Οι τελευταίες ανακοινώσεις της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) για τον τιμάριθμο είχαν αρκετές αρνητικές εκπλήξεις και μία θετική: σύμφωνα με τα στοιχεία, έχουμε μείωση του κόστους τηλεπικοινωνιών κατά 2,9% σε 12μηνη βάση, ενώ εκτοξεύτηκαν η στέγαση κατά 29,9%, η διατροφή κατά 8,1%, οι μεταφορές κατά 15,4% και ο συνολικός δείκτης καταναλωτή κατά 8,9% (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάρτιο του 2020).
Κι όμως, αυτή η θετική για τον καταναλωτή πορεία του κόστους των τηλεπικοινωνιών δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε περιστασιακή. Ξεκίνησε από το 2019 και συνεχίζεται, ενώ συνολικά έχει φτάσει στο 5%.
Η καθοδική αυτή πορεία οφείλεται σε μια σειρά από παράγοντες που κανένας δεν είναι προϊόν σύμπτωσης και δείχνει ότι όταν η Πολιτεία έχει σχέδιο, τότε όχι μπορεί να βάλει φρένο στις ανατιμητικές τάσεις, αλλά και να οδηγήσει σε πτώση των τιμών.
Με δυο λόγια, αυτό το φαινόμενο οφείλεται συνδυαστικά στη μείωση των φόρων, στη σχεδιασμένη ενίσχυση των καταναλωτών χαμηλών εισοδημάτων, στην ενίσχυση των υποδομών και την τόνωση του ανταγωνισμού.
Ο χορός των συνεχών μειώσεων ξεκίνησε συμβολικά τον Δεκέμβριο του 2019 όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο αρμόδιος υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης συνάντησαν τους επικεφαλής των εταιρειών (ΟΤΕ, Vodafone, Wind) και τους ζήτησαν να μειώσουν το κόστος χρήσης των δεδομένων.
Μετά από αυτό, το ίδιο το κράτος έβαλε το χέρι στη… δική τους τσέπη:
Προχώρησε το 2021 στην οριζόντια μείωση του τέλους συνδρομητών κινητής στο 10%, αντί του 12%-20% που ίσχυε το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, σε σημαντικό όγκο συνδρομητών (>500.000) μπορεί να διαπιστώνεται και απαλλαγή από τα τέλη, όπως φαίνεται από τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, το τέλος κινητής ανερχόταν σε 12% για χρεώσεις έως 50 ευρώ, σε 15% για χρεώσεις από 50,01 μέχρι και 100 ευρώ, σε 18% για χρεώσεις από 100,01 μέχρι και 150 ευρώ και σε 20% από 150 ευρώ και άνω. Το τέλος επιβάλλεται προ ΦΠΑ.
Καρποί του ανταγωνισμού
Αυτές τις ημέρες ένας ανταγωνιστής του ΟΤΕ προσπαθεί με προσφυγές στις Αρχές να τον εμποδίσει να προσφέρει διπλάσιες ταχύτητες Ιντερνετ στην ίδια τιμή, που πρακτικά σημαίνει μείωση του κόστους. Είναι ένα από τα δείγματα ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών μπορεί να φέρει αποτελέσματα.
Την τελευταία διετία οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών προσφέρουν καλύτερες τιμές στα πακέτα ή δίνουν πολύ μεγαλύτερα πακέτα για να πάρουν καινούριους πελάτες. Ενας από αυτούς, π.χ., για να μην του φύγει ένας πελάτης σε νησί του Ιονίου, του έκανε έκπτωση 20% στο μηνιαίο κόστος και του έδωσε και ένα κουπόνι 300 ευρώ για να κάνει αγορά σε μεγάλη αλυσίδα ηλεκτρονικών προϊόντων.
Η δε περίοδος της πανδημίας βοήθησε γιατί αυξήθηκε η ζήτηση καθώς ο κόσμος έμενε σπίτι του και ήθελε να βλέπει συνδρομητική τηλεόραση, να έχει streaming υπηρεσίες, όπως Netflix, ή να κάνει βιντεο-συνδέσεις για τη δουλειά του.
Μεγάλη είναι και η συμβολή των νέων υπηρεσιών που προσφέρει το κράτος διαδικτυακά με τις συνεχείς εφαρμογές που ανακοινώνει ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Η τεράστια επιτυχία που έχουν υπηρεσίες όπως το ψηφιακό ΚΕΠ και η άυλη συνταγογράφηση, οδήγησαν πολλά νοικοκυριά να αναζητήσουν καλά πακέτα σύνδεσης με το Ιντερνετ.
Οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών είδαν μια καινούρια πελατεία και έτρεξαν να προσφέρουν καλύτερες τιμές και μεγαλύτερη ποιότητα συνδέσεων. Σε αυτό το καινούριο πεδίο δεν μπορούσαν να μείνουν σε ένα τιμολόγιο λίγο πολύ παρόμοιο όπως γινόταν με τα καρτοκινητά.
Αυτό τον αναβρασμό οι καταναλωτές τον πήραν χαμπάρι, διαπίστωσαν ότι μπορούν να κάνουν παζάρια στο μιλητό και να μην αρκούνται στους επίσημους τιμοκαταλόγους των εταιρειών. Αυτό είναι μια ελληνική πρωτοτυπία και ένας λόγος που η Ελλάδα εμφανίζεται σε διεθνείς έρευνες να έχει υψηλές τιμές τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, καθώς οι έρευνες αυτές παίρνουν υπόψη τους τούς επίσημους τιμοκαταλόγους, ενώ στην πράξη οι τιμές διαμορφώνονται στο -ενοχλητικό μερικές φορές- τηλεφώνημα που κάνει ο πάροχος για να αποσπάσει πελάτη από τον ανταγωνιστή του.
Τόνωση της ζήτησης και νέες υποδομές
Εκτός των εμπορικών πολιτικών των τηλεπικοινωνιακών εταιρειών, τόσο στη σταθερή όσο και στην κινητή τηλεφωνία, υπάρχουν επίσης κυβερνητικές πρωτοβουλίες που ενθαρρύνουν τη ζήτηση (δηλαδή τη χρήση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών) και εμμέσως, ενώ πέρα από κάθε αμφιβολία συμβάλλουν στη μείωση του κόστους χρήσης των σύγχρονων ψηφιακών υπηρεσιών.
Στην κατεύθυνση αυτή χαρακτηριστική είναι η ώθηση που έχει δοθεί στο Superfast Broadband (SFBB), το πρόγραμμα με το οποίο νοικοκυριά και επιχειρήσεις επιδοτούνται με 360 ευρώ ανά σύνδεση για την εγκατάσταση οπτικής ίνας.
Η κυβέρνηση όμως δεν σταματά εδώ, αλλά έχει προτείνει επιπλέον μέτρα για την ενθάρρυνση της ζήτησης με το πρόγραμμα εγκατάστασης οπτικών ινών στο εσωτερικό των κτιρίων, ύψους άνω των 160 εκατ. ευρώ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης που θα καλύψει τις σχετικές δαπάνες περίπου 120.000 κτιρίων σε όλη την επικράτεια.
Σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση ότι η ανάπτυξη των υποδομών θα είναι ισόρροπη και δεν θα οδηγήσει σε μια Ελλάδα δύο ταχυτήτων παίζει το έργο του Ultrafast Broadband (UFBB), το μεγαλύτερο ΣΔΙΤ σε εξέλιξη στη χώρα ύψους 870 εκατ. ευρώ. Το έργο προβλέπει την ανάπτυξη δικτύου οπτικών ινών που θα καλύπτει νοικοκυριά και επιχειρήσεις στις περιοχές που δεν περιλαμβάνονται στα εμπορικά σχέδια των παρόχων.
Επίσης, η συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης να σχεδιάσει τη δημοπρασία για τις άδειες 5G με προσανατολισμό την ταχεία ανάπτυξη των δικτύων και όχι τη διόγκωση του κόστους των αδειών σε δυσθεώρητα επίπεδα έχει δικαιωθεί στην πράξη, καθώς οι καταναλωτές έχουν στη διάθεσή τους ήδη από τις αρχές του 2021 σύγχρονες υπηρεσίες 5G. Την ελληνική πρωτοπορία έχουν καταγράψει κατ’ επανάληψη διεθνείς φορείς που σημειώνουν ότι η χώρα μας είναι πρωτοπόρα στην Ε.Ε. με τρόπο που περνάει και στον χαμηλότερο λογαριασμό για τον καταναλωτή.
Ολα τα μέτρα και οι συνθήκες που αναφέρθηκαν (μείωση φορολογίας, νέες υποδομές, ενίσχυση του ανταγωνισμού) είναι σε εξέλιξη. Ετσι είναι ασφαλής η πρόβλεψη ότι το παράδοξο της μείωσης των τιμών των τηλεπικοινωνιών, ενώ φουντώνει η ακρίβεια σε όλα τα άλλα μέτωπα, θα συνεχιστεί.
Διαβάστε ακόμα:
Τράπεζες: Διαχειρίσιμο το νέο κύμα «κόκκινων» δανείων
Επιστρεπτέα προκαταβολή: Σενάριο για νέα παράταση
Citi: Πού βάζει τον πήχη για τις ελληνικές μετοχές (πίνακας)