Την έγκρισή της στο αίτημα που υπέβαλε το υπ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων για ενισχύσεις ύψους έως 450 εκατ. ευρώ για τη στήριξη επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του τουρισμού, των μεταφορών, των κατασκευών και της ενέργειας, οι οποίοι έχουν πληγεί από την πανδημία της COVID-19, παρείχε η Κομισιόν.
Η επιπρόσθετη αυτή στήριξη θα παρασχεθεί μέσω του Ταμείου Υποδομών (ΤΑΜΥΠΟΔ), το οποίο διαχειρίζεται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), υπό μορφή επιδοτούμενων δανείων και θα απευθύνεται σε εταιρείες με έως 3.000 εργαζομένους στους παραπάνω τομείς. Στόχος είναι να βοηθήσει τους δικαιούχους να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες ρευστότητας τους και να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους τόσο κατά τη διάρκεια της έξαρσης του κορωνοϊού όσο και μετά από αυτήν.
Ο αρμόδιος Υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Γιάννης Τσακίρης, δήλωσε: «Η ανάγκη για παροχή μεγαλύτερης ρευστότητας στις επιχειρήσεις που πλήττονται από την υγειονομική κρίση μάς οδήγησε να κατευθύνουμε πόρους από το Ταμείο Υποδομών σε πρώτη φάση ύψους 160 εκατ. ευρώ για επιδοτούμενα δάνεια κεφαλαίου κίνησης. Είμαι σίγουρος ότι με τη συμβολή της ΕΤΕπ, που είναι η διαχειρίστρια του Ταμείου, η Κυβέρνηση θα έχει ένα ακόμη ισχυρό όπλο στη μάχη που δίνουμε για την ενίσχυση της αγοράς».
Το πρόγραμμα πρόκειται να υλοποιηθεί μέσω των τριών ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών – Εθνικής Τράπεζας, Τράπεζας Πειραιώς και σύμπραξης Alpha Bank – Eurobank -, που έχουν ήδη υπογράψει επιχειρησιακή συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για το Ταμείο Υποδομών. Οι παραπάνω τράπεζες απαιτείται να παρέχουν συμπληρωματική προς τους δημόσιους πόρους χρηματοδότηση.
Το συγκεκριμένο μέτρο εγκρίθηκε βάσει του προσωρινού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις και τα επιδοτούμενα δάνεια θα μπορούν να χορηγηθούν έως 30 Ιουνίου 2021.
Σημειώνεται ότι το Ταμείο Υποδομών συστάθηκε στα τέλη του 2017 με σκοπό τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων σε βιώσιμα έργα στους τομείς της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των αστικών υποδομών. Οι πόροι του ΤΑΜΥΠΟΔ ανέρχονται σε 450 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 200 εκατ. ευρώ προέρχονται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα, Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ) και πιο συγκεκριμένα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), 200 εκατ. ευρώ από εθνικούς πόρους και 50 εκατ. ευρώ από επιστροφές του Ταμείου JESSICA.