Ο δρόμος για την επαναβιομηχανοποίηση και την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, για την οποία γίνεται συζήτηση εδώ και χρόνια, είναι μακρύς. Και για να επιτευχθεί απαιτούνται η στενή συνεργασία και ο συγχρονισμός μεταξύ της επιχειρηματικής κοινότητας, των θεσμικών φορέων της και της κυβέρνησης. Την Τετάρτη 13 Νοεμβρίου η Ελληνική Ενωση Επιχειρηματιών (ΕΕΝΕ) διοργανώνει την 8η Οικονομική Διάσκεψή της με τίτλο «Επαναβιομηχανοποίηση και Αναπτυξιακές Δεξιότητες: Χτίζοντας μια Ανταγωνιστική και Ανθεκτική Οικονομία». Η ΕΕΝΕ, στο πνεύμα της απαιτούμενης συνεργασίας, έχει καλέσει τους κορυφαίους φορείς της ελληνικής επιχειρηματικότητας και της εργασίας, εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, του ακαδημαϊκού κόσμου και της κυβέρνησης σε μια μεγάλη συζήτηση για τους στόχους και τα μέσα που απαιτούνται ώστε να φτάσουμε σε μια ανταγωνιστική και ανθεκτική οικονομία.
«Βασική προϋπόθεση για ένα μέλλον ευημερίας είναι η παραγωγική ενδυνάμωση – ουσιαστικά η επαναβιομηχανοποίηση της οικονομίας μας: με αιχμή την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, την ενσωμάτωση καινοτομίας και νέων τεχνολογιών, τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια», λέει στο «business stories» η κυρία Σοφία Κουνενάκη-Εφραίμογλου, πρόεδρος του ΕΒΕΑ, πρόεδρος του Εθνικού Επιμελητηριακού Δικτύου Ελληνίδων Γυναικών Επιχειρηματιών (ΕΕΔΕΓΕ), αλλά και μέλος του Δ.Σ. της ΕΕΝΕ. «Αυτή η προσπάθεια μπορεί να προχωρήσει μόνο με τη συναντίληψη και τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων. Η προσδοκία μου είναι ότι η διοργάνωση αυτή θα δώσει την έμπνευση αλλά και την πρακτική ώθηση ώστε να χαράξουμε μια πορεία με κοινό προσανατολισμό και με όσο το δυνατόν περισσότερους ενεργούς συνοδοιπόρους», προσθέτει.
Η κυρία Κουνενάκη-Εφραίμογλου τονίζει πως απαραίτητη προϋπόθεση για ένα σταθερό και βιώσιμο μέλλον είναι η αναβάθμιση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. «Ο τομέας της βιομηχανίας έχει τον πλέον κρίσιμο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια», λέει, και εξηγεί: «Τα τελευταία χρόνια, με μεγάλη προσπάθεια και σε ένα αντίξοο διεθνές περιβάλλον, η βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα έχει αποκτήσει αξιόλογη δυναμική. Ωστόσο, παρά τα θετικά βήματα υπάρχουν ακόμη εμπόδια στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, όπως είναι η υποχρέωση προκαταβολής φόρου και η αργή φορολογική απόσβεση μηχανολογικού εξοπλισμού. Χρειάζεται λοιπόν να εντείνουμε και να επιταχύνουμε την προσπάθεια. Ζητούμενο είναι η σημαντική επιτάχυνση της αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, από 14% του ΑΕΠ σήμερα σε 22%-23%, ώστε να προσεγγίσουμε τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και η μετάβαση από μια οικονομία χαμηλής εξειδίκευσης και χαμηλής έντασης τεχνολογίας σε μια οικονομία μέσης και υψηλής έντασης τεχνολογίας».
Η ίδια εκτιμά ότι τα πρόσφατα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. «Αντίστοιχη κινητοποίηση, όμως, απαιτείται και από την πλευρά των επιχειρήσεων. Με επενδύσεις σε προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης, με επιτάχυνση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, με στρατηγικές διεθνοποίησης», τονίζει. «Βεβαίως η πρόκληση για μια ισχυρή, ανταγωνιστική βιομηχανία δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Αφορά την Ευρωπαϊκή Ενωση στο σύνολό της – κι αυτό είναι ένα θέμα που επανήλθε στο προσκήνιο με την πρόσφατη δημοσιοποίηση της έκθεσης Ντράγκι», σπεύδει να διευκρινίσει.
Οι προτάσεις
Από την πλευρά της η ΕΕΝΕ, σε συνεργασία με άλλους φορείς όπως το ΕΒΕΑ, θα καταθέσει στον διάλογο τέσσερις συγκεκριμένες προτάσεις. «Είναι ένα στρατηγικό πλάνο για την ενίσχυση της ελληνικής βιομηχανίας, το οποίο εστιάζει στη βελτίωση και την ενίσχυση της παραγωγικότητας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης της ελληνικής βιομηχανίας», σημειώνει η κυρία Κουνενάκη-Εφραίμογλου. «Η πρώτη πρόταση αφορά τη μείωση του οριακού μη μισθολογικού κόστους της εργασίας σε επιχειρήσεις και εργαζομένους που επενδύουν στην απόκτηση ή στην αναβάθμιση ψηφιακών και άλλων δεξιοτήτων μέσω πιστοποίησης. Αυτό θεωρούμε ότι είναι μια κίνηση που θα αποτελέσει ισχυρό κίνητρο για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας, αλλά και για την υγιή, βιώσιμη αύξηση των μισθών. Δηλαδή μηδέν μη μισθολογικό κόστος, για αυξήσεις μετά και συνυφασμένες με την επανεκπαίδευση.
Η δεύτερη πρόταση αφορά τη μειωμένη οριακή φορολόγηση των επιχειρήσεων με στόχο να διευκολυνθεί η ρευστότητά τους, να ενθαρρυνθούν νέες επενδύσεις και να ενισχυθεί η αναπτυξιακή τους δυναμική. Η τρίτη, τη σταδιακή κατάργηση της προκαταβολής φόρου, μια πρόταση που αποσκοπεί στην αύξηση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και την τόνωση των επενδύσεων. Και η τέταρτη πρόταση αφορά την επιτάχυνση των αποσβέσεων για επενδύσεις σε παραγωγικό εξοπλισμό. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθούν κίνητρα για περαιτέρω επενδύσεις που θα ενισχύσουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων», σημειώνει, ενώ στη συνέχεια υπογραμμίζει ότι η συγκεκριμένη στρατηγική έχει ήδη αξιολογηθεί από το ΙΟΒΕ και οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις μπορούν να έχουν θετικές επιπτώσεις στην επιχειρηματικότητα και την οικονομία. «Πιστεύω ότι αποτελούν ένα έγκυρο και τεκμηριωμένο σημείο αναφοράς για να ανοίξουμε τον σχετικό διάλογο και μέσω της σύνθεσης να οδηγηθούμε σε θετικές παρεμβάσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Κι αυτό, όπως εξηγεί, είναι κρίσιμο ώστε η οικονομία να αναπτύσσεται με βιώσιμο τρόπο μετά το πέρας ισχύος του Ταμείου Ανάκαμψης, που εν πολλοίς στηρίζει σημαντικά την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας. «Το Ταμείο Ανάκαμψης έχει λειτουργήσει τα τελευταία χρόνια ως ανάχωμα στις πιέσεις που ασκεί το αρνητικό διεθνές περιβάλλον. Κι αυτό γιατί παρέχει ευκαιρίες για ευνοϊκή χρηματοδότηση, αλλά και γιατί δίνει ώθηση στην αγορά ενάντια στην αρνητική επίδραση του πληθωρισμού και της γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Ζητούμενο δεν είναι να έχουμε μια πρόσκαιρη μεγέθυνση του ΑΕΠ, αλλά ο μετασχηματισμός του παραγωγικού μοντέλου της χώρας ώστε η ανάπτυξη να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη και ανθεκτική απέναντι στους εντεινόμενους εξωγενείς κινδύνους», τονίζει η κυρία Κουνενάκη-Εφραίμογλου. «Πέρα όμως από την ποσοτική αύξηση των επενδύσεων χρειάζεται να διασφαλίσουμε ότι οι ενισχύσεις κατευθύνονται σε τομείς υψηλής παραγωγικότητας, στηρίζουν επενδυτικά σχέδια με υψηλή προστιθέμενη αξία, συμβάλλουν στην αναβάθμιση των διαδικασιών και των μέσων παραγωγής, δημιουργούν ποιοτικές θέσεις εργασίας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε αυτή την ευκαιρία. Εχουμε μπροστά μας μια διετία για να διασφαλίσουμε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα είναι πυροτέχνημα, αλλά θα αφήσει μακροπρόθεσμο και ουσιαστικό αναπτυξιακό αποτύπωμα στη χώρα», προσθέτει.
Για τις ίδιες τις επιχειρήσεις η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια αποτελούν ζητούμενο. «Η προσπάθεια που έχουμε κάνει τα τελευταία χρόνια για τη στήριξη των εξαγωγών είναι τεράστια και τα αποτελέσματα εντυπωσιακά. Είναι όμως προφανής η ανάγκη -ειδικά σε αυτή τη συγκυρία- να επιμείνουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, να ενισχύσουμε τις επενδύσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα, που βελτιώνουν τις δεξιότητες των εργαζομένων, που ενισχύουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, αλλά και την προστιθέμενη αξία των ελληνικών προϊόντων, κάτι για το οποίο εργαζόμαστε συστηματικά στο ΕΒΕΑ υπηρετώντας τον εθνικό σχεδιασμό».
Διαβάστε ακόμη
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Από την Κρήτη μέχρι τον Όμιλο των 13 δισ. και των 92 εταιρειών (pics)
Αύξηση φόρου… 533% στις βραχυχρόνιες μισθώσεις «τύπου Airbnb»
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα