Είναι οι εταιρείες που λαμβάνουν την μικρότερη προσοχή από τις ηγεσίες, τα μίντια και τους επενδυτές: δεν είναι αρκετά μικρές για να τύχουν της στήριξης που προορίζεται στις μικρομεσαίες και στις νεοφυείς επιχειρήσεις, αλλά δεν είναι και αρκετά μεγάλες για να απολαμβάνουν τα προνόμια των επιχειρηματικών κολοσσών.
Οι εταιρείες της μεσαίας κεφαλαιοποίησης (mid caps), δηλαδή οι εταιρείες με 250 -3.000 εργαζόμενους, αντιπροσωπεύουν πάνω από το 17% της συνολικής απασχόλησης και το 21% του επιχειρηματικού κύκλου εργασιών στους 27 της ΕΕ. Επίσης οι mid caps θεωρούνται ουσιαστικό τμήμα κρίσιμων οικοσυστημάτων που στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, σε τομείς όπως των ηλεκτρονικών, υγείας, ενέργειας/ ΑΠΕ, αεροδιαστημικής και άμυνας.
Παρόλα αυτά, οι mid caps φαίνεται ότι έχουν εγκλωβιστεί σε ένα ιδιότυπο κενό, όπως διαπιστώνει πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με τίτλο “Hidden champions, missed opportunities- Mid-caps’ crucial roles in Europe’s economic transition”.
«Είδαμε ένα κρίσιμο κενό στον οικονομικό διάλογο για τις εταιρείες της μεσαίας κεφαλαιοποίησης, οι οποίες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά βρίσκονται σε σχετικά παραμελημένη θέση» εξηγεί στο newmoney η Debora Revoltella, επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ).
«Μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος έχει δοθεί στις ΜμΕ και στις νεοσύστατες επιχειρήσεις, από τη μία πλευρά, λόγω των δυνατοτήτων ανάπτυξής τους και των δυσκολιών πρόσβασης σε πιστώσεις, και στις μεγάλες εταιρείες από την άλλη, λόγω του αντίκτυπου της καινοτομίας που παράγουν και του τεράστιου μεγέθους τους.
Μικρή προσοχή έχει δοθεί στις ενδιάμεσες επιχειρήσεις, εκείνες που είναι πολύ μεγάλες για να είναι ΜμΕ αλλά όχι ακόμη αρκετά μεγάλες ώστε να θεωρούνται «μεγάλες», κάτι που μειώνει την αναγνώριση της ιδιαίτερης προστιθέμενης αξίας τους. Στόχος μας είναι να γεφυρώσουμε αυτό το χάσμα εξετάζοντας την οικονομική τους σημασία, τις αναπτυξιακές τους τροχιές και τον ρόλο τους στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην κατάρτιση και στην τριπλή μετάβαση της Ευρώπης: πράσινη, ψηφιακή και οικονομικής ασφάλειας.
Μία από τις προειδοποιήσεις στην έκθεσή μας είναι ότι πολλοί ευρωπαϊκοί κανονισμοί βασίζονται στο μέγεθος των επιχειρήσεων και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε “εγκλωβισμό”, αποθαρρύνοντας τις επιχειρήσεις από το να αναπτυχθούν πέρα από το μέγεθος των ΜμΕ.
Ουσιαστικά, οι ρυθμίσεις που επικεντρώνονται στο μέγεθος των επιχειρήσεων μπορούν να δημιουργήσουν ακούσια συνθήκες που αποθαρρύνουν ή εμποδίζουν την εξέλιξη των ΜμΕ σε εταιρείες μεσαίας κεφαλαιοποίησης, επιβάλλοντας δυσανάλογες επιβαρύνσεις ή καταργώντας τη στήριξη ή τις επιδοτήσεις με κριτήριο το μέγεθός τους. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα και να προωθηθεί ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για την ανάπτυξη των ΜμΕ, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο επανεξέτασης και μεταρρύθμισης των κανονιστικών πλαισίων, ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν δημιουργούν ακούσια εμπόδια στην ανάπτυξη. »
Η ΕΤΕπ φέρνει τις mid caps στο προσκήνιο
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων χαρακτηρίζει τις mid caps ως «κρυμμένους πρωταθλητές» της ευρωπαϊκής οικονομίας και έχει αποφασίσει να συμμετάσχει ενεργά στην κεφαλαιακή τους ενίσχυση.
«Έχουμε δεσμεύσει περίπου 19 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως κατά την περίοδο 2023-2025, τόσο για ΜμΕ όσο και για χρηματοδότηση εταιρειών μεσαίας κεφαλαιοποίησης (Επιχειρησιακό σχέδιο Ομίλου ΕΤΕπ 2023-2025), κεφάλαια που ανέρχονται σε περίπου το ένα τέταρτο του συνολικού μας όγκου εργασιών».
Ειδικότερα για επενδύσεις που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, η ΕΤΕπ έχει αποφασίσει να παρέχει μία ευρεία γκάμα εργαλείων όπως εγγυήσεις, πράσινες τιτλοποιήσεις, δάνεια συγκεκριμένου σκοπού που απευθύνονται σε ΜμΕ και midcaps.
Ευκαιρίες και προκλήσεις για την Ελλάδα
Η πράσινη μετάβαση είναι στο επίκεντρο και των χρηματοδοτήσεων που προορίζει η ΕΤΕπ για την Ελλάδα.
Όπως τονίζει η Debora Revoltella, στην Ελλάδα το επενδυτικό κλίμα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό, ωστόσο η ενεργειακή εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να αντιμετωπιστεί πιο αποφασιστικά.
«Οι επενδυτικές προοπτικές στην Ελλάδα είναι πιο ευνοϊκές από ό,τι στην υπόλοιπη ΕΕ. Ενώ η υποεπένδυση εξακολουθεί να αποτελεί ζήτημα (το 17% των ελληνικών επιχειρήσεων πιστεύει ότι έχει υποεπενδύσει σε σχέση με το 13% στην ΕΕ), περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις επένδυσαν το 2023 σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Ωστόσο, η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με την ΕΕ όσον αφορά τις επενδύσεις, ιδίως στην καινοτομία. Το EIBIS 2023 μας δείχνει ότι μόνο δύο στις τρεις ελληνικές επιχειρήσεις (68%) θεωρούν τις επενδύσεις τους τα τελευταία τρία χρόνια ως βέλτιστες, ποσοστό που υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ (82%).
Επίσης, η Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα. Η πράσινη μετάβαση μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για την προώθηση της ανάπτυξης, τη μείωση των επιπτώσεων των υψηλών τιμών ενέργειας στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την ενίσχυση των εξαγωγών.
Η ΕΤΕπ έχει συνεργαστεί εκτενώς με την Ελλάδα για να διευκολύνει την πράσινη μετάβαση. Μεταξύ 2018 και 2022, τα χρηματοδοτούμενα από την ΕΤΕπ έργα τροφοδότησαν με ηλεκτρική ενέργεια πάνω από 1,3 εκατομμύρια νοικοκυριά και παρείχαν χρηματοδοτική στήριξη σε καινοτόμες εταιρείες με σκοπό την προώθηση λύσεων για την πράσινη μετάβαση.
Για παράδειγμα, τον Ιανουάριο η ΕΤΕπ δέσμευσε 400 εκατομμύρια ευρώ για τη στήριξη μιας σημαντικής νέας επένδυσης της MYTILINEOS, προκειμένου να αναπτύξει ένα νέο χαρτοφυλάκιο ηλιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων και συστημάτων αποθήκευσης μπαταριών.»
Εκτός από την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, στην κορυφή της ατζέντας της ΕΕ ανέβηκε τα τελευταία χρόνια η οικονομική ασφάλεια της Ευρώπης. Η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικτύου προμηθευτών κρίσιμων υλικών και προϊόντων αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Σε αυτή την προσπάθεια η Ελλάδα μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο.
«Η Ελλάδα είναι απολύτως σε θέση να συμβάλει σε αυτή την πρωτοβουλία, δεδομένου του αναπόσπαστου ρόλου της στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει την περιφερειακή σταθερότητα και την ανθεκτικότητα στις ενεργειακές προκλήσεις αξιοποιώντας τους πόρους της και συμμετέχοντας ενεργά στο ευρωπαϊκό δίκτυο προμηθευτών. Τα μοναδικά πλεονεκτήματά της (εκτός από τον εύρωστο τουριστικό της τομέα), όπως είναι το δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η στρατηγική της θέση για τη διαμετακόμιση υγροποιημένου φυσικού αερίου και η ιδιότητά της ως ενεργειακού κόμβου για τα Βαλκάνια και τη Νότια Ευρώπη, την τοποθετούν σε καλή θέση για να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Παρόλα αυτά, υπάρχει ακόμη δουλειά που πρέπει να γίνει. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να κερδίσει περισσότερα από την ενιαία αγορά.
Ως μία από τις λιγότερο ολοκληρωμένες χώρες της ενιαίας αγοράς της ΕΕ, οι μέσες ενδοκοινοτικές εισαγωγές και εξαγωγές της Ελλάδας αντιστοιχούσαν μόλις στο 22,7% του ΑΕΠ της το 2021, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 45,8%.
Ο πίνακας αποτελεσμάτων της Επιτροπής για την ενιαία αγορά δείχνει ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης και ότι με τις κατάλληλες πολιτικές και πρωτοβουλίες, η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει την ολοκλήρωσή της με την ενιαία αγορά. Αυτή είναι μια ευκαιρία για την Ελλάδα να αποκομίσει μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη και να συμβάλει πιο σημαντικά στην οικονομία της ΕΕ.»
Διαβάστε ακόμη
«Χρυσή δεκαετία» βλέπουν οι επενδυτές, που δίνουν φέτος 40 δισ. στην Ελλάδα
Γεραπετρίτης: Οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας έχουν βελτιωθεί
Ηλίας Λεκκός (Τρ. Πειραιώς): Λείπουν 212.000 κατοικίες από την αγορά ακινήτων στην Ελλάδα
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ