© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Eρχονται από τη Γερμανία και δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα, όπου αποφασίζουν να τοποθετήσουν κεφάλαια τώρα, προσβλέποντας σε μακροχρόνιες και σίγουρα όχι ευκαιριακές επενδύσεις και εκτιμώντας ότι οι προοπτικές του εγχώριου real estate είναι παραπάνω από θετικές, με την Αθήνα ειδικά να έχει μπροστά της πεδίον δόξης… λαμπρό.
Ο Μίκαελ Ερετ και ο Στέφαν Κλάιν, έχοντας διαχειριστεί μέχρι σήμερα κάτω από την ομπρέλα της εταιρείας τους, της γερμανικής ehret+klein, ακίνητα συνολικής αξίας ύψους 1,6 δισ. ευρώ στη χώρα τους, επεκτείνονται τώρα στην ελληνική αγορά ακινήτων με ένα εμβληματικό, νέο project στην καρδιά της πρωτεύουσας, που δεν είναι άλλο από την «πράσινη» ανακατασκευή του πρώην κτιρίου του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη στη Χρήστου Λαδά.
«Θέλαμε να ξεκινήσουμε στην Ελλάδα με ένα σημαντικό κτίριο που θα είχε να πει μια ιστορία και με αυτό ακριβώς ξεκινάμε: Με ένα κτίριο όπου έχει γραφτεί εκεί η νεότερη Ελληνική Ιστορία», δηλώνει στο «business stories» o κ. Ερετ, ο οποίος γνωρίζει την Ελλάδα τα τελευταία 25 χρόνια, καθώς επισκέπτεται σταθερά για διακοπές τη Χαλκιδική αλλά και τα νησιά και εκτιμά ότι η χώρα μας έχει κρυμμένη δυναμική, η οποία μπορεί να αναδειχθεί σε αυτή τη συγκυρία.
Τόσο ο ίδιος όσο και ο συνεργάτης του, ως μεγάλοι φίλοι της Ελλάδας, τοποθετούν πολύ ψηλά τη χώρα μας και δεν είναι τυχαίο ότι η αγορά μας είναι η πρώτη εκτός της γερμανικής όπου δραστηριοποιείται η εταιρεία τους.
Το ντεμπούτο
Ετσι, η γερμανική εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων ehret+klein από το Στάρνμπεργκ, με παρουσία στον κλάδο από τη δεκαετία του ’00, εισέρχεται τώρα επίσημα στην ελληνική αγορά ακινήτων, με την ίδρυση της θυγατρικής εταιρείας Εhret+Κlein Development Greece S.A. και την ολοκλήρωση, ήδη, της πρώτης μεγάλης αγοράς ακινήτου στο κέντρο της Αθήνας. Στα πρώην γραφεία του ΔΟΛ στη Χρήστου Λαδά οι εργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει, με στόχο την ανάπλαση του ακινήτου σε υπερσύγχρονα «πράσινα» γραφεία, σε μια επένδυση που θα ξεπεράσει, στο σύνολό της, τα 10 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένης και της αγοράς του ακινήτου.
«Ξεκινήσαμε να κοιτάμε πιο ενδελεχώς την ελληνική αγορά πριν από περίπου μία τριετία, προ κορωνοϊού και είχαμε εξαρχής θέσει στόχο το συγκεκριμένο ακίνητο», δηλώνει στο «b.s.» ο κ. Κλάιν. Το πρώην εκδοτικό κτίριο επί της οδού Χρήστου Λαδά 1-3 είχε περάσει, μετά την κατάρρευση του ομίλου και τη σταδιακή μεταβίβαση των περιουσιακών του στοιχείων, αρχικά στην Alpha Bank το 2017 και εν συνεχεία στο χαρτοφυλάκιο της Apollo, η οποία πραγματοποίησε διαγωνισμό για την πώλησή του.
Στο κτίριο έχει… κυριολεκτικά γραφτεί Ιστορία από τη δεκαετία του ’80 με τις εκδόσεις πολύ γνωστών τίτλων του Οργανισμού όπως «Τα Νέα», «Το Βήμα», ο «Ταχυδρόμος» κ.ά., ενώ από το 2017 το ακίνητο είναι άδειο. «Η δραστηριότητά μας επικεντρώνεται ακριβώς σε αυτού του είδους τις επενδύσεις, τις αναπλάσεις και ανακατασκευές παλιών κτιρίων με σύγχρονα κριτήρια ESG (Εnviromental – περιβαλλοντικά, Social- κοινωνικά, Governance- Εταιρικής Διακυβέρνησης) και σε αυτόν τον τομέα σκοπεύουμε να δραστηριοποιηθούμε και στην Ελλάδα», αναφέρει ο κ. Κλάιν.
Η Ελλάδα, όπως προαναφέρθηκε, είναι η πρώτη χώρα όπου δραστηριοποιείται η εταιρεία, εκτός Γερμανίας, με τους επιτελείς της να βλέπουν μεγάλες προοπτικές στον συγκεκριμένο τομέα «δεδομένου ότι οι τιμές των ακινήτων στη χώρα είναι χαμηλότερες σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές αγορές και το κτιριακό απόθεμα της Αθήνας είναι παλιό. Δεν μας ενδιαφέρουν τόσο καινούρια κτίρια εκ του μηδενός όσο οι αναπλάσεις παλιότερων κτιρίων όπου ήδη έχουμε μεγάλη εμπειρία και στη Γερμανία».
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το πρώτο έργο της θυγατρικής είναι στο κέντρο του λεγόμενου εμπορικού τριγώνου της Αθήνας, που περικλείεται από την πλατεία Συντάγματος, την πλατεία Ομονοίας, την «εμπορική περιοχή που χαρακτηρίζεται από τα ιστορικά μνημεία, την τέχνη, τον πολιτισμό, το λιανικό εμπόριο, το ζωντανό κέντρο της πόλης και τα διοικητικά κτίρια. Αυτό που διαπιστώνουμε για την Αθήνα είναι ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη για αναπλάσεις και η πόλη βρίσκεται αυτή την περίοδο σε ένα μεταβατικό στάδιο, με έλλειμμα σε σύγχρονους χώρους ώστε να πληρούν τα διεθνή πρότυπα καθώς και τις σημερινές απαιτήσεις σε όρους βιωσιμότητας».
Το κτίριο της Χρήστου Λαδά, μετά τη μεταμόρφωσή του σε σύγχρονο γραφείο, θα εναρμονίζεται πλήρως, σύμφωνα με τον κ. Ερετ, στην περιοχή, ενώ η μοναδική θέα στην Ακρόπολη το καθιστά, μελλοντικά, σε ένα από τα μοναδικά -από πλευράς θέσης- κτίρια γραφείων στο κέντρο της πόλης. Οι εργασίες ανακατασκευής έχουν ήδη ξεκινήσει με προοπτική να παραδοθεί το κτίριο απολύτως ανανεωμένο το 2023, προσφέροντας 3.500 τ.μ. εκμισθώσιμου χώρου. Oι συντελεστές του έργου είναι η κατασκευαστική Parostec σε αρχιτεκτονικά σχέδια τoυ DECA Architecture.
Focus σε επαγγελματικά ακίνητα και κατοικία
Στα μάτια του γερμανικού διδύμου η Αθήνα, έστω και αν χαρακτηρίζεται από το γηρασμένο κτιριακό απόθεμα των προηγούμενων δεκαετιών, που χρήζει μεγάλων παρεμβάσεων, «είναι μια πολύ ζωντανή και γοητευτική πόλη, με πολλούς νέους ανθρώπους να κυκλοφορούν στους δρόμους της, πέραν φυσικά του κλίματος της Ελλάδας που είναι ιδανικό», όπως αναφέρει ο κ. Κλάιν. Στο ερώτημα ποιο είναι το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που σκοπεύει η εταιρεία να διαθέσει στην ελληνική αγορά η απάντηση είναι ότι θα εξαρτηθεί από τα κτίρια που θα βρεθούν, το σίγουρο είναι ωστόσο ότι η εταιρεία έχει έρθει για να μείνει, επιβεβαιώνοντας την ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές της εγχώριας αγοράς ακινήτων.
«Εχουμε την πρόθεση να μείνουμε στην Ελλάδα, έχουμε ήδη δημιουργήσει μια ομάδα συνεργατών εδώ την οποία θα αναπτύσσουμε συνέχεια και θέλουμε να επεκτείνουμε τη δραστηριότητά μας, στα επαγγελματικά ακίνητα, γραφεία και καταστήματα, καθώς επίσης και στο κομμάτι της κατοικίας», αναφέρει ο κ. Ερετ. Η εταιρεία βλέπει ειδικά σε αυτούς τους δύο τομείς, όπου ήδη έχει σημαντική εμπειρία και στη γερμανική αγορά, σημαντικές προοπτικές στη χώρα μας.
«Η ζήτηση για σύγχρονους εμπορικούς χώρους, τους οποίους χρειάζονται οι διεθνώς δραστηριοποιούμενες εταιρείες για την επέκτασή τους στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αυξάνεται συνεχώς και το ίδιο και για σύγχρονα γραφεία με πράσινα χαρακτηριστικά».
Από την άλλη πλευρά, οι επιτελείς της ehret+klein έχουν ήδη επενδύσει στη χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια στον τομέα της κατοικίας κυρίως σε νησιά και προορισμούς β’ κατοικίας, όπως η Χαλκιδική, με τον οικιστικό τομέα στην Ελλάδα να βρίσκεται επίσης στο επίκεντρο τα επόμενα χρόνια. «Μετά από τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης και εν συνεχεία της πανδημίας η Ελλάδα βλέπουμε ότι επιταχύνει ρυθμούς όσον αφορά το κομμάτι της ανάπτυξης. Πρόκειται για ευρωπαϊκή αγορά, όπου οι τιμές είναι χαμηλά τώρα σε σύγκριση με άλλες αγορές της Ε.Ε. και θα πρέπει να τρέξει στη μετά COVID-19 περίοδο προκειμένου να καλύψει το χαμένο έδαφος των προηγούμενων ετών», αναφέρει ο κ. Ερετ. Ηδη, η εταιρεία σε αυτό το στάδιο εξετάζει κι άλλες περιπτώσεις για νέα projects με έμφαση κυρίως στην Αθήνα.
Ποια είναι η ehret+klein
Η ehret+klein είναι μια εταιρεία την οποία διαχειρίζονται οι ιδιοκτήτες της και συνδυάζει δύο επαγγελματικούς κλάδους, αυτόν της διαχείρισης – ανάπλασης μεμονωμένων ακινήτων και χαρτοφυλακίων ακινήτων για τρίτους πελάτες και αυτόν της κατασκευής και ανάπτυξης για την ίδια και τρίτους επενδυτές.
Συνδέοντας αυτούς τους δύο επαγγελματικούς κλάδους, η ehret+klein προσφέρει τελικά το πλήρες φάσμα υπηρεσιών για ολόκληρο τον κύκλο ζωής ενός ακινήτου, έχοντας μέχρι σήμερα διαχειριστεί και αναπτύξει περιουσιακά στοιχεία αξίας 1,6 δισ. ευρώ στη Γερμανία.
Μια ομάδα σχεδόν 100 μηχανικών, πωλητών, συντονιστών ανάπτυξης έργων και ειδικών εργάζονται για την εταιρεία που εδρεύει στο Στάρνμπεργκ και δραστηριοποιείται σε ολόκληρη τη γερμανική αγορά με πελάτες της διάφορα ευρωπαϊκά γραφεία διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας και θεσμικούς επενδυτές.