Μέχρι το 2008 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 200 Στέγες, στις οποίες φιλοξενούνταν περίπου 8.000 άτομα, το 91% των οποίων ήταν ηλικίας άνω των 65 ετών. Η πλειονότητα των Στεγών ήταν ιδιωτικές (103), 37 κοινοτικές και 60 κρατικές.
Σήμερα στην επικράτεια λειτουργούν 300 Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων, που αποτελούν μόνιμη στέγη για 14.034 πολίτες τρίτης ηλικίας. Με βάση την επίσημη καταγραφή, οι Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων (ΜΦΗ), που βρίσκονται υπό την εποπτεία της Περιφέρειας Αττικής φτάνουν σήμερα τις 154.
Παρότι αυξήθηκαν οι Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων τα τελευταία 12 χρόνια, στην Ελλάδα το ποσοστό των ηλικιωμένων που ζουν σε γηροκομεία παραμένει χαμηλό συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στη χώρα μας δεν ξεπερνά το 17% όταν στη Σουηδία αγγίζει το 41%.
Παράλληλα, στην ΕΕ μεταξύ 2009 και 2019 καταγράφηκε αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών. Το 2019 σχεδόν το ένα πέμπτο (20,3 %) του πληθυσμού της ΕΕ ήταν ηλικίας 65 ετών και άνω. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω της EΕ προβλέπεται να αυξηθεί επί 2,5 φορές μεταξύ του 2019 και του 2100, από 5,8 % σε 14,6 %.
Όσον αφορά τη χώρα μας, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από την απογραφή του πληθυσμού το 2011, η ομάδα ηλικιών από 60ετων έως 69ετών είναι 1.134.045 συμπολίτες μας, από 70 ετών έως 79 ετών είναι 1.017.242 και από 8 0ετών και άνω 583.334 συμπολίτες μας.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν το 2018 για τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού στην Ελλάδα, το προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες από 78,8 έτη το 2016 ανεβαίνει σε 79,6 το 2020 και συνεχίζει να αυξάνεται συνολικά 7,7 χρόνια, φθάνοντας τα 86,5 έτη το 2070. Για τις γυναίκες, από 83,9 έτη το 2016 ανεβαίνει σε 84,5 το 2020 και συνεχίζει να αυξάνεται συνολικά 6,4 χρόνια, φθάνοντας τα 90,3 έτη το 2070.
Ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων (είναι ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω σε σχέση με τα άτομα ηλικίας 15 έως 64 ετών) το 2016 ήταν 33,4 και αναμένεται να αυξηθεί κατά 29,7 μονάδες, φθάνοντας τελικά στο 63,1 το 2070. Αυτή η προβολή σημαίνει ότι για κάθε 10 άτομα που θα είναι σε παραγωγική ηλικία θα αντιστοιχούν τουλάχιστον 7 άτομα που θα είναι σε ηλικία άνω των 65 ετών.
Μη ξεχνάμε ότι πλέον στην ιατρική υπάρχει η ειδικότητα γηριατρική που εστιάζει στη διαχείριση οξέων και χρόνιων νόσων και συνδρομής κυρίως σε ευπαθή ηλικιωμένα άτομα,ενώ πρόσφατα έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην προαγωγή της υγείας και την πρόληψη των σχετιζόμενων με την πρόοδο της ηλικίας ασθενειών.
Το όλο και μεγαλύτερο ποσοστό ηλικιωμένων, δημιουργεί νέα ζήτηση για παροχή μακροχρόνιας φροντίδας. Οι παθήσεις που συνδέονται µε την ηλικία και την εξάρτηση (παθολογική γήρανση) ναι µεν απαιτούν λιγότερη περίθαλψη µε την καθαρά ιατρική έννοια, ταυτόχρονα όμως απαιτούν μεγαλύτερη περίθαλψη µε την κοινωνικο-ιατρική έννοια, που σημαίνει µμικρότερο σχετικά κόστος αλλά για πολύ μεγαλύτερο διάστημα.
Από την άλλη μεριά, η άτυπη φροντίδα που παρέχεται στο πλαίσιο της οικογένειας και της κοινότητας και βασίζεται στην αλληλεγγύη, λόγω της αυξανόμενης αστάθειας των οικογενειακών δοµών και του µικρότερου μεγέθους των οικογενειών, αποδυναμώνεται και δυσχεραίνει η παραμονή των ηλικιωμένων στο οικογενειακό περιβάλλον. Κατά συνέπεια αυξάνεται η ζήτηση τυπικής μακροχρόνιας φροντίδας, όπως και ο χρόνος παροχής της.
Βάση των άνωθεν δεδομένων, η ζήτηση τόσο ηλικιωμένων συμπολιτών μας όσο και αλλοδαπών που επιθυμούν να βρεθούν στο κλίμα της Ελλάδας για το υπόλοιπο της ζωής τους, δημιουργούν την ανάγκη για δημιουργία Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι πολλές φορές στο παρελθόν είχε καταγραφεί ενδιαφέρον αλλοδαπών επενδυτών είτε μέσω ιδιωτικών σχημάτων, είτε μέσω funds για αγορά γης στα Προάστια της Αττικής (Βάρη, Μαρκόπουλο, Πόρτο Ράφτη, Παλλήνη) με στόχο την ανέγερση γηροκομείου διττού χαρακτήρα, δηλαδή, να λειτουργεί παράλληλα και ως κέντρο φιλοξενίας ηλικιωμένων όσο και ως κέντρο αποθεραπείας – αποκατάστασης μετά από ορθοπεδικές ή/και άλλες επεμβάσεις.
Μη ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων που λειτουργούν σήμερα, δεν έχουν ανεγερθεί εξ αρχής για γηροκομεία αλλά προϋπήρχαν ως ξενοδοχειακές μονάδες ή αυτοτελής πολυκατοικίες που λόγω της διαμερισματοποίησης διευκόλυναν.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι ζητήσεις για γηροκομεία επικεντρώνονται κυρίως σε οικόπεδα που μπορούν να χτιστούν περισσότερα από 3.000τμ. Αναζητούν περιοχές που βρίσκονται κοντά στα αστικά κέντρα τόσο για την εύκολη μετάβαση – επίσκεψη των συγγενών, όσο και για την εύκολη και γρήγορη πρόσβαση στα μεγάλα νοσοκομεία της Αθήνας.
Πριν την covid-19 εποχή είχε καταγραφεί έντονο ενδιαφέρον από Γάλλους επενδυτές που σχετίζονταν επαγγελματικά με τον κλάδο της υγείας στη χώρα τους, για την αγορά κατάλληλης έκτασης για την ανέγερση γηροκομείου. Παράλληλα, έντονο ενδιαφέρον είχε καταγραφεί και από Ισραηλινό fund που επιθυμούσε την αγορά αυτοτελούς κτιρίου στα σύνορα των Μελισσίων με την Πεντέλη με στόχο την μακροχρόνια μίσθωση σε επιχειρηματία του κλάδου. Ενώ στο παρελθόν είχε καταγραφεί έντονο ενδιαφέρον για την αγορά παλιού ξενοδοχείου στην Κινέτα και μετατροπή σε μονάδα φιλοξενίας ηλικιωμένων.
Θεωρούμε ότι στο άμεσο μέλλον, όταν επιστρέψουμε στην καθημερινότητα μας η χώρα μας μπορεί να αποτελέσει πόλο έλξης τόσο αλλοδαπών ιδιωτικών κεφαλαίων, όσο και επενδυτικών σχημάτων που θα στοχεύουν επιχειρήσεις του ευρύτερου ιατρικού κλάδου.
Μη ξεχνάμε ότι βάσει πληροφοριών, πολλές ασφαλιστικές εταιρείες εδώ και χρόνια στην ΕΕ σχεδιάζουν και διαθέτουν ήδη συνταξιοδοτικά ασφαλιστικά προγράμματα που σχετίζονται άμεσα με μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων.
*Πρόεδρος Πανελλαδικού Δικτύου E-Real Estates
Διαβάστε ακόμα:
Νίκος Μπακατσέλος – Pyramis: Το σχέδιο για παραγωγή ηλεκτρικών συσκευών στην Ελλάδα και η Pitsos
Πόλεμος εκατομμυρίων για τα πολυτελή σπίτια σε Βούλα, Βάρη, Βουλιαγμένη