Της Σύνθια Αϊδίνη – Δαμάσκου,
Δικηγόρου ΜΔΕ
Σύμφωνα με το άρθρο 13 (περί αναστολής εκτελέσεως) του νομοσχεδίου για τον εξώδικο μηχανισμό ρύθμισης προβλέπεται ταυτόχρονα με την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης της αίτησης υπαγωγής της διαδικασίας εξώδικης διαδικασίας ρύθμισης του άρθρου 2 του εν λόγω νομοσχεδίου, η αυτοδίκαιη αναστολή όλων των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εναντίον της επιχείρησης εκκρεμή ή μη καθώς και η απαγόρευση λήψης οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά αυτής με εξαίρεση αυτά που αφορούν την μη απομάκρυνση, αφαίρεση κινητού εξοπλισμού της με ενδεχόμενο κίνδυνο οικονομικής της απαξίωσης. Η διάρκειά της αναστολής εκτελέσεως προβλέπεται 70 ημερών, μετά το πέρας της οποίας το Μονομελές Πρωτοδικείο στο οποίο εδρεύει η επιχείρηση δύναται να εκδώσει δικαστική απόφαση διατάζουσα παράταση μέγιστης διάρκειας τεσσάρων μηνών καθόσον το αιτηθεί η εταιρία με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και με απαραίτητη προϋπόθεση τη σύμφωνη γνώμη της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών.
Από τα παραπάνω συμπεραίνει κανείς ότι πρώτον δεν νοείται διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης χωρίς υποχρεωτική αποχή του συνόλου των πιστωτών από οποιαδήποτε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Δεύτερον το διάστημα των 70 ημερών που αυτοδίκαια παρέχεται ως «ασυλία» στην επιχείρηση είναι ελάχιστο όταν για την ολοκλήρωση της εξωδικαστικής διαδικασίας είναι αναπόφευκτη η δικαστική διεκδίκηση παράτασης. Τρίτον δεν δύναται να παρέχεται το δικαίωμα στους πιστωτές οι οποίοι συμμετέχουν στη διαδικασία με σκοπό την εξεύρεση εξωδικαστικής λύσης να χρησιμοποιούν δικαστικούς μοχλούς για την λήψη μέτρων πίεσης της εταιρίας υπονομεύοντας με αυτόν τον τρόπο την όποια προσπάθεια των υπολοίπων μερών.
Εξάλλου σε περίπτωση που πιστωτής ικανοποιηθεί ως προς τις απαιτήσεις του από τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης μονομερώς, έχει σαν συνέπεια τη βλάβη της επιχείρησης και τη μείωση της διαπραγματευτικής της ικανότητας μέσω της πρόκλησης ζημίας στην περιουσιακή της κατάσταση, η οποία ενδεχομένως δεν θα επαρκέσει για τη συμμετρική ικανοποίηση των υπολοίπων πιστωτών της. Εξάλλου και στον ισχύοντα Πτωχευτικό Κώδικα, κατά τη διάρκεια της συνδιαλλαγής του άρθρου 99 Ν. 3588/07 η οφειλέτρια επιχείρηση τελεί υπό την προστασία της εν γένει αναστολής όλων των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης για το χρονικό διάστημα έως την επίτευξη ή μη αυτής.
Με δεδομένο ότι ανά πάσα στιγμή ο εκάστοτε συμμετέχων πιστωτής δύναται να αιτηθεί την κατάργηση της «ασυλίας» της επιχείρησης κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο 2 της τετάρτης παραγράφου του εν λόγω άρθρου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων αρκούσης της πιθανολόγησης (το οποίο σημαίνει ότι εναπόκειται στην προσωπική εκτίμηση άνευ αιτιολόγησης του εκάστοτε δικαστή) ότι θα προκληθεί ανεπανόρθωτη βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος πιστωτή, συμπεραίνεται ότι η διαδικασία ανά πάσα στιγμή βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα και κινδυνεύει με αποτυχία σε κάθε στάδιό της.
Ειδικότερα αν λάβουμε υπόψιν ότι ο νομοθέτης επιβάλει υποχρεωτικά την άρση της αναστολής των αναγκαστικών μέτρων στην περίπτωση που η σχετική αίτηση ασκείται από την πλειοψηφία των πιστωτών, η εξωδικαστική ρύθμιση αποβαίνει άκαρπη για μια επιχείρηση που διαθέτει περιορισμένο αριθμό οφειλετών. Εάν για παράδειγμα μια επιχείρηση οφείλει σε δύο με τρείς τράπεζες, οι οποίες ανά πάσα στιγμή έρχονται σε συνεννόηση και αιτούνται την τροπή των προσημειώσεών τους σε υποθήκες, ικανοποιούνται από την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων καθώς ενδεχόμενη εξωδικαστική ρύθμιση θα απέβαινε ασύμφορη για αυτές.
Σε κάθε περίπτωση το παρόν άρθρο δεν επιφέρει αναστολή στην αναγκαστική εκτέλεση εκείνων των συμφωνιών που υπάγονται στο νόμο 4021/2011 που εκδόθηκε σε εφαρμογή της Οδηγίας 2009/’44/ΕΚ και αφορά τη δυνατότητα της ρευστοποίησης των εμπραγμάτων χρηματοοικονομικών ασφαλειών που βαρύνουν μια εταιρία, ακόμη και εάν έχει ξεκινήσει η διαδικασία της εξωδικαστικής ρύθμισης για την οφειλέτρια – ασφαλειοδότρια επιχείρηση, καθώς στην προκειμένη περίπτωση έχουμε εφαρμογή κανόνων ευρωπαϊκού δικαίου, που υπερισχύουν οποιασδήποτε εθνικής ρύθμισης.
Συνεπώς η αναστολή εκτέλεσης αν και προβλέπεται ως ευκόλως εννοούμενη απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη εξωδικαστικής ρύθμισης εντούτοις αποτελεί ένα «γρανάζι» στο μηχανισμό της εξωδικαστικής επίλυσης, η λειτουργία του οποίου είναι αναπόσπαστο μέρος της επίτευξης της ρύθμισης. Εξάλλου η έννοια του εξωδικαστικού μηχανισμού οφείλει και στην πράξη να αποτελεί διαδικασία εκτός των Δικαστηρίων, κατά την οποία οφειλέτρια εταιρία και πιστωτές δεν θα προσφεύγουν στα δικαστήρια αλλά θα καλύπτονται από το υποτιθέμενο σαφές γράμμα του νόμου.