1Gbps, σε εξωφρενικά υψηλά επίπεδα για να διατηρήσει έναν μέσο όρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό των λιανικών τιμών του FTTH για ταχύτητες άνω των 100Mbps στα 30 ευρώ και άνω, και την κατάταξη της χώρας μας στις τελευταίες θέσεις στην ΕΕ για τις ευρυζωνικές ταχύτητες.
Τρίτον, με βάση το πραγματικό κόστος που προκύπτει από την ανάπτυξη δικτύων της United Fiber, το μεσοσταθμικό κόστος χονδρικής που προκύπτει από το μοντέλο απέχει άνω του 35% από την πραγματικότητα. Αν ληφθεί υπόψη ότι το μοντέλο υπολογίζει ένα πάροχο για όλη τη χώρα, στην κλίμακα των 4,5 εκατομμυρίων συνδέσεων, και όχι των 200 χιλιάδων που έχει αναπτύξει μέχρι στιγμής η United Fiber, το αποτέλεσμα θα έπρεπε να είναι το αντίθετο. Λόγω της κλίμακας θα έπρεπε οι τιμές να ήταν χαμηλότερες, όχι 35% ακριβότερες. Η ΕΕΤΤ δεν παρέχει διαφάνεια στις παραδοχές κόστους, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει σωστή συγκριτική αξιολόγηση πραγματικότητας και παραδοχών.
Αίτημα
Στο πλαίσιο αυτό, η Νova υπέβαλε αίτημα πρόσβασης εγγράφων στην ΕΕΤΤ για τη διαδικασία επιλογής αναδόχου για το μοντέλο. «H ρύθμιση της αγοράς είναι πολύ σημαντική, έχουμε όλοι ευθύνη από κοινού και υπάρχει η υποχρέωση από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη», ανέφερε ο επικεφαλής της ΝΟVA, η οποία δηλώνει ότι θέλει να συνδράμει στην αναβάθμιση του μοντέλου ορισμού των τιμών χονδρικής και γι’ αυτό έχει αναθέσει σε συμβουλευτική εταιρεία με μεγάλη εμπειρία σε εκπόνηση τεχνικοοικονομικών μοντέλων κατάρτιση προτάσεων οι οποίες και θα κατατεθούν στην ΕΕΤΤ.
Σύμφωνα με τον κ. Γεωργιόπουλο, το μοντέλο τιμολόγησης ευρυζωνικών υπηρεσιών χονδρικής, αποτελεί μία από τις αιτίες για τις οποίες η Ελλάδα μένει πίσω στις ψηφιακές υποδομές και οι πολίτες έχουν 36 Mbps μέσο όρο ταχύτητας internet και, όπως αναφέρθηκε, το μοντέλο κάνει λανθάνουσες παραδοχές όπως ότι θα υπάρχει αυξημένη ζήτηση για FTTH στα 24Mbps που δεν διατέθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Μαζί με άλλους εσφαλμένους υπολογισμούς θέτει την τιμή για 100Mbps σε πάνω σε πολύ υψηλά επίπεδα καθηλώνοντας την αντίστοιχη ζήτηση κατατάσσοντας την χώρα στην τελευταία χώρα της ΕΕ σε διείσδυση ταχυτήτων άνω των 100 ΜBps. Ετσι όπως είναι τα πράγματα, στην Ελλάδα καταγράφεται η δεύτερη, πανευρωπαϊκά, υψηλότερη τιμή χονδρικής σε 1 Gbps, επηρεάζοντας όχι μόνο τους παρόχους, αλλά τελικά και το κοινό, πολίτες και επιχειρήσεις. «Η ζήτηση «τρέχει» με περίπου 160.000 γραμμές, όταν οι εταιρείες έχουν 1 εκατ. γραμμές, άρα τελικά η χώρα θα …παραμείνει στο χαλκό», κατέληξε ο κ. Γεωργιόπουλος.
Διαβάστε ακόμη
Scope Ratings για Ελλάδα: Πού οφείλεται η υπεραπόδοση της οικονομίας
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ