Έχει περάσει περίπου ένας χρόνος αφότου η Amazon Web Services (AWS) ανακοίνωσε εδώ, στο Λας Βέγκας, όπου πραγματοποιείται το ετήσιο παγκόσμιο συνέδριο της re:invent, το σημαντικό επενδυτικό της πλάνο για τη δημιουργία υποδομών cloud σε επιλεγμένες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Τις λεγόμενες «τοπικές ζώνες».
Πλέον ο πολυεθνικός κολοσσός είναι σχεδόν έτοιμος να γυρίσει τον «διακόπτη» στην Ελλάδα καθώς, όπως λένε στο «b.s.» ο εκτελεστικός διευθυντής Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (που εποπτεύει και τη χώρα μας) της AWS, κ. Σέμεκ Σούντερ και ο τεχνικός διευθυντής κ. Τόμεκ Σταχλέφσκι, η επένδυση προσεγγίζει το στάδιο ολοκλήρωσής της. Κάτι που σημαίνει ότι πλέον η χώρα μας θα ενταχθεί στο κλαμπ των χωρών που απολαμβάνουν τις αναβαθμισμένες υπηρεσίες και δυνατότητες που προσφέρει μία τέτοια δομή, όπως τον εξαιρετικά χαμηλό χρόνο απόκρισης (latency), που είναι κρίσιμος στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα.
«Το σχέδιο μας προχωρά αρκετά γρήγορα. Τον προηγούμενο μήνα ξεκινήσαμε τη λειτουργία των πρώτων ευρωπαϊκών “τοπικών ζωνών”, στη Βαρσοβία, στην Πολωνία και στο Αμβούργο, στη Γερμανία, και τώρα περιμένουμε για την Ελλάδα με στόχο να ξεκινήσει η λειτουργία της ‘τοπικής ζώνης’ των Αθηνών το 2023», λέει ο κ. Σταχλέφσκι σε μία συζήτηση που γίνεται στο περιθώριο του φετινού re:invent.
«Πλησιάζουμε ολοένα και περισσότερο σε αυτό το στόχο», συμπληρώνει.
«Θα μπορούσε να είναι ο Ιανουάριος ο μήνας μία τέτοιας εξέλιξης;», τον ρωτάμε. «Ναι», απαντά σπεύδοντας ωστόσο λίγο αργότερα να συμπαραταχθεί με την επίσημη θέση της εταιρείας, που εξέφρασαν στο b.s. τόσο ο κ. Σούντερ, όσο και ο επικεφαλής Ευρώπης για την AWS στο σκέλος του Δημοσίου Τομέα κ. Κάμερον Μπρουκς ότι η έναρξη της τοπικής ζώνης θα γίνει «κάποια στιγμή την επόμενη χρονιά».
Σε κάθε περίπτωση αυτή θα είναι η πρώτη επένδυση μεταξύ των τριών μεγάλων της τεχνολογίας cloud που έχουν εξαγγείλει επενδύσεις επί ελληνικού εδάφους δίνοντας ίσως ένα πρόσκαιρο πλεονέκτημα στην AWS στις υπηρεσίες που θα πουλά στην ελληνική αγορά. Είναι σαφώς πιο ευέλικτη και μικρότερη σε σχέση με τα σχέδια των μεγάλων ανταγωνιστών της, τα οποία θέλουν ακόμα χρόνο για να υλοποιηθούν, εν τούτοις, όπως εξηγεί ο κ. Σούντερ, αναβαθμίζει άμεσα τη θέση της Ελλάδα μέσω των παρεχόμενων υπηρεσιών με εντυπωσιακά αποτελέσματα στον «βαθμό απόκρισης» (latency).
Ενα κρίσιμο στοιχείο σε πολλούς και διαφορετικούς κλάδους, από τις τράπεζες και τις χρηματιστηριακές, ως τις τηλεπικοινωνίες, τις υπηρεσίες βίντεο, live streaming, gaming κ.ο.κ.
Σημειώνεται πως αποτελεί συνήθη πρακτική στην παγκόσμια αγορά του cloud computing να μισθώνονται χώροι στα λεγόμενα «ουδέτερα data centers», τα οποία τα στήνουν και τα διαχειρίζονται οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες του cloud, κυρίως στις περιπτώσεις που απαιτείται να γίνει κάτι άμεσα, ευέλικτα και σε σχετικά μικρή έκταση σε σύγκριση με τα συμπλέγματα των data centers που συνήθως χτίζουν οι ίδιες.
Εγκαίνια
Στη συγκεκριμένη περίπτωση της AWS, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, η επένδυση έχει γίνει μέσα από το «Athens 3», το νέο και μεγαλύτερο data center της Lamda Hellix, το οποίο μάλιστα αναμένεται να εγκαινιάσει την προσεχή Πέμπτη ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Το συγκεκριμένο data center έχει τεθεί ήδη σε δοκιμαστική λειτουργία από την περασμένη εβδομάδα και αναμένεται να λειτουργήσει κανονικά από τον προσεχή Ιανουάριο.
«Μπορεί να χρησιμοποιούμε τα data centers συνεργατών, όμως την ευθύνη για τη λειτουργία αυτής της υποδομής και τη διαχείρισή της την έχει η AWS», λέει ο κ. Σούντερ εκτιμώντας μάλιστα πως η δομή της Αθήνας μπορεί να παίξει και περιφερειακό ρόλο.
«Αυτή η υποδομή δημιουργεί μία νέα προοπτική. Η Ελλάδα γεωγραφικά απέχει π.χ. από τη Φρανκφούρτη, που είναι και το πιο κοντινό “Region” της AWS, οι μεγάλες υποδομές με τα συμπλέγματα των data center της εταιρείας. Οπότε η επιλογή της Ελλάδας ήταν πέρα για πέρα δικαιολογημένη προκειμένου να μπορούν μεγάλες επιχειρήσεις και τελικά οι καταναλωτές να απολαμβάνουν τεράστιες ταχύτητες αποκρίσεων. Και είναι κάτι που ζητούν ήδη οι ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτό στην περίπτωση της Πολωνίας, για παράδειγμα, δεν μπορείς να το πεις.
Εκεί λόγω της σχετικής εγγύτητας με τη Φρανκφούρτη, που ουσιαστικά διασφάλιζε τις ταχύτητες, μεγάλο ζητούμενο είναι η “κυριαρχία επί των data” (σ.σ. data sovereignty)», λέει ο κ. Σούντερ.
«Αυτό που πρέπει να διευκρινίσουμε», λέει ο κ. Σταχλέφσκι, «είναι ότι η “τοπική ζώνη” θα προσφέρει τις πιο σημαντικές υπηρεσίες από το “μπουκέτο” της AWS.
Οσο πιο κοντά βρίσκεται η υποδομή τόσο μικρότερος ο χρόνος απόκρισης. Και αυτό για μια βιομηχανία που αρχίζει να ετοιμάζεται να μπει στην εποχή του industry 4.0 είναι πολύ σημαντικό. Το ίδιο για εταιρείες gaming, video streaming κ.ο.κ. Επίσης υπάρχουν και οι λόγοι συμμόρφωσης με τη νομοθεσία, κάτι που για παράδειγμα αφορά τις τράπεζες και τον ευρύτερο χρηματοοικονομικό τομέα ή το Δημόσιο.
Για όλους αυτούς η “τοπική ζώνη” είναι η απάντηση. Για τους υπόλοιπους πάλι, όπως δείχνει η παγκόσμια εμπειρία, είναι μία πιο υβριδική προσέγγιση».
Με δεδομένο πάντως ότι απουσιάζουν αντίστοιχες υποδομές από την ευρύτερη βαλκανική γειτονιά, ο κ. Σούντερ εκτιμά ότι η «τοπική ζώνη» της Αθήνας μπορεί να έχει και περιφερειακό ρόλο, ενώ δεν αποκλείει ακόμα και επέκτασή της στο μέλλον εφόσον η ζήτηση αποδειχθεί πολύ μεγαλύτερη των εκτιμήσεων.
«Εκρηκτική» ανάπτυξη
Πάντως ήδη η Amazon Web Services φαίνεται πως στα δυόμισι χρόνια παρουσίας της στην Ελλάδα ακολουθεί μία «εκρηκτική» ανάπτυξη. «Είμαστε εξαιρετικά ενθουσιασμένοι για τις επιδόσεις μας στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και συνεχίζουμε να επενδύουμε, να προσλαμβάνουμε ακόμα περισσότερο κόσμο και γενικώς να επεκτεινόμαστε.
Η ομάδα της Αθήνας έφτασε να μη χωράει στα γραφεία και έτσι προχωρήσαμε σε επέκταση στο κτίριο που μας φιλοξενεί. Για να είμαι ειλικρινής, υποτιμήσαμε το τι επιδόσεις θα πετυχαίναμε τα πρώτα χρόνια στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι τηρούμε πάντα μία αισιόδοξη προοπτική, και τον ρυθμό των προσλήψεων που θα είχαμε», λέει ο κ. Σούντερ.
Πλέον οι πελάτες της AWS αριθμούν χιλιάδες. Παράλληλα η εταιρεία απέκτησε 4 partners που έχουν ως βάση την Ελλάδα και αποτελούν πλέον ένα τμήμα του οικοσυστήματος που επιχειρεί να χτίσει και στη χώρα μας η πολυεθνική.
Επέκταση
«Το καλό με την “τοπική ζώνη” και γενικά με το cloud είναι ότι υπάρχουν οι τρόποι και τα εργαλεία για να ανταποκριθείς άμεσα στη ζήτηση αλλά και στα αιτήματα των πελατών», εξηγεί ο τεχνικός διευθυντής Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης κ. Τόμεκ Σταχλέφσκι. «Επειδή η ιστορία των “τοπικών ζωνών” είχε ξεκινήσει από τις ΗΠΑ προ τριετίας μπορώ να σας πω ότι το μοντέλο επέκτασης μιας ζώνης στην περίπτωση που βαίνει προς υπερκάλυψη των δυνατοτήτων της είναι η προσθήκη νέας δομής σε κάποιο άλλο data center. Γενικά στην Amazon Web Services επειδή δεν μας αρέσει να έχουμε τεράστια data centers αλλά πολλά μικρότερα, μας βοηθά στο να υπάρχει μεγαλύτερη διασπορά. Βέβαια δεν μπορούμε ακόμα να μπούμε σε μία τέτοια συζήτηση για ένα πιθανό δεύτερο data center», επισημαίνει.
Προς το παρόν, πάντως, διεθνώς υπάρχει η ανησυχία για φρένο στη δυναμική που είχε αναπτύξει η μετάβαση επιχειρήσεων στο cloud λόγω του πτωτικού οικονομικού κύκλου αλλά και της ενεργειακής κρίσης.
Ανησυχία πάντως που έσπευσε τις προηγούμενες μέρες, μέσω του re:invent, η ηγεσία της AWS υπό τον διευθύνοντα σύμβουλο Ανταμ Σελίπσκι να διασκεδάσει, φροντίζοντας όμως να παρουσιάσει μία σειρά από νέες υπηρεσίες, προϊόντα, εφαρμογές και chips στην κατεύθυνση της αύξησης της αποδοτικότητας, της ενίσχυσης της ασφάλειας και παράλληλα της μείωσης του κόστους.
Εναν στόχο που αρκετές φορές στην ομιλία του έδειξε ως το κυρίαρχο ζητούμενο σήμερα από τους πελάτες της εταιρείας που πασχίζουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
«Λένε κάποιοι ότι το cloud βρίσκει τοίχο. Οχι. Δεν το βλέπουμε έτσι. Ναι, τα οικονομικά μπορεί προς το παρόν να είναι σφιχτά, οι πελάτες να είναι σε φάση βελτιστοποίησης της αποδοτικότητάς τους και γενικώς να τους βοηθάμε προληπτικά να το πετύχουν. Και πάλι όμως η γενική εικόνα δεν αλλάζει. Αν δει κανείς τα στοιχεία γύρω από τα δεδομένα, data mining, data analytics κ.ο.κ. θα αντιληφθεί ότι η δραστηριότητα αυτή, που σημείωσε πέρυσι τρελό ρυθμό ανάπτυξης, συνεχίζει σε ανοδική τροχιά και φέτος», λέει ο κ. Σούντερ.
Μάλιστα προαναγγέλλει πως σύντομα η εταιρεία θα παρουσιάσει σε αυτό το κομμάτι ένα case study από την Ελλάδα.
Ανταγωνισμός
Σε αυτό το πλαίσιο πάντως και ο ανταγωνισμός αυξάνει. «Πολλές φορές υπάρχει η αίσθηση ότι η AWS, η Microsoft και η Google προσφέρουμε τα ίδια. Διαφωνώ τελείως με αυτό! Είμαστε οι μόνοι που δουλεύουμε πάνω στα δικά μας silicon chips. Η αρχιτεκτονική “Graviton” είναι ο δικός μας βραχίονας που έχει 60% μικρότερο κόστος προσφέροντας την ίδια λειτουργία», λέει ο κ. Σούντερ.
«Με βάση όλα αυτά ποιο είναι το στρατηγικό σας πλάνο για την Ελλάδα;», τον ρωτάμε. «Είναι ένα unsexy plan θα έλεγα!», απαντά γελώντας. «Υπάρχει ενδιαφέρον και ενθουσιασμός απ’ όλους. Ωστόσο πάντα δουλεύουμε αντίστροφα. Ξεκινάμε με αυτά που θέλουν οι πελάτες από μας. Και οι πελάτες μας είναι διαφορετικού τύπου!
Ολοι θέλουν διαφορετικά πράγματα και εμείς δεν είμαστε εταιρεία που απλά προωθεί συγκεκριμένα πράγματα. Οπότε θα υπάρξουν και θέματα όπως η μείωση του κόστους και η μόχλευση των προσφερόμενων προϊόντων. Επίσης υπάρχουν πελάτες που δεν θέλουν καν να σκέφτονται για τις ανάγκες υποδομών και στρέφονται στις υπηρεσίες χωρίς server. Είμαστε η πρώτη εταιρεία που διαθέτουμε data mining, data analytics κ.ο.κ. με αυτό τον τρόπο. Και όλα αυτά μπορούν να αυξομειωθούν εύκολα».
Διόδια: Σκληρή κόντρα παραχωρησιούχων με υπουργείο για τις ανατιμήσεις λόγω πληθωρισμού