Από συμπληγάδες συνεχίζει να περνά η ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ καθώς η ολοκλήρωση της πώλησης της εταιρείας στο σχήμα «ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ AD Holdings», παραμένει παγωμένη.
Αιτία είναι η αίτηση ακύρωσης που έχει καταθέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας η αντίπαλη Ιρλανδική εταιρία CMI, η οποία στρέφεται κατά της απόφασης των συναρμόδιων υπουργείων για την ανακήρυξη του ελληνοελβετικού σχήματος ως προτιμητέου επενδυτή.
Η υπόθεση σέρνεται επί μήνες αφού η εκδίκαση της προσφυγής πηγαίνει από αναβολή σε αναβολή, με το δικαστήριο να έχει προσδιοριστεί για την μεθεπόμενη Τρίτη 26 Μαρτίου κατόπιν επειγόντως αιτήματος επίσπευσης της διαδικασίας που έχει ζητήσει η κυβέρνηση.
Αρχικά, η εκδίκαση στο ΣτΕ είχε προγραμματιστεί στις 12 Οκτωβρίου του 2023. Στη συνέχεια πήρε νέα αναβολή για τις 12 Δεκεμβρίου και πλέον έχει μετατεθεί για τις 26 του μήνα. Όμως είναι εξαιρετικά αβέβαιο εάν και αυτή τη φορά θα εκδικαστεί ή αν θα έχουμε μια νέα παράταση στο θρίλερ που αντιμετωπίζει η βιομηχανία σιδερονικελίου.
Το καθεστώς Ειδικής Διαχείρισης στο οποίο βρίσκεται η εταιρεία εδώ και τέσσερα χρόνια έληξε στις 7 Φεβρουαρίου 2024 και πήρε νέα παράταση. Οι περίπου 850 εργαζόμενοι που έχουν απομείνει στην βιομηχανία συνεχίζουν να αμείβονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, ο οποίος καλύπτει τα βασικά έξοδα λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ που υπολογίζονται σε περίπου 3 εκατομμύρια το μήνα.
Λήγουν οι συμβάσεις
Όμως οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που είχαν υπογράψει οι εργαζόμενοι λήγουν στις 31 Μαρτίου, με τις απόψεις για το αν θα ανανεωθούν ή όχι να διίστανται.
Σε πρόσφατη ανάρτησή του, το σωματείο εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ ισχυρίζεται ότι το υπουργείο Οικονομικών θα ανανεώσει τις συμβάσεις. Άλλες πάντως πληροφορίες αναφέρουν ότι το ειδικό αυτό καθεστώς θα λήξει στα τέλη του μήνα.
Στην πραγματικότητα, οι εργαζόμενοι έχουν απολυθεί από τον Αύγουστο του 2022 και έκτοτε ανανεώνονται οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που έχουν συνάψει παρά το γεγονός ότι το εργοστάσιο έχει κατεβάσει ρολά από το καλοκαίρι του 2023.
Πιέσεις
Το τελευταίο διάστημα, οι εργαζόμενοι έχουν πραγματοποιήσει διαδοχικές συναντήσεις προκειμένου να ενημερωθούν για το μέλλον της επιχείρησης.
Στο πλαίσιο αυτό, υπήρξε συνάντηση με τον Ειδικό Διαχείριση στις 8 Φεβρουαρίου, ο οποίος σύμφωνα με όσα υποστηρίζει το σωματείο, τους έχει επισημάνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει τροποποιήσει το νόμο ώστε να μπορεί να καλύψει οικονομικά τις ανάγκες δραστηριοτήτων της ΛΑΡΚΟ. Επίσης ότι δεν έχει λάβει καμία ενημέρωση για την ανανέωση των συμβάσεων.
Συνάντηση πραγματοποιήθηκε πρόσφατα και με το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο φέρεται να διαμήνυσε στους εργαζόμενους ότι θα πρέπει να συνεχιστεί η λειτουργία της εταιρείας όπως ορίζουν οι διαδικασίες. Ωστόσο τα μηνύματα που έλαβαν πρόσφατα από το γενικό γραμματέα του υπουργείου ενέργειας κ. Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη δεν εμπνέουν αισιοδοξία. Το σωματείο αναφέρει ότι ο κυβερνητικός αξιωματούχος και στενός συνεργάτης του υπουργού Θεόδωρου Σκυλακάκη τους έχει μεταφέρει το κλίμα ότι ο επενδυτής δεν ενδιαφέρεται «κατά την παρούσα χρονική περίοδο για την επαναλειτουργία της βιομηχανίας και ότι η ΛΑΡΚΟ θα γίνει σκραπ και κάποια στιγμή, αν οι συνθήκες στην αγορά νικελίου γίνουν ευνοϊκές τότε θα επενδύσει στην παραγωγή με νέες μεθόδους».
Υπενθυμίζεται ότι το τελευταίο διάστημα μεγάλοι παίκτες της διεθνούς αγοράς νικελίου όπως η Clencore αποσύρονται από κάποια ορυχεία τους λόγω του ισχυρού ανταγωνισμού από τις Ασιατικές χώρες, την ίδια ώρα που οι τιμές υποχωρούν κατά 30%.
Οι εργαζόμενοι υποστηρίζουν ότι κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχαν την προηγούμενο μήνα στο υπουργείο Εργασίας έγινε γνωστό ότι η διαδικασία της μεταβίβασης θα διαρκέσει πολλούς μήνες. Όπως αναφέρουν, το υπουργείο κινείται ήδη σε plan b εφόσον το Οικονομικών δεν εγκρίνει μια πολύμηνη παράταση των συμβάσεων έτσι ώστε μετά την εκδίκαση στο ΣτΕ να γίνει ένας κύκλος συναντήσεων με τον επενδυτή.
Στόχος είναι τα προγράμματα του υπουργείου Εργασίας, να ενεργοποιηθούν για αυτούς που δεν θα απορροφηθούν. Το plan B προβλέπει ότι για ένα χρόνο όλοι θα μεταφερθούν στους δήμους ώστε ο επενδυτής να διαλέξει από εκεί όσους θέλει για την ΛΑΡΚΟ.
Οι δαπάνες
Το οικονομικό φορτίο πάντως που έχει επωμιστεί το ελληνικό δημόσιο για την θνησιγενής εταιρεία είναι ήδη μεγάλο. Υπολογίζεται ότι μέχρι τα τέλη του 2023 είχαν καταβληθεί 94 εκατομμύρια στον ειδικό εκκαθαριστή για την λειτουργία της βιομηχανίας και σήμερα τα ποσά αυτά εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 100 εκατομμύρια. Όμως για την πολιτεία τα έξοδα δεν σταματούν εδώ. Πέρσι, σύμφωνα με σχετικό έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών, το Δημόσιο είχε καταβάλει για τα πρόστιμα της Κομισιόν (σ.σ αφορά την παλιά υπόθεση περί μη ανάκτησης των κρατικών ενισχύσεων της εταιρείας), πάνω από 14 εκατ. ευρώ μαζί με το κατ΄αποκοπή πρόστιμο των 5,5 εκατομμυρίων.
Διαβάστε ακόμη
Άνταμ Κορακιουάλα (Switz Group): Ο ινδικός όμιλος θα συνεχίσει να επενδύει στην Ελλάδα
POS: Ξεκινούν από 1η Απριλίου τα πρόστιμα – 150.000 δεν έχουν προβεί σε αναβάθμιση
Πλειστηριασμοί: Μια «Λίρα» με… μεγάλη ιστορία, τα «ψάρια» και τα άλλα «βαριά» σφυριά (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ