Ριζικές αλλαγές στο ευρωπαϊκό τοπίο των Fintech, των νέων εταιρειών που συνδυάζουν τεχνολογία και τραπεζικές συναλλαγές φέρνει το σκάνδαλο της εταιρείας Wirecard, η οποία αποδείχθηκε ότι ήταν κανονική απάτη και όχι ένα γερμανικό success story αντάξιο εκείνων της Silicon Valley.
Οι αποκαλύψεις ότι η Wirecard βασιζόταν σε απάτες, από ανύπαρκτες καταθέσεις ύψους 1,9 δισ. ευρώ μέχρι εικονικά γραφεία σε όλο τον κόσμο, δημιουργούν μια πίεση για αυστηρότερο έλεγχο των εταιρειών τεχνολογίας που προσφέρουν και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τον λεγόμενο κλάδο των Fintech (Financial Technology).
Οι εταιρείες αυτές αποτελούν ένα υβρίδιο, το οποίο δεν εμπίπτει πλήρως στο αυστηρότατο κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τις τράπεζες, γεγονός που τους επιτρέπει να είναι πιο ευέλικτες και έτσι να κερδίζουν κάποια «κομμάτια» αγοράς από τις τράπεζες.
Εάν η υπόθεση της Wirecard οδηγήσει σε αυστηρότερο πλαίσιο λειτουργίας για τις Fintech, όπως εκτιμούν εκπρόσωποι του κλάδου σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, τότε οι εταιρείες αυτές θα χάσουν ένα βασικό πλεονέκτημά τους και θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αναδειχθούν.
Διαφαίνεται, δηλαδή, η πιθανότητα το σκάνδαλο της Wirecard να αποδειχθεί η ταφόπλακα για τις προσπάθειες που γίνονται να ενισχυθεί και στην Ευρώπη η ψηφιακή επιχειρηματικότητα και το λεγόμενo «κίνημα των Startup» σε ότι αφορά στον χρηματοπιστωτικό τομέα, που αυτή τη στιγμή θεωρείται παγκοσμίως το «Ελντοράντο» της ψηφιακής τεχνολογίας.
Η υπόθεση έχει σοκάρει την ευρωπαϊκή επιχειρηματική σκηνή, επειδή η Wirecard ήταν μια από τις 30 εταιρείες που συμμετέχουν τον δείκτη DAX του χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης και εθεωρείτο πρότυπα για το πώς η Ευρώπη -και ιδιαίτερα η Γερμανία- μπορεί να δημιουργήσει επιτυχημένες εταιρείες στην ψηφιακή οικονομία, που θα ανταγωνίζονται τους αμερικανικούς και κινεζικούς ψηφιακούς κολοσσούς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπόθεση της Wirecard εξελίχθηκε κάτω από τη μύτη της γερμανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (BaFin) παρά το γεγονός ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα οι Financial Times δημοσίευαν αποκαλύψεις για τη λειτουργία της εταιρείας, με ανώνυμες μαρτυρίες για τα όσα συνέβαιναν στο παρασκήνιο.
Η BaFin, εκ των υστέρων, δικαιολόγησε την ολιγωρία της με τη δικαιολογία ότι υπό τη δική της ευθύνη ήταν μόνο ένα μικρό κομμάτι του ομίλου της Wirecard, ήτοι μια θυγατρική η οποία είχε τραπεζική άδεια και επομένως υπαγόταν στον έλεγχο του επόπτη. Όμως το μεγαλύτερο κομμάτι των δραστηριοτήτων -και εκείνο στο οποίο γίνονταν οι απάτες- αφορούσε στα συστήματα πληρωμών και τη διεκπεραίωση συναλλαγών, που θεωρείται τεχνολογική δραστηριότητα και έτσι δεν υπαγόταν στην BaFin.
Αποδείχθηκε, για παράδειγμα ότι την περίοδο που η μετοχή της Wirecard μεσουρανούσε στο χρηματιστήριο και η συνολική αξία των μετοχών της είχε φτάσει τα 24 δισ ευρώ, η εταιρεία δεν είχε κέρδη, όπως παρουσίάζε, αλλά ζημιές. Για να κρύψει τις ζημιές αυτές, η εταιρεία παρουσίαζε εικονικά αποτελέσματα και πλασματικές χρηματοροές από εταιρείες κυρίως στην Ασία με τις οποίες δήθεν συνεργαζόταν και στις οποίες είχε εκχωρήσει τις συναλλαγές (outsourcing) επειδή η ίδια δεν διέθετε τις απαραίτητες νόμιμες άδειες.
Η απάτη, που εξελισσόταν επί χρόνια, θυμίζει την γνωστή στην Ελλάδα απάτη της Folli-Follie.
Μόλις χθες γερμανική αστυνομία συνέλαβε τον υπεύθυνο συναλλαγών στη Μέση Ανατολή, τον 46χρονο Μπέλενχάους, ενώ προ ημερών είχε συλληφθεί ο πρώην επικεφαλής Μάρκους Μπράουν, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση 5 εκατ. ευρώ. Το νούμερο 2 της εταιρείας, ο Γιαν Μάρσαλεκ έχει εξαφανιστεί, ενώ η αστυνομία ερευνά και άλλα στελέχη της εταιρείας.