Του Αλέξανδρου Κασιμάτη
Παλιοί Αθηναίοι λένε ότι θυμούνται -πριν από περίπου 30-35 χρόνια- τον Νίκο Στασινόπουλο να παίζει τένις με τον σημερινό πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά στον Ομιλο Αντισφαίρισης Αθηνών. Ο τότε πολλά υποσχόμενος νεαρός βουλευτής της Ν.Δ. επέστρεφε με ευκολία τα σερβίς του μεσήλικα βιομηχάνου. Το μπαλάκι όμως που πέταξε στο Μαξίμου την περασμένη Δευτέρα ο μεγαλύτερος Ελληνας βιομήχανος όταν ανακοίνωσε ότι μεταφέρει την έδρα της ΒΙΟΧΑΛΚΟ στο Βέλγιο ράγισε για τα καλά το γυαλί.
Στην πολύχρονη σχέση από το τένις βασιζόταν ο πρωθυπουργός πριν από λίγους μήνες όταν σήκωσε το τηλέφωνο και ζήτησε από τον Ν. Στασινόπουλο να συμμετάσχει στην αύξηση της Εθνικής Τράπεζας. Και φυσικά ο κύριος Νίκος -όπως τον αναφέρουν με σεβασμό οι υπάλληλοί του- δεν τον απογοήτευσε: έβαλε 30 εκατ. ευρώ στην αύξηση της Εθνικής, όχι προσωπικά, αλλά μέσω τριών εταιρειών του, της ΕΛΒΑΛ, της ΒΙΟΧΑΛΚΟ και της ΣΩΛΚΟ.
Ο κύριος Νίκος μπορεί να είναι ήπιων τόνων, μειλίχιος και γλυκός άνθρωπος, μπορεί ακόμη να κάνει χάρες 30 εκατομμυρίων στον πρωθυπουργό, αλλά, αν «μυρίσει» κίνδυνο για τον βιομηχανικό κολοσσό που δημιούργησε και διευθύνει, δεν διστάζει «να τραβήξει το χαλί» κι ας ραγίσουν οι παλιές φιλίες. Οσοι αμφέβαλλαν, πείστηκαν πλήρως μετά την ανακοίνωση για μεταφορά της έδρας της ΒΙΟΧΑΛΚΟ στο Βέλγιο που έφερε μεγάλη αμηχανία και εκνευρισμό στην κυβέρνηση και αιφνιδίασε τραπεζίτες και επιχειρηματίες. Οσο ευγενική και πολιτισμένη κι αν είναι η συμπεριφορά των ανθρώπων που δημιούργησαν μεγάλο πλούτο, πάντα υπάρχει μια αθέατη πλευρά του χαρακτήρα τους που κατά καιρούς έρχεται στην επιφάνεια και παγώνει όσους βρεθούν στην τροχιά τους. Οι λαϊκοί άνθρωποι το περιγράφουν απλά με την έκφραση «φίλοι-φίλοι αλλά δεν θα μας πιάσεις και τον…». Το γεγονός είναι ότι ο Ν. Στασινόπουλος, όταν χρειαστεί, δεν διστάζει να τραβήξει τις δικές του κόκκινες γραμμές.
Είναι μια sui generis προσωπικότητα. Απεχθάνεται σε βαθμό εμμονής κάθε μορφή δημοσιότητας και έχει κατορθώσει να γίνει ο αόρατος δισεκατομμυριούχος. Πρέπει κάποιος να μαζέψει τα κομμάτια του παζλ και να τα ενώσει -όσο αυτό είναι δυνατόν- για να έχει μια επιφανειακή περιγραφή του οικονομικού του προφίλ. Κάτω από τη ΒΙΟΧΑΛΚΟ απλώνεται ένα δίκτυο επτά ακόμη επίσης εισηγμένων εταιρειών (ΕΛΒΑΛ, ΧΑΛΚΟΡ, ΣΙΔΕΝΟΡ, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ, ΕΤΕΜ, ΣΙΔΜΑ, ΣΩΛΗΝΟΥΡΓΙΑ ΚΟΡΙΝΘΟΥ) ενώ ακολουθούν άλλες περίπου 75 εταιρείες. Εχει παραγωγικές δραστηριότητες στην Αγγλία, στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία και εμπορικές δραστηριότητες σε 60 χώρες. Εχει αγοράσει τις λιμενικές εγκαταστάσεις Sviloza στη Βουλγαρία και η συνολική αξία του ομίλου του υπολογίζεται σε 3 δισ. ευρώ. Περίπου 500 εκατ. υπολογίζεται η αξία μόνον των ακινήτων της ΒΙΟΧΑΛΚΟ. Το εμπορικό κέντρο River West στην Πειραιώς είναι δικό του, αυτός νοικιάζει στην ΙΚΕΑ το οικόπεδο όπου είναι οι εγκαταστάσεις της στον ίδιο δρόμο, το ίδιο και το ξενοδοχείο της «Grecotel» στην πλατεία Καραΐσκάκη, το συγκρότημα γραφείων στη λ. Κηφισίας, με τον κατάλογο να μην έχει τέλος. Η ΕΛΒΑΛ είναι η 5η μεγαλύτερη ελληνική εταιρεία σε εξαγωγές, η ΣΩΛΚΟ η 7η και η ΧΑΛΚΟΡ η 8η. Ο όμιλός του έχει δανειστεί συνολικά από τις τράπεζες 1,6 δισ. ευρώ.
Κυκλοφορεί με ένα παλιό Golf
Ο άνθρωπος όμως πίσω από τον τεράστιο επιχειρηματικό οργανισμό δεν θυμίζει σε τίποτε δισεκατομμυριούχο. Ντύνεται πολύ απλά και τα ρούχα του θυμίζουν περισσότερο συνταξιούχο δικαστικό παρά επιχειρηματία αυτού του βεληνεκούς. Κυκλοφορούσε για χρόνια με μια παλιά BMW 520 και τελευταία με ένα παλιό Golf. Ο μύθος τον θέλει κάποια περίοδο να χρησιμοποιούσε και τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Καθόλου απίθανο για έναν άνθρωπο που κυριολεκτικά σιχαίνεται κάθε μορφή επίδειξης.
Την περίοδο 1999-2000 οι μετοχές του ομίλου ακολούθησαν την υψηλή πτήση όλης της Σοφοκλέους. Κάποιο στέλεχός του είδε την αξία των μετοχών που κατείχε να απογειώνεται και από τα κέρδη του αγόρασε μια απαστράπτουσα, ολοκαίνουρια Jaguar.
Εκανε όμως το λάθος να πάει με το καινούριο του Ι.Χ. στο γραφείο. «Σε ποιον ανήκει η Jaguar;» ρώτησε εντυπωσιασμένος ο Ν. Στασινόπουλος όταν την είδε να λάμπει στο πάρκινγκ. Αυτό ήταν! Το στέλεχος δεν μακροημέρευσε.
Μένει σε μια μονοκατοικία στο Παλαιό Ψυχικό, περνά ορισμένα Σαββατοκύριακα στο σπίτι που έχει σε συγκρότημα κατοικιών στην Ερέτρια, ενώ η οικογένεια τα καλοκαίρια μαζεύεται στο αρχοντικό που διατηρούν στην Πάτμο. Κρατά περίπου 50 χρόνια το πηδάλιο του ομίλου και περίπου τόσα χρόνια μετρά και ο γάμος του με την κυρία Αλεξάνδρα. Μια αριστοκρατική γυναίκα που έχει αδυναμία στα ταξίδια και με την οποία έχουν αποκτήσει δύο γιους, τον Μιχάλη και τον Γιάννη. Ο Ν. Στασινόπουλος θα μπορούσε να αγοράσει όλη την Εκάλη και μαζί την Κηφισιά, αλλά -είπαμε- δεν θέλει να τραβάει τα βλέμματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο γιος του, Μιχάλης, κατοικεί σε ένα διαμέρισμα μιας σχετικά απλής πολυκατοικίας στο Νέο Ψυχικό. Τίποτε δεν δείχνει ότι ένας τόσο πλούσιος άνθρωπος ζει σε ένα μέσο διαμέρισμα, εκτός από τον ογκώδη τύπο που ξημεροβραδιάζεται διακριτικά έξω από την πολυκατοικία. Τον τελευταίο καιρό, πάντως, φαίνεται ότι ο Ν. Στασινόπουλος έχει ακολουθήσει τα βήματα του αδελφού του και έχει εγκατασταθεί και αυτός στην Ελβετία, από όπου έρχεται στην Ελλάδα μόνον όταν χρειάζεται για τις δουλειές του.
Το πρώτο εργοστάσιο στον Ταύρο
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η ΒΙΟΧΑΛΚΟ ιδρύθηκε στον Ταύρο το 1937 από τον Μιχαήλ Στασινόπουλο και τα αδέλφια του, Γιάννη και Ηλία. Το εργοστάσιό τους έφτιαχνε σωλήνες, οικιακά σκεύη, υδραυλικά εξαρτήματα κ.λπ. Θα συνδράμει και στις ανάγκες του Ελληνικού Στρατού, αλλά ακολούθησε η γερμανική Κατοχή. Μετά τον πόλεμο η οικογένεια ξαναπιάνει το νήμα της παραγωγής από την αρχή. Το 1947 είναι μια δραματική χρονιά για την Ελλάδα. Ο Εμφύλιος μαίνεται στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας και η κατάληξη της σύγκρουσης είναι αμφίρροπη. Η νομισματική σταθερότητα δεν έχει αποκατασταθεί και οι Αθηναίοι συνωστίζονται στο κτίριο που στεγάζει σήμερα το City Link για να πάρουν τρόφιμα και ρουχισμό από την αμερικανική βοήθεια. Τον Δεκέμβριο του 1947 η ΒΙΟΧΑΛΚΟ θα εισαχθεί στο Ελληνικό Χρηματιστήριο. Η οικογένεια Στασινόπουλου έχει δει εγκαίρως στον ορίζοντα το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ.
Το 1949 παίρνουν ένα δάνειο 600.000 δολαρίων και η ΒΙΟΧΑΛΚΟ αρχίζει να απογειώνεται. Κυριαρχεί ήδη στην ελληνική αγορά και το 1959 αρχίζει εξαγωγές στην Ολλανδία. Το 1964 ο Μιχαήλ Στασινόπουλος αποβιώνει και τα ηνία αναλαμβάνουν τα δύο παιδιά του, ο Νίκος και ο Βαγγέλης. Οπως άλλοι έχουν μανία με τα αυτοκίνητα, το ποδόσφαιρο και τα ρούχα, ο Ν. Στασινόπουλος έχει μανία με τα μέταλλα. Βρίσκει γοητεία, συναρπάζεται από συζητήσεις για υψικαμίνους, χαρακτηριστικά μετάλλων, μηχανήματα κατεργασίας και εργοστάσια. Ο αδελφός του είναι εξίσου ισχυρή και ιδιάζουσα προσωπικότητα.
Το πάθος του δεν είναι τα μέταλλα, αλλά τα χαρτιά, δηλαδή οι μετοχές. Ανύπαντρος, ζει μόνιμα στην Ελβετία και έχει έρθει στην Αθήνα μόνον μία φορά και αυτή για την κηδεία της μητέρας του. Είναι όμως το μέλος της οικογένειας που διαχειρίζεται τις μετοχές του ομίλου. Η ιστορία τον θέλει στην Ελβετία να έχει ένα δωμάτιο γεμάτο από οθόνες και υπολογιστές από το οποίο παίζει στις διεθνείς αγορές.
Το δαιδαλώδες σχήμα εταιρειών
Αυτός πιθανώς είναι και ο άνθρωπος που σχεδίασε και δημιούργησε το δαιδαλώδες σχήμα των εταιρειών που ελέγχει τα εργοστάσια του ομίλου. Για τη μεταφορά της έδρας της ΒΙΟΧΑΛΚΟ εμφανίστηκε μια βελγική εταιρεία, η Cofidin. Eίναι μέτοχος του ομίλου όπως και η Cofidinlux, μια άλλη επενδυτική εταιρεία με έδρα το Λουξεμβούργο. Τα μετοχολόγια των εταιρειών του ομίλου βρίθουν από υπεράκτιες εταιρείες στα Νησιά Κέιμαν και αλλού. Ο έλεγχος του ομίλου χάνεται πίσω από τον δαίδαλο των εταιρειών όπου τον μίτο γνωρίζουν μόνο τα μέλη της οικογένειας. Φημολογείται ότι κάποτε ο Ν. Στασινόπουλος πήγε να βάλει τον όμιλο στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, αλλά το εγχείρημα σταμάτησε καθώς οι Αγγλοι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν πλήρως τη μετοχική διάρθρωση.
Ούτε ο Ν. Στασινόπουλος αλλά ούτε και τα παιδιά του εμφανίζονται σήμερα στο διοικητικό συμβούλιο της ΒΙΟΧΑΛΚΟ. Πρόεδρος είναι ένας στενός φίλος του, μέλος των κυβερνήσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Γεωργίου Ράλλη, δικηγόρος από το 1942, ο κ. Ιωάννης Φικιώρης. Στη διοίκηση της εταιρείας πάντως δεν λείπει η πείρα, καθώς εκτελεστικός αντιπρόεδρος είναι ο κ. Ευάγγελος Μουστάκας που ξεκίνησε την καριέρα του στη ΒΙΟΧΑΛΚΟ το 1957. Συμμετέχει ακόμη ένα πρώην στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών που γεννήθηκε το 1920, ένας γενικός διευθυντής της Citibank σε Ελλάδα και Κύπρο μέχρι το 1986, ο διευθυντής λογιστηρίου της εταιρείας μέχρι το 1965 και άλλοι.
Τον Ν. Στασινόπουλο συνοδεύει στην αγορά η φήμη πως αντιλαμβάνεται έγκαιρα την τροπή των γεγονότων και προετοιμάζει κατάλληλα τον όμιλο. Το περίπλοκο σύμπλεγμα των εταιρειών του λέγεται ότι το προετοίμασε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ώστε να μη φαίνεται το μέγεθος του ομίλου, φοβούμενος το ραντεβού με την ιστορία του Ανδρέα Παπανδρέου και τη δύναμη που θα αποκτούσαν οι συνδικαλιστές.
Οταν ήρθαν οι μέρες του 1981, οπότε το «Εθνος» κυκλοφορούσε με πρωτοσέλιδους τίτλους «Κάπνισε η τσιμινιέρα του σοσιαλισμού» και η κρατικοποίηση της ΛΑΡΚΟ διαδεχόταν αυτή της ΑΓΕΤ Ηρακλής, για να ακολουθήσει της καλτσοβιομηχανίας Πουρνάρα και πολλών άλλων προβληματικών εταιρειών, οι επιχειρηματίες έτρεμαν. Πολλά λέγονται για το πώς τη γλίτωσε η ΤΙΤΑΝ εκείνη την περίοδο, αλλά ο Ν. Στασινόπουλος δεν είχε λόγους να ανησυχεί. Ηταν εκτός ραντάρ, καθώς ο όμιλος είχε σπάσει σε δεκάδες μικρές εταιρείες.
Παρά τρίχα φαίνεται ότι τη γλίτωσε ο κ. Νίκος και το 1992, όταν έγινε το φιάσκο της Αστυνομίας με τη «17 Νοέμβρη» στη Λουίζης Ριανκούρ. Δεν αποδείχθηκε ποτέ ότι ήταν στόχος, αλλά στη Λ. Ριανκούρ εκείνη την περίοδο υπήρχε μια διεύθυνση του ΥΠΕΧΩΔΕ που δεν διέθετε ούτε γενικό γραμματέα παρά έναν συνεταιρισμό οινοποιών και τα γραφεία της ΒΙΟΧΑΛΚΟ. Κανείς δεν ξέρει σε ποιον την είχε στήσει ο Κουφοντίνας και η παρέα του, αλλά το γεγονός είναι ότι μετά αποσύρθηκαν από τις εφημερίδες όλες οι φωτογραφίες του κ. Νίκου, ενώ όσοι τον επισκέπτονταν στο γραφείο του εντυπωσιάζονταν «από τους 50 φρουρούς που υπήρχαν απέξω». Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται ότι τότε ήταν που ο Ευάγγελος Στασινόπουλος τα μάζεψε κι έφυγε μόνιμα για την Ελβετία.
Κράτησε μισθούς και θέσεις εργασίας
Στις εταιρείες του δεν υπάρχουν σωματεία αλλά ο κ. Νίκος φροντίζει ο ίδιος τους ανθρώπους του. Ακόμα και τώρα με την κρίση, στα εργοστάσια που δεν χάνουν χρήματα κράτησε και τους μισθούς και τις θέσεις εργασίας. Προτιμά Ελληνες προμηθευτές, δίνει χαμηλότοκα δάνεια στους εργαζόμενους, πληρώνει παιδικές κατασκηνώσεις για τα παιδιά τους και παλαιότερα ξάφνιαζε όταν εμφανιζόταν σε κηδείες υπαλλήλων που δούλευαν γι’ αυτόν. Τη φήμη του επιχειρηματία που αντιλαμβάνεται έγκαιρα πού πάει το πράγμα ο Ν. Στασινόπουλος την επιβεβαίωσε και τη δεκαετία του ’90. Αρχισε να «συνθέτει» και πάλι τις εταιρείες και να τις εισάγει στο Χρηματιστήριο. Στον πυρετό του 1999 οι εταιρείες του σήκωσαν από το Χρηματιστήριο περίπου 100 δισ. δρχ. Με αυτά τα χρήματα έγιναν επενδύσεις που διασφάλισαν την ανταγωνιστικότητα του ομίλου και τον κράτησαν ζωντανό και την επόμενη δεκαετία. Το θέμα είναι τώρα, στο κατώφλι των 80 ετών, τι βλέπει ο παλιός βιομήχανος για το μέλλον της χώρας και μεταφέρει τη ναυαρχίδα του στο Βέλγιο;