Το 2022, παρά τις μεγάλες προκλήσεις του, φαίνεται ότι θα καταγραφεί ως το έτος κατά το οποίο έγιναν στη χώρα οι μεγαλύτερες ξένες επενδύσεις. Ηδη τα τελευταία στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, όπως αποκάλυψε ο υποδιοικητής της Θεόδωρος Πελαγίδης, δείχνουν ότι έχουν ξεπεράσει τα 3,5 δισ. ευρώ, όταν πέρυσι στο σύνολο της χρονιάς ήταν 4,84 δισ. ευρώ, καταγράφοντας ρεκόρ 20ετίας. Και με τη δυναμική με την οποία εμφανίζεται να εξελίσσεται η επενδυτική δραστηριότητα στη χώρα αλλά και με τα νέα projects που ανακοινώνονται φαίνεται ότι η χώρα έχει εισέλθει σε μια πρωτόγνωρη περίοδο επενδυτικής ζήτησης.
Εάν μάλιστα στις άμεσες ξένες επενδύσεις προστεθούν και αυτές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, του παλαιού ΕΣΠΑ που εξελίσσονται, καθώς και του νέου, όπως και αυτές του Ταμείου Ανάκαμψης, που ξεκινούν να αποκτούν δυναμική, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για επενδυτική φρενίτιδα.
«Η συγκροτημένη κυβερνητική στρατηγική πάνω στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, η ελάφρυνση των διοικητικών βαρών με τη μείωση της γραφειοκρατίας, η ψηφιοποίηση του κράτους και κυρίως η μεγάλη αξιοπιστία της κυβερνήσεως και του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων σε όλους όσοι ήρθαν να επενδύσουν τα τελευταία τρία χρόνια στην Ελλάδα έχουν δημιουργήσει ένα εξαιρετικά ευνοϊκό επενδυτικό κλίμα για τη χώρα μας και έχουν οδηγήσει στο απόλυτο ρεκόρ επενδύσεων από την πρώτη μέρα που καταγράφουμε αυτό τον δείκτη», λέει στο «business stories» ο αρμόδιος υπουργός Αδωνις Γεωργιάδης. «Είμαι περήφανος που επί θητείας μου πετύχαμε τον μεγάλο μας στόχο να ξεπεράσουμε κάθε προηγούμενη χρονιά σε επενδύσεις», προσθέτει.
Η επενδυτική δραστηριότητα-ρεκόρ αυτή τη στιγμή βέβαια λειτουργεί και ως ανάχωμα στα απόνερα που φέρνουν στη χώρα μας οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις, η ενεργειακή κρίση και η αύξηση των επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που φρενάρουν την οικονομική δραστηριότητα. Αν δεν υπήρχαν αυτά, το επενδυτικό κύμα ίσως να ήταν ακόμα μεγαλύτερο, εκτιμούν στην κυβέρνηση.
Από την άλλη, όμως, και η διεθνής συγκυρία έχει βοηθήσει στο να προωθηθούν επενδυτικά σχέδια στη χώρα μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πρόσφατη επένδυση της Deutsche Telekom στη Θεσσαλονίκη όπου έχει δημιουργήσει το νέο IT hub, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί μεταφορά αυτού που είχε στη Ρωσία. Μάλιστα για τη λειτουργία του έχουν μεταφερθεί από το εξωτερικό -κυρίως τη Ρωσία- πάνω από 250 εργαζόμενοι, ενώ περισσότεροι από 200 επαγγελματίες της Πληροφορικής θα προσληφθούν στην Ελλάδα για την ολοκληρωμένη στελέχωσή του.
Στρατηγικές επενδύσεις
Το σίγουρο είναι ότι το pipeline των αιτήσεων ένταξης στις στρατηγικές επενδύσεις συνεχίζει να μεγαλώνει. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτή τη στιγμή στο pipeline είναι προς ένταξη projects συνολικής αξίας άνω των 7 δισ. ευρώ. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι αυτές οι επενδύσεις αφορούν μια ευρεία γκάμα τομέων.
«Οι επενδύσεις γίνονται κυρίως σε logistic centers, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τουρισμό, αγροτική παραγωγή με προστιθέμενη τεχνολογική αξία και βεβαίως στην αξιοποίηση μαρινών και λιμένων», αναφέρει ο υπουργός Ανάπτυξης που προεδρεύει και της Διυπουργικής Επιτροπής Στρατηγικών Επενδύσεων.
Μεταξύ των νέων αιτήσεων, σύμφωνα με πληροφορίες του «b.s.», είναι και αυτή της μεγαλύτερης ανεξάρτητης εταιρείας διαχείρισης data centers στον κόσμο, της Equinix, η οποία ενδιαφέρεται να αποκτήσει υποδομές στη χώρα μας. Σημειωτέον ότι ο συγκεκριμένος τομέας εμφανίζεται ως ιδιαίτερα ενδιαφέρων, καθώς υπάρχει μεγάλη ζήτηση στο πλαίσιο της ψηφιακής μετάβασης της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, δεν προχωρούν μόνο οι μεγάλες επενδύσεις που ήδη έχουν ανακοινωθεί (η Microsoft προχώρησε με την αδειοδότηση για την κατασκευή των τριών συγκροτημάτων της, η Lamda Hellix κινεί τις διαδικασίες για το νέο data center στην Ανατολική Αττική, η Lancome προωθεί το project στην Κρήτη κ.ο.κ.), αλλά μεθοδεύονται και νέες. Για παράδειγμα, η συμφωνία μεταξύ ΔΕΗ – Saudi Telecom – TTSA – Cyta για τη συγκρότηση κοινοπραξίας με στόχο την πόντιση καλωδίου data που θα συνδέσει την Ασία με την Ευρώπη μέσω Σαουδικής Αραβίας και Ελλάδας, η οποία υπεγράφη πρόσφατα κατά την επίσημη επίσκεψη του διαδόχου του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας στην Ελλάδα, προβλέπει, μεταξύ άλλων, σειρά επιμέρους projects όπως η κατασκευή δύο data centers σε Αττική και Κρήτη.
Οι Αραβες
Οι συμφωνίες πάντως που έκλεισαν μεταξύ ελληνικών και σαουδαραβικών επιχειρήσεων κατά την πρόσφατη αποστολή τους στη χώρα μας δημιουργούν τις βάσεις για σημαντικές μελλοντικές κινήσεις σε καίριους τομείς. Μεταξύ των συμφωνιών και αυτή του Ομίλου Μυτιληναίου με την Ajlan & Bros Holding Group (Abilitii) όπου θα επιδιωχθούν συνεπενδύσεις στους τομείς της συμβατικής ενέργειας, των ΑΠΕ, του φυσικού αερίου, αλλά και σε άλλες πιο νέες τεχνολογίες, όπως είναι το υδρογόνο.
Την ίδια ώρα, και η επιτυχής προσέγγιση της χώρας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχει οδηγήσει στην πρόσφατη δέσμευση του κρατικού Ταμείου του Αμπού Ντάμπι ADQ για επενδύσεις έως το ύψος των 4 δισ. ευρώ. Οι επενδύσεις αυτές δεν θα αφορούν μόνο μεγάλα projects, αλλά ακόμη και συμμετοχές σε κεφάλαια ελληνικών venture capitals και private equity funds. Ηδη τον περασμένο μήνα αντιπροσωπεία του ADQ είχε σειρά συναντήσεων με Ελληνες fund managers, αλλά και επικεφαλής μεγάλων και μικρότερων ομίλων προκειμένου να εξεταστούν συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Μεγάλα projects
Τα μεγαλύτερα επενδυτικά projects, αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, που θα τρέξουν στη χώρα είναι ομολογουμένως αυτά που αφορούν την ενέργεια λόγω της προσπάθειας για ενεργειακή ασφάλεια αλλά και μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, σε επίπεδο επενδύσεων, ήδη δρομολογείται σειρά έργων. Τα κυριότερα που θα γίνουν άμεσα είναι η μεγάλη πλωτή μονάδα αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη από τον Ομιλο Κοπελούζου, η αντίστοιχη στην Κόρινθο από τη Motor Oil, οι επενδύσεις σε Αμφιλοχία και Αμάρι Κρήτης της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, στο πλαίσιο του σχεδιασμού αντλησιοταμίευσης, τα μεγάλα projects ΑΠΕ της ΔΕΗ σε συνεργασία με τη RWE στη Δυτική Μακεδονία, αλλά και τα υπόλοιπα έργα σε ΑΠΕ που δρομολογούν ο Ομιλος Μυτιληναίου και τα ΕΛ.ΠΕ. αντίστοιχα.
Σημειώνεται ότι στον σχεδιασμό είναι και αρκετές νέες μονάδες φυσικού αερίου, οι οποίες όμως προς το παρόν έχουν παγώσει λόγω της ενεργειακής κρίσης που πυροδοτεί ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας. Η μόνη σίγουρη, η οποία μάλιστα θα ξεκινήσει τη λειτουργία της το προσεχές φθινόπωρο, είναι αυτή του Ομίλου Μυτιληναίου στα Ασπρα Σπίτια Βοιωτίας.
Σημαντικές κινήσεις αναμένονται και στον τουρισμό, ο οποίος βάζει πλώρη για νέα ρεκόρ. Καταρχάς, πρόσφατα η Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων ενέκρινε το μεγάλο project 840 εκατ. ευρώ της Vita Development στη Σαρωνίδα, όπου θα στηθεί μια ολόκληρη πολιτεία στη μεγάλη έκταση του οικοδομικού συνεταιρισμού «Υγεία». Πρόκειται για τη δημιουργία σύνθετου τουριστικού καταλύματος, με γήπεδο γκολφ, ελικοδρόμιο, τουριστικό χωριό, τουριστικό λιμένα, εγκαταστάσεις παραγωγής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, μονάδα διαχείρισης στερεών αποβλήτων, αφαλάτωσης και βιολογικού καθαρισμού λυμάτων, σύγχρονες κατοικίες, καθώς και υποδομές σχολείων και ενός Κέντρου Υγείας.
Και μολονότι ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί πότε θα ξεκινήσει το συγκεκριμένο έργο, με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι επενδύσεις στον χώρο της φιλοξενίας τόσο σε επίπεδο επεκτάσεων όσο και νέων projects. Οσον αφορά τις επεκτάσεις, είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Costa Navarino που έχει σε εξέλιξη ένα ευρύ επενδυτικό πρόγραμμα 250 εκατ. ευρώ στην Πελοπόννησο. Ήρθε το ολοκαίνουριο «W», από τα κορυφαία brands του ομίλου Marriott, και έπεται το 2023 το ντεμπούτο του Mandarin. Επίσης, ο όμιλος Sani/Ikos επεκτείνει συνεχώς το brand της Ikos εντός -αλλά και εκτός- Ελλάδος (500 εκατ. ευρώ) με νέα resorts σε κορυφαίους προορισμούς, όπως σε Κέρκυρα και Κρήτη, και επενδυτικό πρόγραμμα 520 εκατ. ευρώ. Ακόμη, με ορίζοντα το 2023 ετοιμάζει ο όμιλος Grivalia τα νέα «Αστέρια» Γλυφάδα». Μάλιστα ο όμιλος, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται σύντομα να ανακοινώσει και ένα νέο mega project που θα ξεπερνά τα 250 εκατ. ευρώ.
Μεγάλη κινητικότητα όμως υπάρχει και στη βιομηχανία. Μπορεί οι περισσότερες επενδύσεις να αφορούν επεκτάσεις σε υφιστάμενες υποδομές, δεν λείπουν όμως και οι νέες μεταποιητικές μονάδες. Πιο χαρακτηριστική ίσως είναι η περίπτωση των φαρμακοβιομηχανιών που εκμεταλλευόμενες το λεγόμενο «επενδυτικό clawback», τη ρύθμιση με την οποία χρησιμοποιούνται κεφάλαια που θα επέστρεφαν στο Δημόσιο για νέες επενδύσεις, έχουν ξεκινήσει ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα άνω των 600 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία νέων μονάδων και Κέντρων Ερευνας και Καινοτομίας.
Σε κάθε περίπτωση, το περιβάλλον στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι φιλοεπενδυτικό παρά τις δυσκολίες που προκαλούν οι νέες διεθνείς προκλήσεις. Και σε αυτό βοηθά σειρά από παράγοντες που λειτουργούν ευνοϊκά. Πρώτα απ’ όλα, η θετική δυναμική και τα ρεκόρ του 2021 πλέον έχουν περάσει και στο 2022. Από εκεί κι έπειτα, υπάρχει το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ, τα οποία ήδη ξεκίνησαν και θα διασφαλίσουν συνολική ενίσχυση 70 δισ. ευρώ για νέα επενδυτικά σχέδια. Παράλληλα, υπάρχουν ακόμη τα υπόλοιπα του παλιού ΕΣΠΑ, μέσα από μικρότερες δράσεις πλέον. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν η απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών μέσα από συνεχείς παρεμβάσεις που έχουν γίνει είτε για τη διεύρυνση του καθεστώτος στρατηγικών επενδύσεων, είτε για τον νέο αναπτυξιακό νόμο κ.ο.κ., οι διάφορες στοχευμένες ρυθμίσεις, όπως αυτή για την επανεκκίνηση των ναυπηγείων, αλλά και τα κίνητρα για συγχωνεύσεις εταιρειών.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι από πέρυσι έχει αναθερμανθεί σημαντικά και το κομμάτι των εξαγορών και συγχωνεύσεων! Μόνο φέτος έχουν γίνει 14 αξιοσημείωτα deals σε τρόφιμα, ποτά και λιανεμπόριο με τη συμμετοχή σημαντικών εταιρειών όπως της Chipita (ολοκλήρωση της εξαγοράς από τη Mondelez International) και της ΙΟΝ (εξαγορά του 45% από τον κ. Σπύρο Θεοδωρόπουλο), ενώ ανακοινώθηκε και το deal πώλησης της Three Cents από τον όμιλο Ideal στην Coca-Cola HBC.
Ανθεκτική η Ελλάδα
Σε κάθε περίπτωση, το επενδυτικό κενό της χώρας σταδιακά μειώνεται. Γι’ αυτό εξάλλου και στην ετήσια έκθεσή της που κοινοποίησε πρόσφατα η ΕΥ για την ελκυστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού (EY Attractiveness Survey: Ελλάδα 2022) η χώρα μας εμφανίζεται ανθεκτική παρά την αυξημένη αβεβαιότητα σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Σύμφωνα με αυτή, το 37% των επιχειρήσεων σχεδιάζει να επενδύσει ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές του στη χώρα μας στη διάρκεια του επόμενου χρόνου, ενώ τρεις στους τέσσερις επενδυτές (75%) εκτιμούν ότι η ελκυστικότητα της Ελλάδας θα βελτιωθεί περαιτέρω στα επόμενα τρία χρόνια. Μάλιστα, αν και ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιούργησε, αναπόφευκτα, μια αρνητική ψυχολογία στην παγκόσμια επενδυτική κοινότητα, η έρευνα για την Ελλάδα αποτυπώνει μια πιο ήπια κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μία στις τρεις επιχειρήσεις (32%) δηλώνει ότι έχει καθυστερήσει τα άμεσα επενδυτικά της σχέδια για την Ελλάδα μέχρι το 2023, ή και αργότερα, ως αποτέλεσμα του πολέμου. Ωστόσο, πάνω από τους μισούς ερωτώμενους (54%) απαντούν ότι δεν έχουν επέλθει αλλαγές στον σχεδιασμό τους, ενώ το 13% των ερωτηθέντων αναφέρει ότι προχωρά σε μικρή (<20%) αύξηση των προγραμματισμένων επενδύσεων.
Επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία
Σύμφωνα με το ΕΥ European Investment Monitor, μια εκτεταμένη βάση δεδομένων που επεξεργάζεται η ΕΥ αλλά εξαιρεί τον τουρισμό, το 2021 πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα 30 άμεσες ξένες επενδύσεις, αριθμός που αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη επίδοση της χώρας από την έναρξη της έρευνας το 2000, μετά τον περσινό αριθμό-ρεκόρ των 39 επενδύσεων.
Αξιοσημείωτα όμως είναι δύο πράγματα: πρώτον, αθροιστικά, οι επενδύσεις της τελευταίας διετίας αντιπροσωπεύουν το 24% του συνόλου των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία 22 χρόνια και, δεύτερον, το 2021 εντάθηκε η στροφή προς επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Με βάση το είδος της δραστηριότητας όπου κατευθύνονται οι επενδύσεις, το 30% αφορά επενδύσεις σε κεντρικά γραφεία επιχειρήσεων (headquarters), έναντι μόλις 4% μεταξύ 2000-2020 και 7% στο σύνολο της Ευρώπης το 2021, ενώ στη δεύτερη και την τρίτη θέση βρίσκονται αντίστοιχα οι βιομηχανικές δραστηριότητες (20%) και οι δραστηριότητες logistics (17%).
Με βάση τους κλάδους της οικονομίας, στην κορυφή της κατάταξης βρίσκονται η αγροδιατροφή (20%), οι μεταφορές και τα logistics (20%) και οι υπηρεσίες λογισμικού και πληροφορικής (17%), τρεις κλάδοι που συνδέονται με σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας: την ποιότητα των αγροτικών της προϊόντων, τη γεωγραφική της θέση και τις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού της.
Ως σημαντικά αξιόλογες καταγράφονται οι απόψεις της επενδυτικής κοινότητας σχετικά με τις ακολουθούμενες πολιτικές για τη βελτίωση επιμέρους πτυχών της ελκυστικότητας της χώρας. Το εύρημα αυτό δείχνει να επιβεβαιώνει ότι οι επενδυτές αποδίδουν τη βελτίωση της εικόνας της χώρας στην εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών και όχι πλέον στη χρονική συγκυρία και τη λήξη της περιόδου αβεβαιότητας που προκάλεσε η οικονομική κρίση. Συγκεκριμένα, θετικά αξιολογούνται οι πολιτικές για την προσέλκυση επιχειρήσεων (81%), την προσέλκυση ανθρώπινου δυναμικού (78%), την προσέλκυση καινοτόμων δραστηριοτήτων (75%), την προσέλκυση κεφαλαίου (65%), την προσέλκυση κεντρικών γραφείων και κέντρων λήψης αποφάσεων (58%) και τη δημιουργία κέντρων ανταγωνιστικότητας και κόμβων παγκόσμιας εμβέλειας (55%).
Πλεονεκτήματα και αδύνατα σημεία
Ως ισχυρά χαρτιά της ελκυστικότητας της χώρας αναδεικνύονται, και πάλι, η ποιότητα ζωής (75%), οι υποδομές μεταφορών και logistics (73%), οι υποδομές τηλεπικοινωνιών / ψηφιακές υποδομές (72%), η εσωτερική αγορά (72%), καθώς και οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού (70%).
Στον αντίποδα, ως λιγότερο ελκυστικά στοιχεία αναδεικνύονται η ευελιξία της εργατικής νομοθεσίας (46%), η γεωπολιτική θέση της χώρας (47%), το εκπαιδευτικό σύστημα (48%) και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση και διαθεσιμότητα κεφαλαίων στην Ελλάδα (48%).
Διαβάστε ακόμη
Είχε να συμβεί στην Ελλάδα από το 1975: Πέντε απαντήσεις για την πολυήμερη κακοκαιρία του Αυγούστου
Φοιτητική στέγη: Εκρηκτική άνοδος στα ενοίκια – Τι συμβαίνει ανά πόλη στην Ελλάδα