Στην «επόμενη μέρα», με καταλύτη το αμερικανικό fund H.I.G. Capital, βαδίζει η Χαλυβουργία Ελλάδος μετά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε επί του σχεδίου εξυγίανσης του υπερδανεισμένου ομίλου της οικογένειας Μάνεση.
Όπως αποκαλύπτει σήμερα το newmoney, στις 27 Οκτωβρίου έκλεισε η συμφωνία επί του σχεδίου με πιστωτές που εκπροσωπούν το 75,8% του συνόλου των απαιτήσεων και το 99,9% των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων και στις 29 Οκτωβρίου κατατέθηκε η σχετική αίτηση για την επικύρωσή της στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ενώ η συζήτηση στο δικαστήριο προσδιορίστηκε για τις 12 Ιανουαρίου 2022.
Στο σχετικό δικόγραφο αναφέρεται συγκεκριμένα ότι «η εταιρεία με την επωνυμία ‘Χαλυβουργία Ελλάδος Α.Ε.’ νομίμως εκπροσωπούμενη από τον Δημήτριο Λεβέντη, Αντιπρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, κατέθεσε στις 29/10/21 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (κατά τη Διαδικασία της Εκούσιας Δικαιοδοσίας) την από 29/10/21 και με αριθμό καταθέσεως 85142/428/2021 αίτηση επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης σύμφωνα με το Κεφάλαιο Β του Μέρους Δεύτερου του Βιβλίου Πρώτου, άρθρα 31 και 64, καθώς και άρθρα 170-171 του Ν. 4738/2020 (Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας), όπως αυτός ισχύει τροποποιηθείς, η οποία προσδιορίστηκε για συζήτηση κατά τη δικάσιμο της 12/01/2022, ημέρα Τετάρτη».
Στο δικόγραφο τονίζεται ακόμη ότι «με την ανωτέρω αίτηση η αιτούσα εταιρεία ζητά να αποφανθεί το Δικαστήριο υπέρ της επικύρωσης της από 27/10/2021 συμφωνίας εξυγίανσης που έχει υπογραφεί μεταξύ της εταιρείας και των πιστωτών αυτής που εκπροσωπούν το 75,8% επί του συνόλου των απαιτήσεων των θιγομένων πιστωτών κατά της εταιρείας και το 99,9% των εμπραγμάτως ασφαλισμένων ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων πιστωτών».
Η συμφωνία επί του σχεδίου εξυγίανσης είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας διαπραγματεύσεων και διεργασιών που πύκνωσαν το τελευταίο διάστημα και στις οποίες πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε το H.I.G. Capital που σταδιακά εξαγόρασε τα μισά περίπου δάνεια της Χαλυβουργίας Ελλάδος.
Όπως είχε αποκαλύψει το newmoney ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου (ρεπορτάζ του Στέλιου Μορφίδη), το H.I.G. σκοπεύει να μετατρέψει το μεγάλο ακίνητο του κλειστού εδώ και μια οκταετία εργοστασίου της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο σε logistics center. Το ακίνητο αυτό έκτασης 290 στρεμμάτων βρίσκεται σε στρατηγική τοποθεσία και διαθέτει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως η πρόσβαση στη θάλασσα και η άδεια για νέα λιμενική υποδομή που έχει δοθεί από το 2012, η εξαιρετικά κοντινή απόσταση με το εμπορικό λιμάνι του Πειραιά, αλλά και η εγγύτητά του με τις σχεδιαζόμενες υποδομές του Θριάσιου Πεδίου.
Το αμερικανικό fund, το οποίο ποντάρει, μεταξύ άλλων και στον ανερχόμενο κλάδο των logistics (εξαγορά πλειοψηφικού ποσοστού στην Makios Logistics κ.α.) ήδη έχει δρομολογήσει, κατά πληροφορίες, μεγάλη επένδυση για τη δημιουργία σύγχρονου κόμβου logistics με αποθήκες άνω των 100.000 τ.μ.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του σχεδίου εξυγίανσης προβλέπεται η γενναία αναδιάρθρωση του δανεισμού της Χαλυβουργίας Ελλάδος, διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχιση λειτουργίας της μονάδας στο Βόλο και γενικότερα τη βιώσιμη προοπτική του ομίλου.
Η εξαγορά των δανείων και οι επιδόσεις
Το H.I.G. εισήλθε στο σκηνικό προ διετίας όταν εξαγόρασε το μέρος του δανεισμού που είχε η Eurobank, ονομαστικής αξίας 53 εκατ. ευρώ, στο 15% της αξίας του. Στη συνέχεια το fund προσέγγισε τις άλλες πιστώτριες τράπεζες και μετά από πολύμηνες διεργασίες, τον περασμένο Μάιο «έκλεισε» και με την Τράπεζα Πειραιώς για το δικό της μέρος του δανεισμού, ύψους 56 εκατ. ευρώ, ενώ ακολούθησε αντίστοιχη συμφωνία και με την Εθνική Τράπεζα για τα δικά της δάνεια ονομαστικής αξίας 33 εκατ. ευρώ. Έτσι, το fund κατέχει πλέον δάνεια ύψους 142 εκατ. ευρώ, με την Alpha Bank να κατέχει το υπόλοιπο μέρος του δανεισμού ύψους άνω των 170 εκατ. ευρώ.
Στα τέλη του 2020 ο δανεισμός της Χαλυβουργίας Ελλάδος έφτανε τα 342.458.951,37 ευρώ από 316.479.135,63 ευρώ το 2019, με τον καθαρό δανεισμό (μείον τα ταμειακά διαθέσιμα ύψους 3 εκατ. ευρώ) να διαμορφώνεται σε 339.416.197,02 ευρώ (από 313.772.063,44 ευρώ το 2019).
Παράλληλα, τα αποτελέσματα εις νέον διαμορφώνονται σε ζημιές 207.403.944,97 ευρώ, το σύνολο των υποχρεώσεων σε 538.261.418,68 ευρώ και οι εμπορικές και λοιπές απαιτήσεις ανέρχονται συνολικά σε 100.189.746,60 ευρώ.
Στις οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2020 επισημαίνεται με έμφαση ότι παρά τη συνεχιζόμενη ύφεση και την κρίση ρευστότητας που πλήττει τη χώρα με αρνητική επίδραση στα αποτελέσματα όλων των επιχειρήσεων του κλάδου η εταιρεία διατήρησε τα θετικά λειτουργικά της αποτελέσματα (EBITDA) κατά τις πέντε τελευταίες χρήσεις και σε αυτή του 2020, γίνεται λόγος για πρόγραμμα ορθολογικής διαχείρισης και διατυπώνεται η δέσμευση ότι η διοίκηση θα προχωρήσει, εφόσον κριθεί απαραίτητο, στη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου για την απρόσκοπτη συνέχιση της δραστηριότητας.
Ταυτόχρονα στην έκθεση του Δ.Σ. αναφερόταν ότι η εταιρεία «βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις με τους ομολογιούχους δανειστές της προκειμένου να αναδιαρθρώσει το δανεισμό της». Κάτι που επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις.
Υπενθυμίζεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του αφορά κοινοπρακτικό δάνειο ύψους 265 εκατ. ευρώ που είχε εκδοθεί προ δεκαετίας.
Πάντως, σε επίπεδο οικονομικών επιδόσεων η Χαλυβουργία Ελλάδος, κατέγραψε κατά την περσινή δύσκολη χρονιά, κύκλο εργασιών ύψους 184.520.000 ευρώ, έναντι 187 578.000 ευρώ το 2019, με τα τελικά (μετά φόρων) αποτελέσματα να διαμορφώνονται σε ζημιές 12.061.000 ευρώ, έναντι ζημιών 12.631.000 ευρώ και τα EBITDA σε 6.764.000 ευρώ, έναντι 5.376.000 ευρώ την προηγούμενη χρονιά.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου «το 2020 η εταιρεία αύξησε τον όγκο πωλήσεων σε σχέση με το 2019, κατά κύριο λόγο από αύξηση του όγκου των εξαγωγών της», ενώ «στην εσωτερική αγορά συμμετείχε ως προμηθευτής τόσο σε έργα υποδομών όσο και σε ιδιωτικά έργα που εξισορρόπησαν την στασιμότητα που παρατηρήθηκε στις δημόσιες επενδύσεις».
Επισημαίνεται ακόμη ότι το μικτό περιθώριο κέρδους το 2020 παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2019, αφού η μείωση των τιμών πώλησης στην εσωτερική, αλλά και στις εξαγωγικές αγορές αντισταθμίστηκε από τη μείωση του κόστους παραγωγής «η οποία επιτεύχθηκε κυρίως λόγω των σημαντικών βελτιώσεων στα βιομηχανικά κοστολόγια ως αποτέλεσμα των επενδύσεων αναβάθμισης του εξοπλισμού που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, αλλά και της προσπάθειας περιορισμού των λειτουργικών εξόδων».
Οι συνέπειες της πανδημίας και οι προοπτικές
Ασφαλώς η εταιρεία υπέστη και αυτή τις συνέπειες της πανδημίας. Όπως τονίζεται σχετικά, «τα έσοδα κατά το πρώτο πεντάμηνο του 2020 μειώθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο του 2019» και «η διοίκηση αντιμετώπισε την πρωτόγνωρη κατάσταση αξιοποιώντας τα νομοθετικά μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων».
Περαιτέρω σημειώνεται πως «λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η εταιρεία έχει επαρκή ταμειακά διαθέσιμα για τις τρέχουσες ανάγκες της και επιπλέον βρίσκεται σε προχωρημένες διαβουλεύσεις με τους πιστωτές της για τον δανεισμό της, φρονούμε ότι είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις συνθήκες της συγκυρίας». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησης, κατά το 2021 αναμένεται η εσωτερική ζήτηση να διατηρηθεί στα επίπεδα του 2020 και να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια λόγω της έναρξης νέων έργων υποδομών (Ε65, ΒΟΑΚ, Αεροδρόμιο Καστελίου, Γραμμή 4 και επεκτάσεις μετρό, σιδηροδρομικά έργα κλπ), καθώς και λόγω της αναμενόμενης αύξησης των έργων real estate με ναυαρχίδα την ανάπτυξη του Ελληνικού.
Το «παρών» του H.I.G. στην Ελλάδα
Πάντως μετά και τα τελευταία γεγονότα, το H.I.G Capital ενισχύει αποφασιστικά την παρουσία του στην Ελλάδα. Υπενθυμίζεται ότι το αμερικανικό fund, με υπό διαχείριση κεφάλαια 45 δις δολ., ήταν από τα πρώτα που «ήρθαν» στη χώρα μας όταν αυτή βρισκόταν ακόμη στα βαθιά της οικονομικής κρίσης. Η αρχική του κίνηση έγινε το 2014 με την απόκτηση της «Μαίλλης», ενώ ακολούθησε σειρά επενδυτικών κινήσεων στο real estate, τα ξενοδοχεία και φυσικά στα logistics.
Διαβάστε ακόμη
«ΑΣΤΥ Α.Ε.»: Στο σφυρί τα «ιμάτια» της οικογένειας Παρασκευαΐδη στην Ελλάδα (pics)