Κ άτι η επιστροφή σε κάποιου είδους κανονικότητα μέσα στο καλοκαίρι και η μικρή ανάκαμψη του τουρισμού, κάτι ο καύσωνας και η αγορά παγωτού επιχειρεί φέτος ένα αρκετά ελπιδοφόρο comeback μετά το σοκ του 2020.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η χρονιά φέτος έχει θετικό πρόσημο και με τη ζήτηση να κλιμακώνεται έχουν δημιουργηθεί προσδοκίες για βελτίωση της κερδοφορίας των σημάτων της εγχώριας αγοράς.
Η αγορά του τυποποιημένου παγωτού υπολογίζεται σε τιμές λιανικής κοντά στα 200 εκατ. ευρώ, έπειτα από τις περυσινές απώλειες στο HORECA, κυρίως λόγω της απουσίας τουριστικού ρεύματος αλλά και της αυθόρμητης αγοράς από τα σημεία μικρής λιανικής λόγω των περιοριστικών μέτρων. Σημειώνεται ότι το 2019, σύμφωνα με στοιχεία της Euromonitor για την Ελλάδα, η αγορά παγωτού και παγωμένων επιδορπίων κυμαινόταν στα 260 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες, η αύξηση φέτος είναι αισθητή στα δύο «προβληματικά» κανάλια, HORECA και μικρή λιανική, χάρη στην αύξηση της τουριστικής κίνησης και τις υψηλές θερμοκρασίες, ενώ οι πωλήσεις μέσω των σούπερ μάρκετ έως και τον Ιούνιο κινούνταν με έναν ρυθμό +20%, με τις οικογενειακές συσκευασίες να ηγούνται των πωλήσεων. Η συγκεκριμένη τάση φαίνεται να έχει ενισχυθεί τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, με εξαίρεση ένα μικρό φρένο που πάτησε η δυναμική στα σούπερ μάρκετ.
Σε κάθε περίπτωση, η γενική εκτίμηση για φέτος μιλά για σημαντική ανάκαμψη που μπορεί να αποτελέσει τη βάση για το μέλλον. Γι’ αυτό εξάλλου και οι μεγάλοι «παίκτες» προσπαθούν να πάρουν καλύτερη θέση. Σημειώνεται πως η αγορά τυποποιημένου παγωτού είδε δραματικές αλλαγές στα χρόνια της κρίσης, έχοντας χάσει σχεδόν το 30% του ετήσιου τζίρου της, τις πολυεθνικές εταιρείες να παίρνουν το πάνω χέρι και παράλληλα να μεγαλώνουν θεαματικά ελληνικές εταιρείες που έως τότε θεωρούνταν μικροί παίκτες, χάρη στο σχέδιο και την επιμονή των επικεφαλής της.
Σήμερα κορυφαίες εταιρείες στην αγορά, με σειρά κατάταξης βάσει μεριδίων, είναι η Unilever υπό τον Νοτιοαφρικανό πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Αντριου Κένεντι, η Froneri Hellas υπό τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Δημήτρη Κοντογεώργο και η Κρι Κρι του Παναγιώτη Τσινάβου, που ελέγχουν πάνω από το 50% αθροιστικά, με ένα επιπλέον περίπου 9%-10% να αφορά τα προϊόντα private label. Για το υπόλοιπο 30%-35% γίνεται μάχη μεταξύ μικρών και ανερχόμενων, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την εταιρεία Kayak της οικογένειας Σταυρίδη, που αναπτύσσεται τόσο μέσω του οργανωμένου λιανεμπορίου με συσκευασμένο προϊόν όσο και μεταξύ αλυσίδων καταστημάτων που αναπτύσσει η ίδια με χύμα παγωτό.
Στη μάχη αυτή οι μεγάλοι παίκτες έχουν διαμορφώσει και συμμαχίες-στρατηγικές συμφωνίες με γνωστές άλλες βιομηχανίες τροφίμων, λανσάροντας ουσιαστικά τη βερσιόν παγωτού γνωστών brands από σνακ και σοκολάτες, σε μια προσπάθεια να κάνουν τη διαφορά. Αντίστοιχα επιχειρούν να εκμεταλλευτούν και την παγκόσμια τάση που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά τροφίμων και ποτών και δεν είναι άλλη από τη στροφή των καταναλωτών στα υγιεινά προϊόντα, λανσάροντας αυτά με τη λιγότερη ζάχαρη ή με στέβια.
Οι παίκτες που ελέγχουν την αγορά και οι διεκδικητές
Αντριου Κένεντι, Ελαΐς – Unilever Hellas
Ο leader της αγοράς και η σύνδεσή του με την πλέον ιστορική εταιρεία του χώρου
Είναι ο leader της αγοράς, με δεδομένο ότι ελέγχει δύο από τις πιο δημοφιλείς φίρμες παγωτών, την ΕΒΓΑ και την Algida. Ο κ. Αντριου Κένεντι μπορεί με την ανάληψη των καθηκόντων του πριν από περίπου έναν χρόνο να έχει επικεντρωθεί σε ένα γενικό συμμάζεμα της ελληνικής θυγατρικής σε σειρά τομέων (επέκταση στα απορρυπαντικά με παράλληλο περιορισμό στα τρόφιμα, με πιο πρόσφατη την πώληση του εργοστασίου της Γαστούνης και της επωνυμίας Pummaro), εντούτοις τα παγωτά φαίνονται προς το παρόν ακλόνητα. Εκτιμάται ότι οι ετικέτες ΕΒΓΑ και Algida έχουν σήμερα ένα συνολικό κοινό μερίδιο της αγοράς γύρω στο 25%. Σχετικά με τα σήματα, η Unilever διαθέτει τη δημοφιλή σειρά Algida στην Ελλάδα από το 1982 (με μάρκες όπως Magic, Cornetto, Carte D’Or, Solero και Vienetta).
Από το 2010 έχει αποκτήσει επίσης το δίκτυο και τα σήματα της ΕΒΓΑ (όπως Status, Scandal, 4Χ4, Karabola, Cream House και Variete) μετά την απόφαση της οικογένειας Φιλίππου να τα πουλήσει, σε μια προσπάθεια επιβίωσης της ιστορικής εταιρείας που εξακολουθεί να παλεύει με τις συσσωρευμένες ζημίες. Πλέον η πρώην ΕΒΓΑ, που η φήμη της απογειώθηκε το 1936 όταν παρουσίασε πρώτη βιομηχανοποιημένο παγωτό ξυλάκι, παγωτό σε κύπελλο και χωνάκι με σοκολάτα και αμύγδαλο, έχει μετονομαστεί σε EMFI μετά τη στρατηγική απόφαση περαιτέρω επέκτασης της εταιρείας και σε μη γαλακτοκομικά προϊόντα. Επίσης συνεχίζει την παραγωγή των προϊόντων με το σήμα ΕΒΓΑ και μέρος αυτών με το σήμα Algida για λογαριασμό της Unilever στο εργοστάσιο του Βοτανικού. Παράλληλα το εργοστάσιο της Ιεράς οδού έχει γίνει ένα από τα μεγαλύτερα σε παραγωγή φασόν όχι μόνο για τη Unilever, αλλά και για άλλες εταιρείες τόσο στο επώνυμο παγωτό όσο και στο private label.
Η EMFI, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, είχε το 2020 κάμψη πωλήσεων στα 27,5 εκατ. ευρώ, από 30,37 εκατ. ευρώ το 2019, καταγράφοντας για ακόμη μία χρονιά ζημίες, ύψους 3,55 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας τον αριθμό των συσσωρευμένων ζημιών στα 117 εκατ. ευρώ περίπου. Ωστόσο η καθαρή θέση της εταιρείας είναι περίπου 10 εκατ. ευρώ, έχοντας προβεί σε δύο αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου μέσα στη χρονιά, συνολικού ύψους και των δύο 5 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την Ελαΐς – Unilever Hellas, στις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις υπογραμμίζεται πως «επιδιώκει συνεχώς τη βελτιστοποίηση της εξυπηρέτησης της αγοράς και ανάπτυξης των πωλήσεών της. Προς τον σκοπό αυτό και στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης της δομής και λειτουργίας της εφοδιαστικής αλυσίδας και του δικτύου διανομής της, με έμφαση στον κλάδο του παγωτού, η εταιρεία υλοποιεί αναθεώρηση των συνεργασιών της με ειδικούς πελάτες-διανομείς και έχει προς τούτο προβεί στον σχηματισμό επαρκών προβλέψεων». Για την ιστορία, η εταιρεία είχε κύκλο εργασιών 361,87 εκατ. ευρώ το 2019, με καθαρά κέρδη 4,37 εκατ. ευρώ, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζεται η συνεισφορά του κλάδου παγωτού σε αυτά.
Δημήτρης Κοντογεώργος, Froneri Hellas Ice Cream
Σε τροχιά βιωσιμότητας μετά τον δομικό ανασχηματισμό
Πρόκειται για την κατάληξη της πάλαι ποτέ ΔΕΛΤΑ Παγωτού, η οποία είχε εξαγοραστεί το 2005 από τη Nestle και κατόπιν στα μέσα της περασμένης δεκαετίας πέρασε στην παγκόσμια κοινοπραξία Froneri που συγκρότησαν η πολυεθνική με την R&R με έδρα τη Μ. Βρετανία. Ο κ. Δημήτρης Κοντογεώργος παραμένει επικεφαλής της θυγατρικής, έχοντας αναλάβει ήδη από το 2011 τα ηνία ως στέλεχος της Nestle Hellas και προωθώντας τον μεγάλο μετασχηματισμό της εταιρείας που απαίτησε το νέο επιχειρηματικό μοντέλο της κοινοπραξίας. Ετσι, το εργοστάσιο της πάλαι ποτέ ΔΕΛΤΑ Παγωτού στον Ταύρο, που ως μέλος της Nestle θα αναλάβει και σημαντικό τμήμα εξαγωγών, τελικά θα κλείσει το 2017.
Εκτοτε η εταιρεία θα γίνει αμιγώς εμπορική, αφού και άλλα εργοστάσια της Froneri στην Ευρώπη θα αναλάβουν να την προμηθεύουν με προϊόντα είτε αυτά αφορούν τις διεθνείς συνεργασίες (π.χ. με τη Mondelez International), είτε τα σήματα που έκαναν τη διαφορά στην ελληνική αγορά (Boss, Nirvana, Magnum κ.ά.). Τα τελευταία, εξάλλου, θα παραμείνουν πρώτα στην προτίμηση του κοινού, δίνοντας στη Froneri Hellas ένα μερίδιο αγοράς γύρω στο 20%. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, η εταιρεία είχε το 2019 κύκλο εργασιών 38,65 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 1,47 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με την διοίκηση της Froneri Hellas «οι αλλαγές στη λειτουργική και οργανωτική δομή της εταιρείας με τη διακοπή λειτουργίας του εργοστασίου, της επέτρεψαν να γυρίσει σε τροχιά βιωσιμότητας ελέγχοντας τα κόστη της και αναβαθμίζοντας την εφοδιαστική της αλυσίδα». Η εταιρεία έχει μειώσει τις συσσωρευμένες ζημίες της στα 19,29 εκατ. ευρώ, ενώ το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων έφτανε στις 31 Δεκεμβρίου 2019 τα 40,45 εκατ. ευρώ.
Παναγιώτης Τσινάβος, Κρι Κρι
Ο δυναμικός διεκδικητής και οι ηχηροί σύμμαχοί του
Η Κρι Κρι του Παναγιώτη Τσινάβου είναι αυτό που θα έλεγε κανείς το success story μέσα στην περίοδο της κρίσης, καταφέρνοντας να μεγαλώσει πολύ τόσο μέσω του παραδοσιακού της προϊόντος όσο και του γιαουρτιού, φροντίζοντας να δώσει μεγάλη βαρύτητα και στις εξαγωγές. Σε σχέση με το παγωτό προτεραιότητα ήταν η πανελλαδική κάλυψη της αγοράς, κάτι που το πέτυχε πριν από χρόνια και παράλληλα η διεύρυνση του προϊοντικού χαρτοφυλακίου είτε με καινοτόμα προϊόντα είτε με με ηχηρές συνεργασίες. Σε ό,τι αφορά τις τελευταίες, μάλιστα, έχει καταφέρει τρόπον τινά να συνασπίσει δύο από τις μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων και σνακ της χώρας με την Κρι Κρι προωθώντας το «ελληνικό παγωτό». Πρόκειται για τις ΙΟΝ και Μπισκότα Παπαδοπούλου, με τις οποίες η Κρι Κρι έχει λανσάρει σειρά προϊόντων που πατάνε στις συνταγές και τις ετικέτες των διάσημων προϊόντων τους. Ο κ. Τσινάβος λέει ότι η εισηγμένη στο Χ.Α. εταιρεία είναι και η μοναδική ελληνική εταιρεία τυποποιημένου παγωτού με πανελλαδική διανομή και διαρκή ανάπτυξη.
Το μερίδιό της στην αγορά υπολογίζεται κάπου στο 15%. Σε κάθε περίπτωση, το 2020 στην ελληνική αγορά παγωτού, οι πωλήσεις της Κρι Κρι ήταν μειωμένες κατά 1 εκατ. ευρώ σε σχέση με έναν χρόνο πριν, στα 20,7 εκατ. ευρώ. Ο ίδιος πάντως δεν κρύβει πως κύριος στόχος παραμένει και η αγορά του εξωτερικού, όπου εδώ και χρόνια έχει παρουσία η Κρι Κρι κυρίως μέσω παραγωγής private label προϊόντων.
Μάλιστα πέρυσι η εταιρεία λάνσαρε greek frozen yogurt στην ιταλική αγορά με επιτυχία και πλέον στοχεύει σε επέκτασή του και σε άλλες αγορές. Ο κ. Τσινάβος πιστεύει στις προοπτικές της συγκεκριμένης αγοράς, η οποία αποτιμάται γύρω στα 20 δισ. ευρώ πανευρωπαϊκά και 60 δισ. παγκοσμίως. Γι’ αυτό εξάλλου και συνεχίζει τις επενδύσεις στο εργοστάσιο των Σερρών.
Ακης και Σαλώμη Σταυρίδη, Κayak ΑΒΕΕ
Εξαγορές και επεκτάσεις
Είναι ίσως από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανερχόμενης εταιρείας που επιχειρεί να κάνει το άλμα. Η Kayak ΑΒΕΕ, που ίδρυσε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο κ. Γιώργος Σταυρίδης και πλέον «τρέχουν» τα παιδιά του Ακης και Σαλώμη, διεκδικεί μεγαλύτερο χώρο επενδύοντας σε μια πιο premium κατηγορία παγωτού, κυρίως μέσα από την ανάπτυξη δικών της καταστημάτων αλλά και μέσα από συσκευασμένο προϊόν που μπορεί να βρει ο καθένας σε ψυγεία του οργανωμένου λιανεμπορίου. Μάλιστα εν μέσω πανδημίας η Kayak προχώρησε σε δύο σημαντικές εξαγορές που θα τη βοηθήσουν στους γενικότερους στόχους της.
Η πρώτη αφορούσε την εξαγορά του 70% της Chillbox A.E. και το 100% της Chillbox Global A.E., που βρίσκονται πίσω από τη γνωστή αλυσίδα που έχει ως αιχμή το frozen yogurt. Η δεύτερη αφορούσε την πλειοψηφική συμμετοχή στην εταιρεία Κρητικά Παγωτά, μια μονάδα παραγωγής παγωτού με πρώτη ύλη το κατσικίσιο γάλα του νησιού. Υπενθυμίζεται ότι το εργοστάσιο παγωτού της Kayak βρίσκεται στο Κορωπί. Ο κύκλος εργασιών της, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, ήταν 5,7 εκατ. ευρώ το 2017 και τα κέρδη μετά τους φόρους 524.000 ευρώ.
Διαβάστε ακόμα
Έλληνες εφοπλιστές: Ξέφρενο ράλι επενδύσεων – $4,5 δισ. για την αγορά πλοίων από την αρχή του 2021
Ισραήλ – Κορωνοϊός: Η πρώτη χώρα στον κόσμο που κάνει τρίτη δόση στους άνω των 50 ετών
Δρ. Ιωάννης Κούστας: Υπέγραψε ναυλοσύμφωνα αξίας $378 εκατ. για 10 πλοία της Danaos