Τον κίνδυνο να εξανεμιστούν τα οφέλη από την τριετή αναστολή του ΦΠΑ στην οικοδομή που αποφάσισε η κυβέρνηση για να αναθερμάνει την αγορά και να παγώσει η έκδοση νέων αδειών, αντιμετωπίζει ο τομέας των κατασκευών.
Ο λόγος είναι οι αυξημένες απαιτήσεις της Ε.Ε. για εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια, οι οποίες επιβάλλουν από αρχές του έτους όλες οι νέες οικοδομές να είναι περιορισμένης, σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης (κατηγορίας Α, Α+), με βάση την κατάταξη του ενεργειακού πιστοποιητικού. Στην πραγματικότητα τα κτίρια καλούνται να ανέβουν σκαλοπάτι στην ενεργειακή κλάση κατά δύο κατηγορίες και επί της ουσίας να περιορίσουν κατά 50% την κατανάλωση ενέργειας!
Οι μεγάλες εκκρεμότητες που υπάρχουν αλλά και οι διαφορετικές προσεγγίσεις στον χρόνο εφαρμογής των φιλόδοξων στόχων δημιουργούν την πρώτη ρωγμή μεταξύ του τεχνικού κόσμου της χώρας που εκφράζεται μέσω του ΤΕΕ, αλλά και της κυβερνητικής πολιτικής που προτάσσει την εθνική στρατηγική για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Οι πολιτικές αυτές επιτάσσουν την αναθεώρηση του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ) που εκπόνησε προ τριετίας το ΤΕΕ, αλλά και τη δημιουργία μιας μακροχρόνιας στρατηγικής που θα καθορίσει όλα τα μέτρα και τις ενέργειες για την κατασκευή των νέων κτιρίων αλλά και για την ανακαίνιση του κτιριακού αποθέματος της χώρας που είναι ένας τομέας που υστερεί στην Ε.Ε. Ο πήχης που έχει βάλει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) βρίσκεται πολύ ψηλά, καθώς έως το 2030 προβλέπει να έχει ανακαινιστεί ή να έχει αντικατασταθεί με χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης το 15% των κατοικιών. Ο συνολικός αριθμός των κτιρίων που επιβάλλεται να «πρασινίσουν» υπολογίζεται σε 600.000, κάτι που σημαίνει ότι κάθε χρόνο πρέπει να ανακαινίζονται κατά μέσο όρο 60.000 κατοικίες.
Απροετοίμαστη η χώρα μας
Πέρα από το γεγονός ότι οι νέοι κανόνες βρίσκουν απροετοίμαστη την ελληνική πλευρά που έως τις 10 Μαρτίου οφείλει να έχει καταρτίσει τα γενικά πρότυπα που αφορούν τη μεθοδολογία υπολογισμού της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων με βάση την οδηγία 844/2018, το κόστος και οι τεχνικές δυσκολίες προσθέτουν σημαντικά βάρη στην αλλαγή κουλτούρας.
Hδη ο κλάδος των μηχανικών και ο Σύλλογος των Ενεργειακών Επιθεωρητών πιέζουν το ΥΠΕΝ για παράταση των υποχρεώσεων έως το τέλος του έτους (η Ε.Ε. έχει προβλέψει έτος συμμόρφωσης το 2021, αλλά η χώρα μας αποφάσισε να ακολουθήσει μια πιο εμπροσθοβαρή πολιτική), καθώς εκτιμούν ότι στο διάστημα που απομένει είναι αδύνατο να υπάρξουν τα πρότυπα εκείνα, βάσει των οποίων θα πάψουν να είναι ενεργειακά σπάταλα τα κτίρια της χώρας.
Το μήνυμα έστειλε προ εβδομάδων από σχετική ημερίδα και ο πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός, λέγοντας ότι οι στόχοι της προσαρμογής είναι ανέφικτοι γιατί οι αλλαγές που απαιτούνται εμφανίζουν μεγάλες καθυστερήσεις, αν και ήταν γνωστές από το 2018. Το ΥΠΕΝ μόλις τον περασμένο Νοέμβριο προχώρησε σε διαγωνισμό για να πάρει τις αναγκαίες μελέτες, όμως αυτός κηρύχθηκε άγονος.
Εκτοτε, το υπουργείο έχει ζητήσει τη συνδρομή του ΤΕΕ, όμως το τελευταίο έχει διαμηνύσει ότι απαιτείται σοβαρή επιστημονική δουλειά που είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί μέσα σε ένα δίμηνο. Ηδη πολλοί επαγγελματίες που γνώριζαν τις απαιτήσεις για την ενεργειακή εξοικονόμηση έσπευσαν να εκδώσουν οικοδομικές άδειες εντός της προηγούμενης χρονιάς που δεν ίσχυε η νομοθεσία, η οποία προέβλεπε κτίρια κλάσης Β.
Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., είναι αύξηση του ρυθμού των οικοδομικών αδειών τους τελευταίους μήνες του έτους, καθώς μόνο τον Οκτώβριο παρατηρήθηκε άνοδος κατά 10%.
Ανεβαίνει το κόστος
Ο τεχνικός κόσμος εντοπίζει σοβαρές δυσλειτουργίες στην υιοθέτηση του μέτρου. Το αυξημένο έως 15% κόστος της κατασκευής μιας οικοδομής, που μπορεί ανάλογα με τις απαιτήσεις του ιδιοκτήτη να διπλασιαστεί, και οι τεχνικές δυσκολίες από τις υψηλές απαιτήσεις του ΚΕΝΑΚ δημιουργούν σοβαρά εμπόδια.
Οπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, οι κανονισμοί του ΚΕΝΑΚ είναι πολύ αυστηροί, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν τις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας σε ό,τι αφορά το κρύο με το κλίμα της Βόρειας Ευρώπης και τη ζέστη με συνθήκες Αφρικής. Πρακτικά αυτό απαιτεί ενισχυμένη θερμομόνωση, μεγάλη απόδοση συστημάτων ψύξης και θέρμανσης και ζεστού νερού, στοιχεία που αντίστοιχα ανεβαίνουν σε κλίμακα με τη νέα οδηγία.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν στην αγορά της οικοδομής, για να μετατραπεί ένα κτίριο που σήμερα είναι στην κατηγορία Β στην κατηγορία Α ή Α+ χρειάζεται να καταφύγει και σε λύσεις αυτοπαραγωγής ενέργειας. Δηλαδή να εγκαταστήσει αντλίες θερμότητας ή φωτοβολταϊκά στη στέγη και να τροφοδοτεί έτσι τις ανάγκες του ή να προχωρήσει στην εγκατάσταση μικρών ανεμογεννητριών.
Ομως, η λύση, για παράδειγμα των Φ/Σ, συναντά δυσκολίες, αφού οι κανόνες προστασίας του δομημένου περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής του τοπίου εμποδίζουν την εγκατάστασή τους σε διάφορους οικισμούς ανά τη χώρα, όπως για παράδειγμα στις Κυκλάδες, στη Μονεμβασιά, στο Πήλιο, στη Ρόδο, ακόμη και μέσα στις πόλεις. Ο λόγος είναι ότι μεγάλο μέρος των πόλεων είναι χαρακτηρισμένο ως ιστορικό κέντρο, κάτι που συνεπάγεται την έγκριση αντίστοιχων επεμβάσεων από τεχνικό και αρχιτεκτονικό έλεγχο, με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργείου Πολιτισμού.
Την ίδια στιγμή, οι μηχανικοί επισημαίνουν πως οι λύσεις δεν μπορεί να είναι ίδιες σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές της χώρας. Για παράδειγμα, η χρήση των πιο σύγχρονων συστημάτων θέρμανσης, όπως οι αντλίες θερμότητας και σε μικρότερο βαθμό οι λέβητες συμπύκνωσης, για να πετύχουν τις αποδόσεις των κατασκευαστών τους πρέπει να συνδυάζονται με αλλαγή στον σχεδιασμό και τη χρήση τους. Επίσης, καθώς η απόδοση των αντλιών θερμότητας επηρεάζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις εξωτερικές κλιματικές συνθήκες, η αντιμετώπισή τους με τον ίδιο τρόπο σε διαφορετικά γεωγραφικά διαμερίσματα (π.χ. Κοζάνη και Κρήτη) οδηγεί σε λανθασμένους υπολογισμούς και αστοχίες στη μελέτη Κτιρίων Σχεδόν Μηδενικής Κατανάλωσης.
Σήμερα η αγορά βρίσκεται σε αδιέξοδο αφού πολλά κτίρια ενδέχεται να μην μπορούν να μετατραπούν σε κατηγορία Α, κάτι όμως που πρέπει να αποδειχτεί από την ενεργειακή μελέτη, η οποία από αρχές του έτους κατατίθεται μαζί με τον φάκελο έγκρισης της οικοδομικής άδειας. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα είτε να μην εκδίδονται νέες άδειες, είτε να εκδίδονται αλλά να μην εφαρμόζονται.
Ο κίνδυνος σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με τους μηχανικούς, είναι να χαρακτηριστούν αυθαίρετα τα εν λόγω κτίσματα, αφού κατά τον έλεγχο των οικοδομών θα διαπιστώνονται αποκλίσεις από όσα προβλέπει η άδεια. Με τον τρόπο αυτό, υποστηρίζουν, κινδυνεύουμε να έχουμε μια νέα γενιά αυθαιρέτων χωρίς καμία πολεοδομική αυθαιρεσία!