Οι αμερικανικές μετοχές έχουν υποχωρήσει κατά σχεδόν 8% από τις αρχές του έτους, ενώ από τις αρχές Ιανουαρίου έως και την 24η Φεβρουαρίου (πρώτη ημέρα της εισβολής των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία) έχουν χάσει σχεδόν το 15% της αξίας τους.

Οι τιμές του πετρελαίου έχουν αυξηθεί από τα 70 δολ/βαρέλι που βρίσκονταν το 2021 σε πάνω από 118 δολ/βαρέλι (σσ. σημερινές τιμές στις συναλλαγές της Ασίας). Οι ρωσικές μετοχές έχουν απολέσει το 45% της αξίας τους ενώ το ρούβλι έχει χάσει περίπου το 27% της αξίας του (σς. Σήμερα η τιμή του έχει υποχωρήσει στα 117,5 ρούβλια ανά δολάριο ΗΠΑ).

Όπως σχολιάζει η Goldman Sachs, η ρωσο-ουκρανική κρίση συνεχίζεται και το τέλος της δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα.

Στην ανάλυσή της ISG Highlights, η Goldman Sachs παραθέτει κάποια σημεία – κλειδιά που ξεκαθαρίζουν κάπως το τοπίο σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας.

  • Η αμερικανική οικονομία και οι αγορές μετοχών έχουν υποστεί κι άλλα γεωπολιτικά σοκ τις τελευταίες δεκαετίες

-την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014

-τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους τον 11η Σεπτεμβρίου του 2001

-την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ το 1990, όταν οι Ιρακινοί έβαλαν φωτιά στις πετρελαιοπηγές του Κουβέιτ και οι ΗΠΑ ξεκίνησαν στρατιωτική επίθεση για να απωθήσουν τους Ιρακινούς

-την Ιρανική Επανάσταση το 1978 -79 και ο συνεπακόλουθος πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ που είχε ως αποτέλεσμα στον τριπλασιασμό των τιμών του πετρελαίου και στην αφαίρεση 4,5 εκατ. βαρελιών τη μέρα από την παγκόσμια παραγωγή.

  • Κατά μέσο όρο, ο S&P 500 έχασε 10% λόγω αυτών των γεωπολιτικών σοκ, με τη μεγαλύτερη πτώση (περίπου 17%) κατά τη διάρκεια της ιρακινής εισβολής στο Κουβέιτ στην οποία συμμετείχαν αμερικανικά στρατεύματα επί εδάφους.
  • Δεδομένης της υποχώρησης από τις αρχές του έτους έως σήμερα, η αύξηση της μεταβλητότητας και οι μέρες που ο S&P 500 υπέστη μεταβολές της τάξης του 4%, δεν συστήνουμε στους πελάτες μας να επιχειρήσουν να κάνουν συναλλαγές σε μια τέτοια αγορά. Πιστεύουμε ότι η συστηματική αναπροσαρμογή του χαρτοφυλακίου και η εκμετάλλευση της πτώσης των δεικτών που σημειώνονται για την αύξηση μη επενδυμένων μετρητών είναι οι βέλτιστες στρατηγικές.
  • Με τον δείκτη VIX (που μετρά τη μεταβλητότητα στις αγορές) πάνω από τις 30 μονάδες και στα τέλη Ιανουαρίου πάνω από τις 39, συστήνουμε στρατηγικές δικαιωμάτων προαίρεσης με αντιστάθμισμα κινδύνου που μπορούν να αποκομίσουν έσοδα από αυτήν την αυξημένη μεταβλητότητα. Παράλληλα, διατηρούμε τη στάση μας για τον ενεργειακό τομέα και τις τράπεζες της Ευρωζώνης. Αναμένουμε υψηλές επιδόσεις από αυτούς τους κλάδους αξίας που παρουσίασαν υστέρηση ανάπτυξης την τελευταία δεκαετία. Αναμένουμε ότι και οι δύο αυτοί τομείς αξίας θα ξεπεράσουν σημαντικά τις αποδόσεις των μετοχών των ΗΠΑ και των μετοχών της Ευρωζώνης αντίστοιχα.
  • Εν τέλει, στο βασικό μας σενάριο, σημειώνει ο οίκος, αναμένουμε ότι ο S&P 500 θα ανακάμψει από τις έως τώρα απώλειες που σημείωσε από τις αρχές της χρονιάς και ότι θα κλείσει το έτος με συνολική απόδοση 6% (που συνεπάγεται συνολική απόδοση 15% από τα τρέχοντα επίπεδα). Αναμένουμε επίσης ότι οι μετοχές της Ευρωζώνης θα ολοκληρώσουν τη χρονιά με απόδοση 9% (που συνεπάγεται συνολική απόδοση 22% από τα τρέχοντα επίπεδα).

Όπως σημειώνει ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος, προσφάτως είχε κλήση με τους πελάτες του για τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο με τη συμμετοχή του Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο (πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) ο οποίος διαπραγματεύτηκε με τον πρόεδρο Πούτιν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Κριμαία, τον Ας Κάρτερ, πρώην υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ και τον Σερ Άλεξ Γιάνγκερ, πρώην επικεφαλής των Μυστικών Υπηρεσιών της Βρετανίας (MI6). Το πιο σημαντικό στοιχείο που «βγήκε» από αυτή τη, εξ αποστάσεως «συνάντηση» ήταν οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της εισβολής αλλά και της κοινής ανακοίνωσης της Κίνας και της Ρωσίας στις 4 Φεβρουαρίου στην τελετή για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, όπου δήλωσαν αλληλεγγύη για τις γεωπολιτικές εξελίξεις και ανακοίνωσαν ότι θα «αυξήσουν τη συνεργασία τους».

Οι ομιλητές ανέφεραν ότι η εισβολή και η δήλωση αλληλεγγύης σηματοδοτεί ένα δυσμενές ορόσημο που θα αντιστρέψει την τάση της παγκοσμιοποίησης. Και ο οίκος καταλήγει ότι μια τέτοιου είδους μετατόπιση ενισχύει περαιτέρω της θέση του περί υπεροχής των ΗΠΑ (σσ. αγορών) και ότι θα ενθαρρύνει τους επενδυτές να ξανασκεφτούν τις επενδύσεις τους στις αναδυόμενες αγορές.

Διαβάστε ακόμη:

«Έμφραγμα» στα ευρωπαϊκά λιμάνια από τον πόλεμο στην Ουκρανία – Έρχονται νέες αυξήσεις στα μεταφορικά

Ουκρανική «καταιγίδα» σαρώνει τις τιμές του φυσικού αερίου – Aνησυχία για τα φορτία LNG στη Ρεβυθούσα  

Γιόχανσον (Κομισιόν): Η ΕΕ πρέπει να προετοιμαστεί για την άφιξη εκατομμυρίων προσφύγων