Την παραπομπή της Ελλάδας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λόγω της μη συμμόρφωσης της με απόφαση του Δικαστηρίου του 2017 για την υπόθεση της ΛΑΡΚΟ.
Η απόφαση της Επιτροπής ήταν αναμενόμενη (Κομισιόν: «Κόκκινη κάρτα» για τα €136 εκατ. παράνομων ενισχύσεων στη Λάρκο) και ζητά από το Δικαστήριο να επιβάλλει χρηματικά πρόστιμα στη χώρα μας.
Στην απόφασή του, το Δικαστήριο είχε καταδικάσει την Ελλάδα για μη εκτέλεση απόφασης της Επιτροπής του 2014 με την οποία απαιτήθηκε από την Ελλάδα να ανακτήσει ποσό 135,8 εκατ. ευρώ ασυμβίβαστων ενισχύσεων από τη ΛΑΡΚΟ Γενική Μεταλλευτική & Μεταλλουργική Εταιρεία Α.Ε. («ΛΑΡΚΟ»).
Τον Μάρτιο του 2014, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι διάφορα δημόσια μέτρα (υπό μορφή εισφορών κεφαλαίου και κρατικών εγγυήσεων) υπέρ της ΛΑΡΚΟ παρείχαν στην εταιρεία αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της, κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή διέταξε την Ελλάδα να ανακτήσει την ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση ύψους 135,8 εκατ. ευρώ, συν τους τόκους. Την ίδια ημερομηνία, η Επιτροπή εξέδωσε επίσης απόφαση στην οποία προέβαινε στη διαπίστωση ότι το σχέδιο που πρότεινε η Ελλάδα για την πώληση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων της ΛΑΡΚΟ θα μπορούσε να εφαρμοστεί χωρίς ο αγοραστής να υποχρεούται να επιστρέψει οποιαδήποτε ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στη ΛΑΡΚΟ. Το σχέδιο πώλησης δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί.
Τον Νοέμβριο του 2017, το Δικαστήριο διαπίστωσε (υπόθεση C-481/16 Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας) ότι η Ελλάδα δεν εκτέλεσε την απόφαση της Επιτροπής του 2014 περί ανάκτησης και καταδίκασε την Ελλάδα για μη ανάκτηση της ασυμβίβαστης κρατικής ενίσχυσης, όπως απαιτείτο από την απόφαση περί ανάκτησης του 2014.
Τον Ιανουάριο του 2019, η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα σχετικά με τη μη εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου του 2017. Μέχρι σήμερα, περισσότερα από πέντε έτη μετά την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής και μετά την απόφαση του Δικαστηρίου και την προειδοποιητική επιστολή της Επιτροπής, η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ανακτήσει την ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση από τη ΛΑΡΚΟ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έχει πλέον ζητήσει από το Δικαστήριο να επιβάλει στην Ελλάδα τις ακόλουθες οικονομικές κυρώσεις:
– καταβολή κατ’ αποκοπήν ποσού περίπου 3.709 ευρώ ημερησίως για το χρονικό διάστημα από τις 9 Νοεμβρίου 2017 (ημερομηνία της πρώτης απόφασης του Δικαστηρίου) έως την ημερομηνία συμμόρφωσης της Ελλάδας με την απόφαση του Δικαστηρίου ή, εναλλακτικά, ελλείψει συμμόρφωσης, την ημερομηνία έκδοσης της δεύτερης απόφασης του Δικαστηρίου. Το ελάχιστο κατ’ αποκοπή ποσό δεν θα πρέπει να είναι χαμηλότερο από 1,3 εκατ. ευρώ.
– ημερήσια χρηματική ποινή ύψους περίπου 26.697 ευρώ από την ημέρα έκδοσης της απόφασής της Επιτροπής έως την ημερομηνία κατά την οποία η Ελλάδα θα θέσει τέρμα στην παράβαση.
Ιστορικό
Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ακύρωσης που υπέβαλε η ΛΑΡΚΟ κατά της απόφασης της Επιτροπής του 2014 (υπόθεση T-423/14). Επί του παρόντος εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου αναίρεση που άσκησε η ΛΑΡΚΟ κατά της εν λόγω απόφασης στην υπόθεση C-244/18 P. Στη γνώμη που εξέδωσε στις 24 Οκτωβρίου 2019, ο γενικός εισαγγελέας κ. Saugmandsgaard Øe πρότεινε, μετά από την εξέταση των λόγων αναίρεσης που προέβαλε η ΛΑΡΚΟ, την απόρριψή τους.
Το άρθρο 107 επιτρέπει ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων που προωθούν έναν στόχο κοινού συμφέροντος χωρίς να προκαλούν αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά. Οι ενισχύσεις που δεν πληρούν αυτούς τους όρους είναι ασυμβίβαστες. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη έχουν ήδη χορηγήσει ασυμβίβαστες ενισχύσεις, θα πρέπει να τις ανακτήσουν ταχέως από τους αποδέκτες. Αυτό είναι ουσιώδους σημασίας διότι οι καθυστερήσεις στην ανάκτηση παράνομων επιδοτήσεων διαιωνίζουν τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού τις οποίες προκάλεσαν οι ενισχύσεις και υπονομεύουν τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού 2015/1589 και η ανακοίνωση της Επιτροπής για την ανάκτηση ενισχύσεων προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβαίνουν σε άμεση και πραγματική ανάκτηση των ασυμβίβαστων ενισχύσεων από τον αποδέκτη.
Οι προσφυγές ακύρωσης που ασκούνται ενώπιον του Δικαστηρίου κατά αποφάσεων της Επιτροπής δεν αναστέλλουν την υποχρέωση του κράτους μέλους να ανακτήσει τις ενισχύσεις που κρίθηκαν ασυμβίβαστες (άρθρο 278 ΣΛΕΕ).
Εάν ένα κράτος μέλος δεν εκτελέσει απόφαση ανάκτησης, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει αρχικά την έκδοση αναγνωριστικής απόφασης από το Δικαστήριο βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ για μη εκτέλεση της απόφασης. Σε περίπτωση που το εν λόγω κράτος μέλος εξακολουθεί να μην εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, το άρθρο 260 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ επιτρέπει στην Επιτροπή να το παραπέμψει στο Δικαστήριο για δεύτερη φορά και να ζητήσει την επιβολή χρηματικής ποινής.
Δείτε εδώ την απόφαση της Επιτροπής