Αν και οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν περάσει από «σαράντα κύματα», οι αριθμοί είναι απλοί και ξεκάθαροι. Η Γερμανία καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα, έχοντας ρίξει 5,6 δισεκατομμύρια ευρώ στην ελληνική οικονομία την περίοδο 2016-2020.
Είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός των ελληνικών εξαγωγών. Και βρίσκεται στην πρώτη θέση των τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας.
Τώρα που η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με μία ύφεση, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για την Ελλάδα;
Συζητάμε το θέμα με έναν άνθρωπο που έχει βαθιά γνώση των οικονομιών και των δύο χωρών, τον Βασίλη Γούναρη, διευθύνοντα σύμβουλο της BASF Hellas και πρόεδρο του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου.
Η γερμανική οικονομία δοκιμάζεται από την ενεργειακή κρίση και η ύφεση- σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις- είναι προ των πυλών. Ποια είναι η δική σας εκτίμηση; Θα είναι μία «ρηχή» ύφεση που θα ξεπεραστεί σε λίγους μήνες ή θα έχουμε βαθιές επιπτώσεις στη γερμανική οικονομία;
«Η ύφεση, στην οποία αναφέρεστε, αποτελεί συνέπεια της γεωπολιτικής κρίσης που ξέσπασε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, από την οποία δοκιμάζεται στο σύνολό της η διεθνής οικονομία. Η ένταση των συνεπειών της θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διάρκεια που θα έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία, τις διαστάσεις που θα μπορούσε να λάβει και, φυσικά, από τα όσα στο μεταξύ θα μεσολαβήσουν. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη Γερμανία, τους τελευταίους μήνες λαμβάνονται μέτρα στο πεδίο της οικονομίας, αλλά και στον ενεργειακό τομέα, ώστε οι όποιες συνέπειες να περιοριστούν στο βαθμό πάντα του δυνατού. Ήδη στο ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας, που θα διασφαλίσει και την ανεμπόδιστη λειτουργία της αγοράς, έχουν γίνει πολλά και σημαντικά βήματα, όπως εξάλλου και για την οικονομία. Εκτιμώ, λοιπόν, ότι σε μεγάλο βαθμό οι συνέπειες από τη γεωπολιτική κρίση για τη γερμανική οικονομία θα παραμείνουν υπό μερικό έλεγχο.»
Η επιβράδυνση της γερμανικής οικονομίας προφανώς θα επηρεάσει το σύνολο της Ευρώπης. Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για την Ελλάδα;
«Η Ελλάδα, στην παρούσα φάση, δείχνει να διαθέτει σημαντικά αποθέματα δυνάμεων, ώστε να αντιμετωπίσει το κύμα ύφεσης, από το οποίο απειλείται η ευρωπαϊκή οικονομία. Όλες οι προβλέψεις για το ρυθμό ανάπτυξης του 2022 είναι εξαιρετικά θετικές, καθότι το ΑΕΠ αναμένεται να καταγράψει αύξηση 5,2% σύμφωνα με το ΔΝΤ, το υπουργείο Οικονομικών επισήμως την υπολογίζει στο 5,3% και ανεπίσημα κάνει λόγο για μια επίδοση κοντά στο 6%, ενώ εκτίμηση για ρυθμό ανάπτυξης 6% διατυπώνει και το ΙΟΒΕ. Θετικές είναι οι περισσότερες εκτιμήσεις και για το 2023, με το υπουργείο Οικονομικών να προβλέπει ανάπτυξη 2,1% και στο αρνητικό σενάριο 1,6%, ενώ το ΔΝΤ κάνει πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,8%. Προφανώς και η Ελλάδα δεν θα μείνει ανεπηρέαστη, εφόσον η γερμανική και κατ΄ επέκταση η ευρωπαϊκή οικονομία περάσουν σε περιβάλλον ύφεσης. Όμως σήμερα τα στοιχεία δείχνουν ότι με πυλώνες αντίστασης τις επενδύσεις, τον τουρισμό, τις εξαγωγές και την ιδιωτική κατανάλωση το ελληνικό ΑΕΠ θα μπορούσε, τουλάχιστον σε ένα αρχικό στάδιο, να αντισταθεί σθεναρά εφόσον η Ευρώπη “λυγίσει”».
Καταγράφεται ήδη επιβράδυνση των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία; Αν ναι, ποιοι κλάδοι πλήττονται;
«Η Γερμανία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγικό προορισμό για τα ελληνικά προϊόντα. Το 2021 οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τη Γερμανία ανήλθαν σε 2,853 δις. ευρώ από 2,360 δις. ευρώ το 2020, καταγράφοντας αύξηση 20,8%, ενώ συμμετείχαν -σε αξίες- με 7,3% στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών. Κατά συνέπεια η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, δεν μπορεί παρά να κυριαρχεί ως εξωστρεφής στόχος για τις ελληνικές επιχειρήσεις και ειδικότερα για αγορές, όπως τα αγροτικά προϊόντα, τα τυποποιημένα τρόφιμα – ποτά, τα μέταλλα, τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα χημικά, ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, τα πλαστικά, ο καπνός και τα χαρτικά.»
Το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο πρόκειται να οριστεί βασικός συνεργάτης της ελληνικής κυβέρνησης για την προβολή των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης στη Γερμανία και την πληροφόρηση των γερμανικών επιχειρήσεων για τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που μπορούν να αξιοποιήσουν στην Ελλάδα ως επενδυτικό τους προορισμό. Σας προβληματίζει ότι με την παρούσα κατάσταση το ενδιαφέρον των Γερμανών επενδυτών για τοποθετήσεις σε χώρες όπως η Ελλάδα θα μειωθεί; Υπάρχει φόβος οι γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα να επιβραδυνθούν ή να «παγώσουν» στο άμεσο μέλλον;
«Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του ΙΟΒΕ, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Επιμελητηρίου, η Γερμανία καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα την περίοδο 2016-2020, με τα συνολικά κεφάλαια νομικών και φυσικών προσώπων της Γερμανίας στην Ελλάδα να προσεγγίζουν το 2020 τα 5,6 δισ. ευρώ. Επίσης, η συνολική συμβολή των επιχειρήσεων-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου εκτιμάται σε 3,9% του ΑΕΠ το 2020 ή σε 6,4 δις. ευρώ και καταγράφεται ενισχυμένη σε σύγκριση με το 2019 οπότε ήταν 3,3% του ΑΕΠ, ενώ για κάθε ευρώ προστιθέμενης αξίας από τη λειτουργία και τις επενδύσεις των εταιρειών-μελών του Επιμελητηρίου δημιουργούνται άλλα 0,5 ευρώ ΑΕΠ σε άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας ή 1,5 ευρώ συνολικά. Οι επιδόσεις αυτές προφανώς και θα έχουν συνέχεια αν σκεφθείτε ότι, στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούνται επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ, την ΚΑΠ, τον κρατικό προϋπολογισμό, από ίδια κεφάλαια και από τραπεζικές δανειοδοτήσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, ποιος ξένος επενδυτής θα γύριζε την πλάτη του στην ελληνική οικονομία; Εξάλλου, το γεγονός ότι το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο θα υπογράψει MoU με την Ελληνική Κυβέρνηση σχετικά με την ανάπτυξη συνεργασίας σε θέματα που αφορούν στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, καταδεικνύει το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για νέες επενδύσεις προερχόμενες από τη Γερμανία.»
Η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί να παρατείνει την τουριστική σεζόν και τους φθινοπωρινούς / χειμερινούς μήνες; Μπορεί να βασίζεται στους Γερμανούς τουρίστες σε αυτή την προσπάθεια;
«Η Γερμανία βρίσκεται στην πρώτη θέση των τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας. Το μερίδιό της κατά το 2021 αυξήθηκε στο 22,1% από 16,3% που ήταν το 2019 όταν η πανδημία δεν είχε χτυπήσει διεθνώς τις αγορές. Το 2021 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από τη Γερμανία επανήλθαν στο 78% του 2019, όταν για το σύνολο των χωρών η επαναφορά ήταν στο 58%. Πιθανολογώ, δε, ότι φέτος θα ξεπεράσουμε τον πήχη του 2019. Σημειώστε επίσης ότι το 2021 καταγράφηκε άνοδος του μεριδίου επισκεπτών από τη Γερμανία σε σύγκριση με το 2019, σε 11 από τις 13 περιφέρειες της χώρας, με σημαντικότερη αύξηση στη Δυτική Μακεδονία (55,8%) και στην Ανατολική Μακεδονία – Θράκη (26,9%). Κατά συνέπεια, εκτιμώ, πως στην προσπάθεια επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου οι Γερμανοί τουρίστες θα πρωταγωνιστήσουν με τις επιδόσεις τους.»
Διαβάστε ακόμη
Πλειστηριασμοί: Πόλεμος χαρακωμάτων με τράπεζες και funds