Η Ευρώπη θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών με βάση και τον ανταγωνισμό που έρχεται από άλλες αγορές.
Αυτό επεσήμανε χθες στο περιθώριο της παρουσίασης του νέου Μουσείου του ομίλου ΟΤΕ ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, λίγο πριν παραδώσει την σκυτάλη της ηγεσίας στον κ. Κώστα Νεμπή. Ειδικά για την επόμενη μέρα στον ΟΤΕ, ο ίδιος εμφανίστηκε αισιόδοξος δεδομένου ότι ο όμιλος έχει αποδείξει τα τελευταία χρόνια ότι προσαρμόζεται από νωρίς στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Ολα τα προηγούμενα χρόνια, η διοικητική ομάδα είχε τη διορατικότητα να βλέπει μπροστά, επιτυγχάνοντας τελικά να ανταπεξέρχεται στις κρίσεις, από τη δύσκολη περίοδο της προηγούμενης δεκαετίας της δημοσιονομικής κρίσης και τα capital controls μέχρι την πανδημία. Αυτό είναι κι ένα κρίσιμο σημείο στο οποίο θα πρέπει να δώσει έμφαση και η νέα διοίκηση, όπως ανέφερε ο κ. Τσαμάζ, απαντώντας στο ερώτημα για το πού θα πρέπει να εστιάσει την προσοχή της η νέα διοίκηση του κ. Νεμπή: «Ο ΟΤΕ θα πρέπει να συνεχίζει να προετοιμάζεται εγκαίρως για όσα έρχονται, κοιτώντας πάντα μπροστά, προβλέποντας τί έρχεται τα επόμενα 5-6 χρόνια ώστε να είναι σε ετοιμότητα. Με αυτόν τον τρόπο ξεπεράστηκαν χωρίς προβλήματα και οι κρίσεις που ήρθαν τα προηγούμενα χρόνια», σχολίασε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, ο οποίος, για μία ακόμη φορά παρέμεινε φειδωλός, ερωτηθείς για το επαγγελματικό του μέλλον.
Αντίστοιχα, σύμφωνα με τον κ. Τσαμάζ, θα πρέπει να κινηθεί και ο κλάδος στην Ευρώπη, όπου σε αντίθετη περίπτωση, αν δεν προσαρμοστούν οι ευρωπαϊκές πολιτικές στα νέα δεδομένα του ανταγωνισμού εκτός Ευρώπης, από γεωγραφικές περιοχές που αναπτύσσονται επενδυτικά όπως στην Ανατολική Ασία, θα έρθουν πιο δύσκολες μέρες. Αν στην Ευρώπη ο κλάδος μείνει κατακερματισμένος, με μικρές εταιρείες, σε ένα περιβάλλον σφιχτών, υπερβολικών ρυθμίσεων και κανονιστικού πλαισίου τότε θα υπάρξει πρόβλημα στον ορίζοντα των επόμενων ετών.
Σε ό,τι έχει να κάνει με το θέμα των τιμών, δεν πρόκειται να υπάρξουν αυξήσεις στα τιμολόγια στον ορίζοντα των επόμενων 2-3 ετών, πλήν της ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής που εντάσσεται στα νέα συμβόλαια. Ο κ. Τσαμάζ ίδιος χαρακτήρισε άδικη την απόφαση της κυβέρνησης να βάλει φρένο στην αιτούμενη τιμαριθμική αναπροσαρμογή σε μία περίοδο όπου ο κλάδος αντιμετώπισε σημαντικές αυξήσεις σε όλη την «αλυσίδα», την ενέργεια, hardware, software κ.ο.κ., ενώ «στο καλάθι του καταναλωτή οι τηλεπικοινωνίες είχαν μείωση».
Το νέο Μουσείο
Χθες ο ΟΤΕ ανακοίνωσε την απόφασή του για δημιουργία Νέου Μουσείου διεθνών προδιαγραφών που θα πληροί τους όρους της βιωσιμότητας στο κέντρο της Αθήνας από την Κηφισιά όπου λειτουργεί και ιδρύθηκε το 1990 σε 1.100 τ.μ. το Μουσείο Τηλεπικοινωνιών του Οργανισμού ως ένα εταιρικό τεχνολογικό Μουσείο εκτάσεως 1100 τ.μ. το μοναδικό στο είδος του μουσείο στην Ελλάδα και ένα από τα λίγα στην Ευρώπη. Το Νέο Μουσείο έκτασης άνω των 5.000 τ.μ. θα στεγάζεται σε μέρος του ιστορικού κτιριακού συγκροτήματος ΥΜΑ- ΝΥΜΑ (Υπεραστικό Μέγαρο Αθηνών – Νέο Υπεραστικό Μέγαρο Αθηνών) και ειδικότερα στο ΥΜΑ, στην οδό Πατησίων 85. Τη διαχείριση του έργου έχει αναλάβει η ΟΤΕestate, θυγατρική του Ομίλου ΟΤΕ, σε συνεργασία με ομάδες του ομίλου και εξωτερικούς συνεργάτες. «Σε αυτή τη φάση το project είναι στο στάδιο των μελετών, που θα ολοκληρωθούν στον ορίζοντα των επόμενων 6-12 μηνών με προοπτική για το νέο Μουσείο τα επόμενα 3- 4 χρονια», όπως ανέφερε ο κ. Μπάμπης Μαζαράκης γενικός οικονομικός διευθυντής χρηματοοικονομικών θεμάτων. «Πρόκειται για ένα επόμενο, μεγάλο βήμα κι ένα project καρδιάς, αποτελώντας μία γέφυρα του ένδοξου παρελθόντος με το ακόμη πιο ένδοξο παρόν και μέλλον».
Η κατασκευή του ΥΜΑ (Υπεραστικό Μέγαρο Αθηνών) ξεκίνησε το 1952 στην οδό Πατησίων 85 και ολοκληρώθηκε το 1954, δίνοντας στην Αθήνα εκείνης της εποχής σύγχρονο χαρακτήρα. Αποτέλεσε το πρώτο μεγάλο έργο τηλεπικοινωνιακής υποδομής, καθώς στέγαζε τη λειτουργία της υπεραστικής σύνδεσης. Αρχιτέκτονας του κτιρίου, ο καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π., Κώστας Κιτσίκης.
Σύντομα, οι ανάγκες του συνεχώς αναπτυσσόμενου Οργανισμού ξεπέρασαν τις δυνατότητες του κτιρίου και έτσι το 1961 ξεκίνησε η ανέγερση του ΝΥΜΑ, του πιο ψηλού κτιρίου της Αθήνας την εποχή εκείνη, με ύψος 58,60μ. Το ΝΥΜΑ αποπερατώθηκε το 1966, δημιουργώντας μαζί με το ΥΜΑ ένα κτιριακό συγκρότημα-σημείο αναφοράς μέσα στην πόλη, μεταξύ των οδών Πατησίων και Γ’ Σεπτεμβρίου. Για πολλά χρόνια, μέχρι τη δημιουργία του Διοικητικού Μεγάρου του ΟΤΕ στο Μαρούσι το 1988, το ΥΜΑ-ΝΥΜΑ λειτουργούσε ως διοικητικό κέντρο του ΟΤΕ και κέντρο της τηλεπικοινωνιακής λειτουργίας της χώρας.
Σήμερα το ΥΜΑ-ΝΥΜΑ έχει έκταση πάνω από 40.000 τ.μ και αποτελείται από 7 κτίρια, που φιλοξενούν κατά βάση τηλεπικοινωνιακές υποδομές, κέντρα δικτύων και υπηρεσίες συνδρομητικής τηλεόρασης. Όπως ανέφερε ο κ. Τσαμάζ χθες οι εργασίες στο ΥΜΑ- ΝΥΜΑ έχουν ξεκινήσει εδώ και τρία χρόνια, «ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς έχει ήδη υλοποιηθεί, γίνονται εργασίες ενίσχυσης του κτιρίου. Όταν ξεκίνησε η ανακαίνιση δεν είχαμε στο μυαλό μας να γίνει εκεί το Μουσείο, η ιδέα ήρθε αργότερα επειδή προέκυψε η ανάγκη για ένα μεγαλύτερο Μουσείο, στην καρδιά της Αθήνας, που θα προβάλλει την ιστορία των τηλεπικοινωνιών της χώρας και τη συμβολή του ίδιου του ομίλου του ΟΤΕ. Αποτελεί στρατηγική απόφαση να στηρίξουμε τον πολιτισμό και την ιστορία της χώρας, είναι ένα μέρος του οράματος και μία κληρονομιά για τις επόμενες γενιές, ως πάροχος τηλεπικοινωνιών με επίκεντρο τη βιώσιμη ανάπτυξη».
Διαβάστε ακόμη
Στο «μικροσκόπιο» κυβέρνησης και ΤτΕ οι servicers – Τα πρόστιμα από το ΥΠΑΝ και οι νέες άδειες
Β. Φουρλής: Αναζητά νέα κανάλια ανάπτυξης στο Franchise και στα αθλητικά μόδας
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ